Θεσσαλονίκη, 1942. Οι Εβραίοι είναι υποχρεωμένοι να φορούν το κίτρινο αστέρι του Ισραήλ στα ρούχα τους και δεν επιτρέπεται να κυκλοφορούν στους κεντρικούς δρόμους της πόλης. Η 15χρονη Ελληνίδα Μαρία Λιαπίκου είναι εκείνη που εξυπηρετεί τις εβραϊκές οικογένειες της γειτονιάς της, στην οδό Σααδή Λεβή, για τα καθημερινά τους ψώνια. Εναν χρόνο αργότερα οι Εβραίοι ειδοποιούνται για τη βίαιη μεταφορά τους στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και η σύζυγος του ραβίνου της συναγωγής Μπετ Σαούλ, που ζούσε στην ίδια γειτονιά, δίνει στο κορίτσι τη ραπτομηχανή της ως ένδειξη ευγνωμοσύνης, υπό τον όρο πως όταν θα επέστρεφε, η Μαρία θα της έδινε πίσω τη ραπτομηχανή. Η σύζυγος του ραβίνου όμως δεν γύρισε ποτέ. Και η Μαρία, δασκάλα πια, χρησιμοποιούσε τη ραπτομηχανή για τις ανάγκες της οικογένειάς της. Η υπόσχεση να καταλήξει σε εβραϊκά χέρια τηρήθηκε από τις κόρες της, Αναστασία και Σωτηρία Καραγκούνη, που μετά τον θάνατο της μητέρας τους, το 2021, τη δώρισαν στο Εβραϊκό Μουσείο Θεσσαλονίκης.
Τούτη η ιστορία είναι μία από τις πολλές που συνοδεύουν αντικείμενα και αδημοσίευτα τεκμήρια τα οποία ως άλλες ψηφίδες συνθέτουν το πλούσιο μωσαϊκό της διαδρομής των δύο κοινοτήτων – της χριστιανικής και της εβραϊκής – που έζησαν στην ίδια πόλη, περπάτησαν στην ίδια προκυμαία, μοιράστηκαν τα ίδια όνειρα και άφησαν το αποτύπωμά τους στη διαμόρφωσή της. Και τα οποία προερχόμενα κυριìως αποì το αρχειìο Γεωργιìου Κωνσταντινιìδη και τις συλλογεìς του Εβραϊκουì Μουσειìου Θεσσαλονιìκης, πλαισιωμένα από πλούσιο εποπτικό υλικό, απαρτίζουν την έκθεση «Στην ιìδια ποìλη: Χριστιανοιì και Εβραιìοι στη Θεσσαλονιìκη», που εγκαινιάζεται το Σάββατο στον εκθεσιακοì χωìρο του Ιδρυìματος της Βουληìς. Πρόκειται για μια σύνοψη της ομότιτλης έκθεσης που παρουσιάστηκε σε τρεις κύκλους (ο καθένας και σε διαφορετικό χώρο) το 2022 στη Θεσσαλονίκη και εστιάζει στην κοινηì παρουσιìα των δύο κοινοτήτων στον πολιτισμοì, την εκπαιìδευση, τον αθλητισμοì, το εμποìριο και την επιχειρηματικοìτητα από τα τέλη του 19ου αι. έως και τις αρχές του 20ού αι.
Συμβίωση και συνεργασία
«Η έκθεση επιχειρεί να αναδείξει το πώς αξίες όπως η συμβίωση, η συνεργασία και η δημιουργική συμπόρευση είναι εν πολλοίς υλοποιημένες πραγματικότητες», λέει στα «ΝΕΑ» η μουσειολόγος Αννα Ενεπεκίδου, η οποία υπογράφει τη μουσειολογική προσαρμογή και την καλλιτεχνική επιμέλεια της έκθεσης, της οποίας τη γενική επιμέλεια έχουν ο πρώην διευθυντής του Εβραϊκού Μουσείου Θεσσαλονίκης Ευάγγελος Χεκίμογλου και ο συλλέκτης Γιώργος Κωνσταντινίδης. «Η χριστιανική και η εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης ζουν και δημιουργούν μαζί. Και η σημασία της έκθεσης έγκειται, επιπλέον, στην επιλογή των επιμελητών – σε μια ιδιαίτερα πυκνή σε ιστορικά γεγονότα περίοδο – της ανάδειξης όψεων της καθημερινότητας των ανθρώπων, που σχετίζονται με την εργασία, την εκπαίδευση και τον πολιτισμό. Η έμφαση δίνεται συνειδητά όχι στη μεγάλη ιστορία των πολιτικών ηγετών και γεγονότων αλλά στην καθημερινότητα των Χριστιανών και των Εβραίων, αυτή που συγκροτεί τον πιο απτό συνδετικό κρίκο της ζωής των ανθρώπων μέσα στις ποικίλες όψεις της αστικής καθημερινότητας», προσθέτει η κυρία Ενεπεκίδου, η οποία και μας ξεναγεί στο «εργοτάξιο» της έκθεσης.
Επί της υποδοχής
Ανάμεσα σε εργαλεία, άδεια χαρτόκουτα και πλεξιγκλάς στο πάτωμα, οι «αρμόδιοι» επί της υποδοχής έχουν πάρει ήδη τη θέση τους. Δύο νεόνυμφα ζευγάρια – ο Νικόλαος Μάνος (που διετέλεσε και δήμαρχος Θεσσαλονίκης το 1920 και το 1934) με την Ιωάννα Ξανθίδου και ο Ανρί Φαρατζή με τη Ματθίλδη Μαλλάχ – που επέλεξαν το ίδιο φωτογραφείο (Α. F. Baubin) για το κοινό τους καρέ μετά τον γάμο τους το 1906. Και είναι εκείνοι που όχι μόνο μοιάζουν να «προσκαλούν» τους περαστικούς να περάσουν το κατώφλι του εκθεσιακού χώρου, καθώς έχουν πάρει θέση στη βιτρίνα επί της οδού Σέκερη, αλλά και που δείχνουν τον δρόμο στους επισκέπτες, οι οποίοι καλούνται να «περπατήσουν» κατά μήκος της παραλίας της πόλης, με φόντο τον Λευκό Πύργο.
Σε αυτή τη βόλτα θα γνωρίσουν τόσο την κομψή Δήμητρα Ζάχου, που έχει απαθανατίσει ο φωτογραφικός φακός στις 21 Απριλίου 1888, σε ένα από τα παλαιότερα χρονολογημένα πορτρέτα στη Θεσσαλονίκη, όσο και την Μπέλα Καπουέλ, σύζυγο του εμπόρου Ισαάκ Γιαχέλ με αποθήκη στη σημερινή οδό Πολυτεχνείου, η οποία ποζάρει περί το 1900 με τις δυο της κόρες, Ρίτα και Ιρέν, ενώ οι δυο της γιοι, Γιοσέφ και Μορίς, δεν επέστρεψαν ποτέ από το Αουσβιτς. Πίσω από τα μεταλλικά τραπεζάκια του καφεζυθοπωλείου Το Βυζάντιον στην πλατεία Αγίας Σοφίας, θα «επισκεφθούν» μέσα από φωτογραφίες εποχής ένα από τα παλαιότερα καταστήματα της πόλης, το χρωματοπωλείο Γιομτώβ επί της οδού Εδέσσης, θα διαβάσουν τις διαφημίσεις των επιχειρήσεων στις εφημερίδες της εποχής και τα δελτία παραγγελίας της τοπικής λουκουμοποιίας με την επωνυμία Η Σύρος! Θα περιεργαστούν το φαρμακείο του Τζον Παλλαμάρη, στο οποίο πωλούνταν επίσης φωτογραφικές μηχανές, και τα βιβλιάρια υγείας της εμποροϋπαλλήλου Δώρας Γκατένιο και του (πιθανώς) αδελφού της, Ιάκωβου. Η γεννημένη το 1916 Δώρα ασφαλίστηκε στο νεοπαγές ΙΚΑ το 1938 κι ενεγράφη στην Ενωση Εμποροϋπαλλήλων Θεσσαλονίκης το 1940. Σύμφωνα με το βιβλιάριο, έπασχε από οσφυαλγίες. Τα ίχνη της χάθηκαν το 1943.
Μαθητολόγια, σχολικά εγχειρίδια, αλφαβητάρια και πιστοποιητικά αναλαμβάνουν να συστήσουν στον επισκέπτη τον κόσμο της εκπαίδευσης, ενώ η αθλητική δραστηριότητα «αναβιώνει» μέσα από τα τεκμήρια που αφορούν κυρίως ομάδες όπως ο Ηρακλής και η Μακαμπή.
Από το Ωδείο
Ιδιαίτερη θέση – μεταξύ πολλών άλλων – στην έκθεση έχει η μουσική παιδεία, δεδομένου ότι αφετηρία της υπήρξε η έρευνα στα αρχεία του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης µε αντικείµενο τους εβραίους µαθητές του, η οποία ανέδειξε έναν πλούτο πληροφοριών για την ατοµική, κοινωνική και γεωγραφική ταυτότητα εκατοντάδων εβραϊκών οικογενειών της Θεσσαλονίκης, επί 28 χρόνια (1915-1943), δηλαδή το χρονικό διάστηµα ανάµεσα στην ίδρυση του Ωδείου και την εκτόπιση των Εβραίων από τη Θεσσαλονίκη. Είναι εκεί όπου οι επισκέπτες θα γνωρίσουν τους Ελληνες Εβραίους που συμμετείχαν στις ορχήστρες του Αουσβιτς, με την περίπτωση της 17χρονης Λίλιαν Μενασέ να ξεχωρίζει όχι μόνο εξαιτίας των ποιημάτων της που διασώθηκαν, αλλά και επειδή ενώ οδηγούνταν στα κρεματόρια μαζί με 800 συνομίληκές της έβλεπε από μακριά τον πατέρα της να παίζει στην ορχήστρα.