Μεγάλες αντιδράσεις έχουν προκαλέσει οι δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ σχετικά με την αποχώρηση των ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ. Συναγερμός έχει σημάνει και για τα σχόλια περί ενθάρρυνσης της Ρωσίας να επιτεθεί στους συμμάχους του ΝΑΤΟ που δεν συνεισφέρουν. Ένας εκ των αντιδρώντων είναι και ο νυν πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον Guardian, ο Μπάιντεν χαρακτήρισε τα σχόλια του Τραμπ ως «ανόητα», «ντροπιαστικά» και «επικίνδυνα», ενώ εξαπέλυσε μύδρους κατά των Ρεπουμπλικανών που μπλοκάρουν την νομοθεσία που εν μέρει αποσκοπεί στην παροχή στήριξης στην Ουκρανία στην προσπάθειά της να αντισταθεί σε μια ρωσική εισβολή.
«Υποστηρίζοντας αυτό το νομοσχέδιο αντιστέκεστε στον Πούτιν»
Σε ομιλία του μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου για την εξωτερική βοήθεια – το οποίο περιλαμβάνει επίσης βοήθεια προς το Ισραήλ και την Ταϊβάν – από τη Γερουσία, ο Μπάιντεν προέτρεψε τους απρόθυμους Ρεπουμπλικανούς να περάσουν τη νομοθεσία στη Βουλή που ελέγχεται από τους Ρεπουμπλικανούς. «Υποστηρίζοντας αυτό το νομοσχέδιο αντιστέκεστε στον Πούτιν», δήλωσε ο Μπάιντεν. «Το να το αντιταχθείς είναι σαν να παίζεις στα χέρια του Πούτιν.»
Στη συνέχεια ο Μπάιντεν επιτέθηκε στον Τραμπ για την ενθάρρυνση των Ρεπουμπλικάνων στη Βουλή να αρνηθούν να υποστηρίξουν το νομοσχέδιο και για τα σχόλιά του σχετικά με τη Ρωσία και το ΝΑΤΟ. «Μπορείτε να φανταστείτε έναν πρώην πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών να λέει κάτι τέτοιο; Όλος ο κόσμος το άκουσε», είπε. «Το χειρότερο είναι ότι το εννοεί. Κανένας άλλος πρόεδρος στην ιστορία μας δεν έχει υποκλιθεί ποτέ σε έναν Ρώσο δικτάτορα.
«Επιτρέψτε μου να το πω αυτό όσο πιο ξεκάθαρα μπορώ: Ποτέ δεν θα το κάνω.», ενώ συνέχισε λέγοντας: «Για όνομα του Θεού, είναι ηλίθιο, είναι ντροπιαστικό, είναι επικίνδυνο. Είναι αντιαμερικανικό. Όταν η Αμερική δίνει το λόγο της σημαίνει κάτι, οπότε όταν αναλαμβάνουμε μια δέσμευση, την τηρούμε. Και το ΝΑΤΟ είναι μια ιερή δέσμευση.»
Το μήνυμα του Μπάιντεν στους Δημοκρατικούς
Ο Μπάιντεν τόνισε επίσης το μέρος του πακέτου που πέρασε από τη Γερουσία, το οποίο, όπως είπε, «παρέχει στο Ισραήλ ό,τι χρειάζεται για να προστατεύσει το λαό του από τις τρομοκρατικές ομάδες όπως η Χαμάς, η Χεζμπολάχ και άλλες, και θα παράσχει ανθρωπιστική βοήθεια που σώζει ζωές στον παλαιστινιακό λαό που χρειάζεται απεγνωσμένα τρόφιμα, νερό και στέγη. Χρειάζονται βοήθεια.»
Αυτό ήταν ένα μήνυμα προς το ίδιο το κόμμα των Δημοκρατικών: τρεις γερουσιαστές (δύο Δημοκρατικοί και ο προσκείμενος στους Δημοκρατικούς Μπέρνι Σάντερς) ψήφισαν επίσης αρνητικά στο νομοσχέδιο, επικαλούμενοι τη σταθερή υποστήριξη του Μπάιντεν στα στρατιωτικά πλήγματα του Ισραήλ στα παλαιστινιακά εδάφη.
Πώς μπορεί μία χώρα να αποχωρήσει από το ΝΑΤΟ
Στην συνθήκη που έχουν αποδεχθεί τα κράτη μέλη για να εισχωρήσουν στο Βορειοατλαντικό Σύμφωνο προβλέπεται μία νομική και πολιτική διαδικασία, σύμφωνα με την οποία ένα κράτος μπορεί να πάψει να είναι μέλος του ΝΑΤΟ.
Συγκεκριμένα, η επίσημη διαδικασία αναφέρεται στο άρθρο 13 της Συνθήκης, το οποίο λέει ότι κάθε χώρα που θέλει να αποχωρήσει πρέπει να στείλει στις ΗΠΑ (ως χώρα θεματοφύλακα) μία «ειδοποίηση καταγγελίας», την οποία στην συνέχεια οι ΗΠΑ θα διαβιβάσουν στους άλλους Συμμάχους.
Σε περίπτωση που η Αμερική αποφάσιζε να αποχωρήσει μπορεί να επικαλεστεί το σχετικό άρθρο και να αποστείλει την ειδοποίηση στα κράτη μέλη της Ένωσης. Κατόπιν τούτου, μετά από μία περίοδο αναμονής ενός έτους, η χώρα που θέλει να αποχωρήσει θα τεθεί πλέον εκτός συμμαχίας. Μέχρι σήμερα, κανένα κράτος μέλος δεν έχει παραιτηθεί από μέλος, αν και αυτό έχει εξεταστεί από αρκετές χώρες.
Τι αναφέρει το άρθρο 13
Σύμφωνα με το καταστατικό του ΝΑΤΟ, το άρθρο που χρησιμοποιούν τα κράτη μέλη για να ενημερώσουν άλλα μέλη ή μέρη ότι επιθυμούν να αποχωρήσουν από τον Οργανισμό του Βορειοατλαντικού Συμφώνου, αναφέρει τα ακόλουθα:
«Μετά την πάροδο είκοσι ετών από την θέση της συνθήκης εν ισχύ, κάθε μέλος έχει το δικαίωμα να αποχωρήσει από τη συνθήκη ένα χρόνο μετά την γνωστοποίηση της διάθεσης για αποχώρηση στην κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, η οποία θα ενημερώσει τις υπόλοιπες κυβερνήσεις των κρατών μελών για την κατέθεση της σχετικής έγγραφης καταγγελίας.»
Αυτό σημαίνει ότι μετά από 20 χρόνια από την υπογραφή της συνθήκης που έγινε το 1949, δηλαδή το 1969, κάθε κράτος μέλος που επιθυμεί να αποχωρήσει πρέπει απλώς να ενημερώσει τις Ηνωμένες Πολιτείες ότι θέλει να αποχωρήσει και μετά από ένα χρόνο αποχωρεί επίσημα.
Η ρήτρα για την αποχώρηση των ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ
Λόγω της μακροχρόνιας υποστήριξης των ΗΠΑ προς το ΝΑΤΟ και των επανειλημμένων εκδηλώσεων ενδιαφέροντος του Τραμπ για αποχώρηση από τον οργανισμό, ψήφιστηκε στο Κογκρέσο νόμος που απαγορεύει στον πρόεδρο να αποχωρήσει μονομερώς από το ΝΑΤΟ χωρίς την έγκριση της υπερπλειοψηφίας των δύο τρίτων της Γερουσίας ή πράξη του Κογκρέσου.
Δημοσκόπηση που διεξήχθη από το Pew Research Center το 2017, ανέφερε ότι το 62% των Αμερικανών είναι ευνοϊκά διακείμενοι προς το ΝΑΤΟ έναντι 23% που δεν είναι ευνοϊκά διακείμενοι. Όσον αφορά τους ψηφοφόρους, πάνω από τα τρία τέταρτα των Δημοκρατικών είναι ευνοϊκά, ενώ μόλις το 48% των Ρεπουμπλικάνων είναι ευνοϊκά. Επίσης είπαν ότι μια πλειονότητα των ερωτηθέντων, το 47%, δήλωσε ότι το ΝΑΤΟ κάνει πολύ λίγα πράγματα σε παγκόσμιο επίπεδο. Σε περαιτέρω δημοσκοπήσεις το 2019, παραμονές της 70ής επετείου από την ίδρυση του ΝΑΤΟ, το 77% των Αμερικανών λέει ότι το να είσαι μέλος του ΝΑΤΟ είναι καλό για τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ενώ και τα δύο μεγάλα κόμματα υποστηρίζουν τη συμμετοχή στο ΝΑΤΟ, όλα τα μεγάλα τρίτα κόμματα, συμπεριλαμβανομένου του Κόμματος των Πρασίνων, του Ελευθεριακού Κόμματος και του Κόμματος του Συντάγματος, υποστηρίζουν την αποχώρηση των Ηνωμένων Πολιτειών από το ΝΑΤΟ.