Στην αρχή αυτής της χιλιετίας, γράφει ο Τζάναν Γκάνες στους Financial Times, η χαλαρή πολιτικολογία ήταν κάτι μάλλον σπάνιο, γιατί θεωρούνταν ξεπερασμένη και ανιαρή. Τώρα είναι παντού. Ο βρετανός δημοσιογράφος θυμάται μια κοινωνική εκδήλωση πριν από μερικά καλοκαίρια, όταν τον είχε πλησιάσει μια καλεσμένη και τον είχε ρωτήσει τη γνώμη του για τον Μπόρις. Αυτό που εννοούσε ήταν: «Θέλεις να σου πω τη γνώμη μου για τον Μπόρις;». Εκείνος της εξέθεσε μερικές σκέψεις του κι εκείνη έσπευσε να του πει αυτό ακριβώς που περίμενε: «Ναι, αλλά πίσω από την όψη του κλόουν κρύβεται ένας πανούργος άνθρωπος».
Φέτος, όπου και να βρίσκεσαι, θα έρθει κάποιος και θα σου πει ότι «ο Τραμπ θα εκλεγεί σίγουρα πρόεδρος», κάτι που είναι αρκετά περίεργο αν λάβει κανείς υπόψη του πόσο αμφίρροπη είναι η μάχη του Νοεμβρίου. Με άλλα λόγια, λέει ο Γκάνες, ίσως πρέπει να αναθεωρήσουμε την άποψη ότι ο απαθής πολίτης είναι ένας κακός πολίτης. Εκείνοι που προκάλεσαν τρικυμία στην πολιτική της Δύσης την τελευταία δεκαετία (Brexit, Ντόναλντ Τραμπ, Ορμπαν) δεν ήταν φανατικοί (αυτούς τους εντοπίζεις από απόσταση και μπορείς να τους αντιμετωπίσεις), αλλά άνθρωποι που από τη γαλήνια αδιαφορία για την πολιτική πέρασαν σε κάποια μορφή στράτευσης.
Για τον αρθρογράφο των Financial Times, πατέρας της πολιτικολογίας είναι ο Τζον Στιούαρτ, που επέστρεψε τη Δευτέρα το βράδυ στην παρουσίαση της εκπομπής «The Daily Show» για πρώτη φορά μετά την αποχώρησή του, το 2015. Κι έφερε μαζί του νούμερα: 1,9 εκατομμύρια τηλεθεατές είδαν το επεισόδιο, κατά 50% περισσότεροι από τον μέσο όρο της τελευταίας σεζόν του Στιούαρτ και έξι φορές περισσότεροι από αυτούς που παρακολουθούσαν τον διάδοχό του, τον Τρέβορ Νόα. Αποδεικνύεται έτσι για άλλη μια φορά ότι η πολιτική έχει γίνει πλέον τόσο περίεργη, ώστε εκείνοι που τη διαχειρίζονται καλύτερα είναι οι κωμικοί. Από την άλλη πλευρά, τα γέλια με τα οποία γίνονται δεκτά τα σχόλια ακόμη και για τα πιο σοβαρά θέματα κάνουν την πολιτική χειρότερη.
Στον εικοσάλεπτο μονόλογό του, ο Στιούαρτ κράτησε ίσες αποστάσεις από τον Μπάιντεν και τον Τραμπ, χαρακτηρίζοντας τον πρώτο έναν κακομοίρη που κάνει συνεχώς γκάφες και τον δεύτερο έναν τύπο που προκαλεί με τις παραπομπές του σε δίκη. Α, είχε άποψη και για το μακελειό στη Γάζα, παρομοιάζοντας την κριτική που ασκεί ο Μπάιντεν στο Ισραήλ με την άποψη της μαμάς του για το μουσικό διάλειμμα του Super Bowl.
Την τιμή της εκπομπής έσωσε η δυναμική διευθύντρια του Economist, η Ζάνι Μίντον Μπέντοουζ, που μπορεί να εξέφρασε κι αυτή την ανησυχία της για το ότι ανάμεσα στον πλανήτη και το χάος βρίσκεται ένας άνθρωπος 81 ετών, δεν δίστασε όμως να χαρακτηρίσει τον Τραμπ έναν μαφιόζο που λέει στους άλλους ότι πρέπει να πληρώσουν. Γέλια εκεί δεν ακούστηκαν.