Γιατί «πιάνεται» η αναπνοή μας; Πότε η δυσκολία στην αναπνοή είναι φυσιολογική και σε ποιες περιπτώσεις υποδηλώνει κάτι πιο σοβαρό; Ποια συμπτώματα πρέπει να μας παρακινήσουν άμεσα ώστε να επισκεφτούμε τον γιατρό μας και ποιες ασθένειες είναι αυτές που μπορεί να μας στερούν την ανάσα;
Η δρ Σταματούλα Τσικρικά, πνευμονολόγος-φυματιολόγος και πρόεδρος της Ενωσης Πνευμονολόγων Ελλάδας, στο κείμενο που ακολουθεί αναλύει τον μηχανισμό της αναπνοής – της αυτόματης αυτής ενέργειας την οποία εκτελεί ο οργανισμός μας και αποτελεί δώρο ζωής –, που αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τη διατήρηση της ποιότητας ζωής. Και εξηγεί πότε πρέπει να κλείσουμε ραντεβού με έναν ειδικό ώστε να αξιολογηθεί η κατάσταση της υγείας μας.
«Κάθε μέρα και κάθε λεπτό όλοι μας αναπνέουμε με έναν ρυθμικό αυτόματο σκοπό, χωρίς καν να το αντιλαμβανόμαστε. Είναι όμως η ανάσα τόσο εύκολη για όλους; Υπάρχουν στιγμές που είναι περισσότερο πολύτιμη από τις υπόλοιπες; Ο σοφός λαός μας χρησιμοποιεί γλωσσικούς όρους και φράσεις για τη δυσκολία στην αναπνοή όπως “κοντανάσα”, “έσκασαν τα πνευμόνια μου” ή “κόπηκε η ανάσα μου” θέλοντας να τονίσει τη σημασία της συμμετοχής της αναπνοής σε κάθε δραστηριότητα της ζωής. Οι διαταραχές της αναπνοής είναι ένα πολύ συχνό παθολογικό φαινόμενο που δεν επηρεάζουν μόνο τους πνεύμονες αλλά όλα τα συστήματα του οργανισμού και το αντίθετο, μια ισορροπία πολύ εύθραυστη που εύκολα μπορεί να διαταραχθεί» σημειώνει η ίδια.
Επειτα, η ειδικός διευκρινίζει πως η δύσπνοια – που περιγράφεται ως δυσχέρεια στην αναπνοή, αίσθημα βάρους στο στήθος ή/και αίσθηση ασφυξίας σαν να μην υπάρχει αρκετή ποσότητα οξυγόνου – μπορεί να γίνει αντιληπτή είτε κατά την άσκηση είτε κατά τη διάρκεια της ηρεμίας ή ακόμα και στον ύπνο. «Το πώς μπορεί κάποιος να αντιληφθεί τη δύσπνοια είναι υποκειμενικό και απότοκο των αλληλεπιδράσεων μεταξύ πολλαπλών φυσιολογικών, ψυχολογικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών παραγόντων». Σε κάθε περίπτωση και όπως η κυρία Τσικρικά προσθέτει, σύμφωνα με τις επιστημονικές μελέτες αποτελεί το συνηθέστερο κλινικό σύμπτωμα προσέλευσης στα Τμήματα των Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ) παγκοσμίως, με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) να την κατατάσσει ως ρυθμιστικό παράγοντα της ποιότητας ζωής των πασχόντων.
«Αν και η δύσπνοια δύναται να μη συνοδεύεται από έτερα συμπτώματα, μπορούν να συνυπάρχουν θωρακικός πόνος ή συριγμός (γατάκια στο στήθος), βήχας με αυξημένη απόχρεμψη, συμπτώματα που φαίνεται να κινητοποιούν περισσότερο τους ασθενείς προς αναζήτηση ιατρικής βοήθειας και συμβουλής» συμπληρώνει.
Ποιες είναι οι ασθένειες που συνδέονται με τη δύσπνοια
Η δύσπνοια έχει συνδυαστεί με τις αναπνευστικές παθήσεις όπως η Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ), το βρογχικό άσθμα, τις διάμεσες πνευμονοπάθειες, τις διαταραχές του ύπνου και τις λοιμώξεις του αναπνευστικου. Εντούτοις η κυρία Τσικρικά τονίζει πως ο κατάλογος των αιτιολογικών παραγόντων είναι μακρύς, όμως πιθανά να μη γίνουν άμεσα αντιληπτοί λόγω υποτίμησης των συμπτωμάτων.
Πιο συγκεκριμένα στη λίστα με τις αιτίες τις πρώτες θέσεις καταλαμβάνουν παθήσεις όπως η στεφανιαία νόσος, το οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, η καρδιακή ανεπάρκεια και η κολπική μαρμαρυγή. Επίσης, η δύσπνοια μπορεί να οφείλεται σε διαταραχές πανικού αλλά και σε μυοσκελετικά προβλήματα (κύφωση, σκολίωση, μυοπάθειες). Στην ίδια λίστα, όμως, συμπεριλαμβάνεται και η αναιμία, η απόφραξη ανώτερων αναπνευστικών οδών, οι διαταραχές του θυρεοειδούς και της νεφρικής λειτουργίας, ενώ η δύσπνοια μπορεί να οφείλεται και σε άλλους παράγοντες όπως είναι η παχυσαρκία αλλά και το υψηλό υψόμετρο.
Η κυρία Τσικρικά υπογραμμίζει πως «ανάλογα με την εκάστοτε πάθηση δύναται να επηρεαστεί με διαφορετική βαρύτητα και ένταση η αναπνοή, ενώ δεν είναι λίγες φορές που ένας ασθενής μπορεί να παρουσιάσει συνδυασμό πολλαπλών νοσημάτων, δηλαδή συννοσηρότητα, με αποτέλεσμα και μεγαλύτερο αίσθημα δύσπνοιας».
Τα τεστ
Οι ειδικοί, πάντως, έχουν στη διάθεσή τους πολλαπλά τεστ και κλίμακες προσδιορισμού της βαρύτητας της δύσπνοιας, «όπως είναι για παράδειγμα η δεκάβαθμη κλίμακα Borg, η οποία εκτιμά τη δυσκολία της αναπνοής υπό συνθήκες ελεγχόμενης άσκησης. Από τις πιο διαδεδομένες είναι και η mMRC του Βρετανικού Ιατρικού Συμβουλίου Ερευνας, η οποία εκτιμά τη δύσπνοια σε σχέση με μια δραστηριότητα όπως είναι το βάδισμα σε επίπεδο ή επικλινές έδαφος. Ανάλογα με την ικανότητά του στη δραστηριότητα, ο εξεταζόμενος βαθμολογείται με τους αριθμούς από το 0 έως το 4» τονίζει.
Και προσθέτει: «Στην πρόωρη διάγνωση του αιτίου ακολουθεί μια σειρά κλινικών, εργαστηριακών και απεικονιστικών εξετάσεων, με την ακτινογραφία θώρακος να έχει πάντα τον κυρίαρχο ρόλο. Αυτό που οφείλει να γίνει κατανοητό είναι ότι η δύσπνοια θα πρέπει να διερευνάται και να μην εκλαμβάνεται ως κάτι επουσιώδες, αντιθέτως μπορεί να αποτελεί ένα σημαντικό προειδοποιητικό κλινικό σημείο του οργανισμού και για τον λόγο αυτόν θα πρέπει να αξιολογηθεί και να εκτιμηθεί άμεσα από τον ειδικό γιατρό».