Αναπόφευκτα σε μια συζήτηση με τον Τσαρλς Νταλάρα, τον πρώην επικεφαλής του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου (IIF) που διαπραγματεύτηκε το PSI, δεν μπορεί να μην κυριαρχήσει μια «επιστροφή» στις κρίσιμες αποφάσεις, τις καίριες συνιστώσες και στιγμές, τους κομβικούς παίκτες της εποχής εκείνης.
Αλλά, όπως είπε ο ίδιος στη συνέντευξη που παραχώρησε στα «ΝΕΑ» με αφορμή τη συμμετοχή του στο 9ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών (10-13 Απριλίου), «η ελληνική οικονομία ανακάμπτει, οπότε οι Ελληνες μπορούν να κοιτάξουν πίσω στο 2011-12 χωρίς τον ίδιο πόνο».
Ποια τα κύρια συμπεράσματά του, τα οποία περιλαμβάνει στο βιβλίο του «Euro shock: How the world’s largest debt restructuring in history helped save Greece and preserve the eurozone»;
«Πρώτον, για την ευρωζώνη. Το εγχείρημα βρίσκεται στα μισά του δρόμου. Μέχρι να αποκτήσει πιο διεξοδικά συντονισμένο νομισματικό και δημοσιονομικό πλαίσιο η Ευρώπη θα παραμείνει ευάλωτη σε κρίσεις. Οπως ήταν η οικονομική κρίση της Ελλάδας, η οποία την άφησε σε θέση αδυναμίας. Δεύτερον, για την Ελλάδα. Πλήρωσε ένα τεράστιο τίμημα για τα λάθη της, ενώ θα έπρεπε το βάρος να μοιραστεί σε όλη την ευρωζώνη, και ακόμα ανακάμπτει.
Η βελτίωση δεν θα επιτευχθεί βραχυπρόθεσμα. Χρειάζεται προσπάθεια μιας γενιάς από την ελληνική ηγεσία και τους Ελληνες για να αφήσουν πίσω το σύστημα που τους έφερε στην άβυσσο το 2010-11, το σύστημα της πελατειακής, ανεπαρκούς, με γνώμονα τις επιδοτήσεις και σε μεγάλο βαθμό κυβερνητικής οικονομίας.
Συγχαίρω τον Μητσοτάκη και την ομάδα του για τη δουλειά που κάνουν, αλλά παραμένει πολλή ακόμη να γίνει για να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα και η αποδοτικότητα της ελληνικής οικονομίας. Τρίτον, χρειάζεται να βελτιωθεί το πλαίσιο αναδιάρθρωσης του χρέους.
Η διαδικασία ανασυγκρότησης της Ελλάδας ήταν αρκετές φορές άτακτη, ακόμη και χαοτική, διότι οι όροι του παιχνιδιού δεν είχαν ακόμη συμφωνηθεί ανάμεσα σε οφειλέτες, πιστωτές, ΔΝΤ κ.λπ.», επισημαίνει ο Τσαρλς Νταλάρα, πρόεδρος σήμερα του Partners Group.
Η αναδιάρθρωση. Επρεπε να γίνει η αναδιάρθρωση δύο χρόνια νωρίτερα; «Ούτε η ηγεσία του ΔΝΤ ούτε της Ευρώπης ούτε της Ελλάδας ήταν προετοιμασμένες να σκεφτούν μια τέτοια κίνηση δύο χρόνια νωρίτερα. Και δεν ήταν ξεκάθαρο το 2010 ότι μια τέτοια αναδιάρθρωση ήταν απολύτως απαραίτητη.
Με δεδομένη την έλλειψη ετοιμότητας και πολιτικής βούλησης για την ανάληψη του κινδύνου μιας αναδιάρθρωσης το 2010, με δεδομένη την επιθυμία όλων των εμπλεκομένων να αποδώσει το πρόγραμμα προσαρμογής χωρίς αναδιάρθρωση χρέους, δεν μπορεί να μιλά κανείς για το αν έπρεπε να γίνει νωρίτερα.
Χωρίς τους ιδιώτες πιστωτές, η κατάσταση θα είχε γίνει πιο προβληματική, διότι εμείς ξεκινήσαμε την αναδιάρθρωση, δεν στηριχτήκαμε στο ΔΝΤ ούτε στην Ελλάδα ούτε στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις», απαντά.
Θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά ώστε να μην υπάρχουν απώλειες για άλλους, όπως τα ασφαλιστικά ταμεία; «Οι ιδιώτες πιστωτές ήταν έτοιμοι να υποστούν ένα μεγάλο κούρεμα, αλλά μόνο αν υπήρχε ίδια αντιμετώπιση σε έλληνες πιστωτές, δηλαδή τις ελληνικές τράπεζες, τα ασφαλιστικά ταμεία.
Ηταν απαραίτητο να τους συμπεριλάβουμε για να πεισθούν οι ιδιώτες πιστωτές να υποστούν απώλειες ύψους 73% της καθαρής παρούσας αξίας των απαιτήσεών τους. Το ποσό ήταν τεράστιο. Η αναδιάρθρωση έπαιξε καταλυτικό ρόλο βοηθώντας την Ελλάδα να κάνει αναδιάρθρωση χρέους και ξεμπλόκαρε νέο δανεισμό από τον επίσημο τομέα και ιδίως από την Ευρώπη», τονίζει.
Το χρέος. Ομως το χρέος της χώρας παραμένει υψηλό, επισημαίνουμε. «Παραμένει υψηλό, αλλά δεν ήμουν ποτέ της άποψης ότι η αναλογία χρέους/ΑΕΠ δείχνει πόσο βιώσιμο είναι το χρέος. Στις διαπραγματεύσεις, το ΔΝΤ και οι Γερμανοί επέμεναν ότι ο μαγικός αριθμός ήταν 120%.
Αντισταθήκαμε στην άποψη αυτή. Η βιωσιμότητα δεν αφορά μόνο ένα ποσοστό, εξαρτάται από το γενικότερο πλαίσιο, κάτι που το ΔΝΤ αρνιόταν να κατανοήσει. Τώρα έχει αναθεωρήσει και εξετάζει τη βιωσιμότητα μετρώντας τις πληρωμές εξυπηρέτησης χρέους στη διάρκεια ενός έτους.
Τότε η Ελλάδα πλήρωσε το τίμημα της αδιαλλαξίας. Στην τελευταία έκθεση του ΔΝΤ για την Ελλάδα επισημαίνεται ότι το GFN πρέπει να είναι κάτω από 15% και της Ελλάδας ήταν 8,3%. Βέβαια η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει να μειώνει το χρέος. Ανάκτησε αξιοπιστία στις αγορές. Αν και πρέπει να συνεχίσει να μειώνει το χρέος, αισθάνομαι καλά με το τωρινό επίπεδο όσο το πλαίσιο της οικονομικής πολιτικής συνεχίζει να κινείται στη σωστή κατεύθυνση», επισημαίνει.
Η συζήτηση επανέρχεται στο PSI. «Η πιο κομβική στιγμή ήταν η γεμάτη ένταση συνάντηση με Σαρκοζί και Μέρκελ τον Οκτώβριο 2011, όταν συμφωνήσαμε να μειώσουμε το ελληνικό χρέος κατά 50% αλλά και να διασφαλίσουμε τη στήριξη της Ευρώπης με 30 δισ. ευρώ για να καλυφθεί μέρος του υπόλοιπου χρέους (15%). Μέρκελ και Σαρκοζί, και ο “συνωμότης” μου Ζαν Λεμιέρ, όπως τον αποκαλώ φιλικά, έπαιξαν κομβικό ρόλο.
Αν δεν είχαμε συμφωνήσει, οι αγορές θα μας επετίθεντο με μεγαλύτερη σφοδρότητα από ό,τι έκαναν την επόμενη ημέρα.
Ο Σαρκοζί μάς απείλησε ότι θα κάνει ακόμη μεγαλύτερη ζημιά στις τράπεζες αν δεν συνάπταμε συμφωνία. Αντίθετα η Μέρκελ ήταν ήρεμη, σκεφτική, μας άκουγε.
Με εντυπωσίασε. Λυπούμαι που δεν μπόρεσε ή δεν θέλησε να πάρει ισχυρότερη θέση ως προς τον Σόιμπλε, ο οποίος δεν σκεφτόταν καθαρά όταν πρότεινε ότι θα ήταν επιθυμητό για την Ελλάδα να φύγει από την ευρωζώνη.
Ηταν επικίνδυνη ιδέα, θα ήταν καταστροφή για την Ελλάδα, τη Γερμανία, την ευρωζώνη. Ξεπέρασε τα όρια και δεν νομίζω ότι είχε ποτέ τη στήριξη της Μέρκελ σε αυτό».
Υπήρξε άλλη κομβική στιγμή; «Τέλη Μαρτίου του 2012, όταν αγωνιζόμασταν να συμφωνήσουμε στις τελικές λεπτομέρειες και οι αγορές ήταν όλο και πιο ανυπόμονες, είχαμε συνάντηση στις Βρυξέλλες με τον Λουκά Παπαδήμο, τον Ζαν – Κλοντ Γιούνκερ, εκπροσώπους του Eurogroup.
Παπαδήμος και Γιούνκερ έπαιξαν κεντρικό ρόλο. Το ΔΝΤ ήταν αργό στον υπολογισμό της αναλογίας εξυπηρέτησης χρέους για τις διάφορες επιλογές που συζητούσαμε, αλλά είχα έναν συνάδελφο που τον έκανε γρήγορα, και τελικά ο Γιούνκερ αποφάσισε να δεχτεί τους δικούς μας υπολογισμούς και να μην περιμένουμε το ΔΝΤ.
Ετσι συμφωνήσαμε εκείνο το πρωί. Ηταν πολύ σημαντικό ότι ο Παπαδήμος ανέλαβε πρωθυπουργός τον Νοέμβριο του 2011. Λυπήθηκα βέβαια για την άτακτη αποχώρηση του Παπανδρέου. Ηταν σοβαρό λάθος να προτείνει δημοψήφισμα», επισημαίνει.