Οτι η ηλικία του Τζο Μπάιντεν, τα 81 του χρόνια, θα ήταν το νούμερο 1 όπλο των Ρεπουμπλικανών, και αυτού του «MAGA τείχους» που έχουν φροντίσει να χτίσουν στα σόσιαλ μίντια, θεωρούνταν ήδη δεδομένο – πριν καν μάθουμε ότι μπέρδεψε τον Μακρόν με τον Μιτεράν, τον Κολ με τη Μέρκελ, και την Αίγυπτο με το Μεξικό.
Ολες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν, από καιρό, πως η ηλικία του αμερικανού προέδρου είναι το πιο τρωτό του σημείο.
Εκείνο που ίσως δεν ανέμεναν όσοι δεν έχουν συνειδητοποιήσει πόσο «βρώμικα» παίζουν οι Τραμπ και Σία, είναι να συμπεριλάβει ένας υποτίθεται ανεξάρτητος ειδικός εισαγγελέας στο πόρισμά του για τα διαβαθμισμένα έγγραφα, από την περίοδο της αντιπροεδρίας του, που βρέθηκαν στην κατοικία και ένα γραφείο του Μπάιντεν, μία κρίση για τη γνωστική του ικανότητα – λέγοντας, ουσιαστικά, πως αποφάσισε να μην ασκηθούν διώξεις εις βάρος του επειδή είναι ένας «ηλικιωμένος με ασθενή μνήμη».
Ο (διορισμένος από τον Ντόναλντ Τραμπ) Ρόμπερτ Χερ, βέβαια, δεν είναι νευρολόγος, ούτε διαθέτει τις απαραίτητες γνώσεις για να αναλύσει τη διανοητική οξύτητα κάποιου, διατεταγμένη υπηρεσία εκτελούσε. Και ως επιστήμονες, οι νευρολόγοι αποφεύγουν να κάνουν διαγνώσεις εκ του μακρόθεν. Εχουν όμως μερικά χρήσιμα πράγματα να πουν, για τη μνήμη, και τη σχέση της με τη γήρανση, που μας αφορούν όλους.
Καταρχήν, λέει στον εξιδεικευμένο ιστότοπο Statnews ο Τζόελ Κράμερ, καθηγητής νευροψυχολογίας στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, δεν υπάρχουν αυστηροί και σταθεροί κανόνες για το πώς αλλάζει η μνήμη μας με τα χρόνια.
Ναι, κατά μέσο όρο, ένας 80άρης δεν έχει τόσο καλή μνήμη όσο ένας 60άρης, ο οποίος δεν έχει τόσο καλή μνήμη όσο ένας 40άρης. Αλλά αυτές είναι γενικές τάσεις, δεν είναι δεδομένο ότι ένας συγκεκριμένος 80άρης θα έχει λιγότερο καλή μνήμη από τον μέσο 40άρη.
Κι έπειτα, γράφει στους «New York Times» ο Χάραν Ρανγκάνατ, διευθυντής του Εργαστηρίου Δυναμικής Μνήμης στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, υπάρχει «ξεχνάω» και υπάρχει «Ξεχνάω». Αλλο το να μην μπορείς να ανασύρεις από τη μνήμη σου μια ημερομηνία ή ένα όνομα, κι άλλο να μην έχεις μνήμες του τι συνέβη ή με ποιον.
Το να μπερδεύει κάποιος τα ονόματα δύο ηγετών, όπως έκανε δημοσίως ο Μπάιντεν, ή να μην μπορεί να θυμηθεί από πότε μέχρι πότε ήταν αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, όπως κατήγγειλε ο Ρόμπερτ Χερ, εμπίπτει σύμφωνα με τον αμερικανό ειδικό στην πρώτη κατηγορία, όχι στη δεύτερη.
Μερικές δημόσιες στιγμές δεν αρκούν για να κρίνουμε τη γνωστική ικανότητα ενός ανθρώπου.
Επιπλέον, το στρες, όπως και η έλλειψη ύπνου, μπορεί να επηρεάσουν τη μνήμη, ανεξαρτήτως ηλικίας. Ο ίδιος ο Μπάιντεν είπε πως μίλησε για πέντε ώρες με τον Χερ λίγο μετά την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ, ενώ είχε να διαχειριστεί μία μείζονα κρίση. Κι ας μην ξεχνάμε πως δεν ήταν ποτέ καλός ρήτορας, μικρός μάλιστα τραύλιζε, και ήταν ανέκαθεν γνωστός ως (χαριτωμένα) «γκαφατζής».
H άποψη που σχηματίζει το κοινό για τη γνωστική ικανότητα ενός δημόσιου προσώπου, επισημαίνει ο Χάραν Ρανγκάνατ, καθορίζεται συχνά από επιφανειακούς παράγοντες, όπως είναι η φυσική του παρουσία, η αυτοπεποίθηση και η ευχέρεια λόγου του, αυτά όμως δεν είναι απαραίτητα αποκαλυπτικά της ικανότητάς του να λαμβάνει σημαντικές αποφάσεις, εν προκειμένω για την πορεία της χώρας του και του κόσμου.
Η μνήμη παίζει σίγουρα ρόλο, όμως άλλα χαρακτηριστικά, όπως η γνώση των γεγονότων και η ρύθμιση του συναισθήματος – αμφότερα από τα οποία διατηρούνται ή και βελτιώνονται με την ηλικία – έχουν ίση ή και ακόμη μεγαλύτερη σημασία.
«Υπάρχει ένα είδος συναισθηματικής ευφυΐας και ικανότητας διαχείρισης πολλών διαφορετικών τύπων εμπειριών στη ζωή που έρχονται με τα χρόνια», προσυπογράφει, μιλώντας στο NBC News, o δρ Ντένις Σέλκο, συνδιευθυντής του Κέντρου Νευρολογικών Ασθενειών στο Νοσοκομείο Μπρίγκχαμ και Γυναικών της Βοστώνης.
«Οι άνθρωποι μπορούν να λαμβάνουν αποφάσεις πιο προσεκτικά και πιο ορθολογικά». «Πριν από μερικά χρόνια», επισημαίνει από την πλευρά του ο Τζόελ Κράμερ, «κυκλοφόρησε μία σπουδαία έρευνα για τους πιλότους επιβατικών αεροσκαφών, που έδειξε πως οι μεγαλύτεροι σε ηλικία πιλότοι έχουν βραδύτερα αντανακλαστικά, αναμφισβήτητα, αλλά περισσότερη εμπειρία και καλύτερη κρίση».
Ο,τι και να λένε οι ειδικοί, βέβαια, γεγονός παραμένει πως, σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση των Reuters/Ipsos, ένα 78% των Αμερικανών, συμπεριλαμβανομένου του 71% των Δημοκρατικών ψηφοφόρων, θεωρούν ότι ο Μπάιντεν είναι πολύ μεγάλος για να διοικεί.
Ο Τραμπ είναι βέβαια μόλις τριάμισι χρόνια μικρότερος, έχει μπερδέψει με τη σειρά του τη Νίκι Χέιλι με τη Νάνσι Πελόζι, ενώ έχει ισχυριστεί πως χρειάζεσαι εκλογικό βιβλιάριο για να αγοράσεις μια φρατζόλα ψωμί.
Υποστηρίζει επίσης πως του έκλεψαν την εκλογική του νίκη το 2020, πως όλοι οι δικαστικοί μπελάδες του είναι ένα πολιτικό κυνήγι μαγισσών, πως θα γίνει δικτάτορας, αλλά «μόνο την πρώτη μέρα» της προεδρίας του, και άλλα, ακόμη χειρότερα.
Αντί όμως να επικεντρωνόμαστε εκεί όπου θα έπρεπε, η επιλογή ανάμεσα στη δημοκρατία και την ανελευθερία παρουσιάζεται πλέον ως μία επιλογή ανάμεσα στη γεροντική άνοια και την παραφροσύνη – και οι ψηφοφόροι του Τραμπ δεν νοιάζονται για το πώς αυτός χαρακτηρίζεται, όπως γράφει χαρακτηριστικά στην «El Pais» ο Φερνάντο Βαλεσπίν, «προτιμούν να αναλάβει ένας νάρκισσος ψυχοπαθής τα ηνία από το να κυβερνούν οι Δημοκρατικοί».
Κάποιοι θεωρούν πως, αφήνοντας τον 81χρονο Μπάιντεν να διεκδικήσει εκ νέου την προεδρία, οι Δημοκρατικοί έπεσαν σε μια παγίδα που θα έπρεπε να είχαν αποφύγει, άλλοι αντιτάσσουν πως ο Δημοκρατικός πρόεδρος είναι ο μόνος που μπορεί να κερδίσει τον Τραμπ. Μεγάλη συζήτηση, που θα κριθεί τελικά στις κάλπες.