«Η Ρωσία είναι η χώρα μου, η Μόσχα είναι η πόλη μου, μου λείπουν»: με αυτές τις λίγες λέξεις ο Αλεξέι Ναβάλνι, ο πιο σκληρός και επικίνδυνος αντίπαλος που γνώρισε ο Βλαντίμιρ Πούτιν στις δεκαετίες της απολυταρχικής εξουσίας του, είχε προαναγγείλει την επιστροφή στην πατρίδα του έπειτα από την απόπειρα δολοφονίας του από ρώσους πράκτορες από την οποία ως εκ θαύματος είχε επιβιώσει. Τότε είχε επιτευχθεί η μεταφορά του στο Βερολίνο και είχε ανιχνευθεί το αγαπημένο δηλητήριο των ρωσικών υπηρεσιών «νόβιτσοκ». Μαζί με την επιστροφή του, αν και μόλις είχε γλιτώσει από περίπου βέβαιο θάνατο, ο Ναβάλνι είχε προαναγγείλει και το τέλος του, κάτι που ασφαλώς γνώριζε ότι αργά ή γρήγορα ήταν μοιραίο να επέλθει με την απόφασή του να επιστρέψει στο στόμα του λύκου, όπως και συνέβη τελικά την περασμένη εβδομάδα στη φυλακή του στη Σιβηρία, τον αγαπημένο τόπο εκκαθάρισης αντικαθεστωτικών όλων των ρωσικών εξουσιών. Οι ηγεσίες και οι λαοί της Δύσης δείχνουν τον Πούτιν ως δολοφόνο, το Κρεμλίνο δήθεν δεν γνωρίζει το παραμικρό, όμως οι ρωσικές ειδικές δυνάμεις συλλαμβάνουν εκατοντάδες διαδηλωτές και μαζεύουν ακόμα και τα λουλούδια που αφήνουν οι πολίτες στη μνήμη του.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση των Αρχών είχε βγει μία βόλτα, ένιωσε αδιαθεσία και λίγο μετά πέθανε. Αυτό ήταν όλο. Και ας υπάρχει βίντεο που τον δείχνει σε πολύ καλή κατάσταση στη φυλακή την προηγούμενη ημέρα. Κι ας μην υπάρχει καμία αιτιολόγηση αυτού του ξαφνικού θανάτου, εκτός από το γεγονός ότι ο Ναβάλνι ήταν διαχρονικό πρόβλημα για τον Πούτιν ακόμα και εν μέσω πολέμου από το κελί της φυλακής: όταν άρχισε η επίθεση στην Ουκρανία κάλεσε τους Ρώσους να αντισταθούν. Και πράγματι, για ένα διάστημα, υπήρξαν κάποιες αντιδράσεις που ξεκίνησαν και από τη δική του παρότρυνση, τις οποίες όμως το καθεστώς κατέπνιξε.
Ο Ναβάλνι ήταν ένας παγκόσμιος ήρωας της ελευθερίας σαν εκείνους για τους οποίους διαβάζει κανείς στα βιβλία, όμως πολύ σπάνια μπορεί να τους δει να υπάρχουν σε πραγματικό χρόνο, τουλάχιστον όχι σε κοινωνίες που έχουν ξεφύγει από τις απολυταρχίες. Ομως η Ρωσία δεν έχει. Για την ακρίβεια μάλιστα, ούτε μία ημέρα στη μακραίωνη ιστορία της δεν είχε την ευτυχία να καταστεί γνήσια δημοκρατία. Και αυτό σημαίνει ότι η προφύλαξη και η διατήρηση αυτού του καθεστώτος δεν σταματούν μπροστά σε τίποτα, όπως άλλωστε συνέβαινε και όταν στο Κρεμλίνο δέσποζαν τα σοβιετικά σύμβολα, ή όταν στην Αγία Πετρούπολη δέσποζαν τα εμβλήματα των Ρομανόφ. Είναι κάτι σαν παραλλαγές του ίδιου θέματος: πώς να καταπιέζεις έναν σπουδαίο λαό και να ελέγχεις πλήρως προς ιδία εκμετάλλευση μία τεράστια χώρα με όλων των ειδών τα συστήματα και με κάθε τρόπο.
Ο Πούτιν και οι επιτελείς του απαράλλακτα τυραννικού ρωσικού καθεστώτος που δεν το αγγίζουν παρά μόνον σε επίπεδο εικόνας οι εξελίξεις του χρόνου, δεν νιώθουν βέβαια την παραμικρή ανάγκη να λογοδοτήσουν σε κανέναν γι’ αυτή την πολιτική δολοφονία και δεν πρόκειται να το πράξουν. Ποιος μπορεί να τους το επιβάλλει άλλωστε; Μία μέρα πριν απ’ τη δολοφονία ο ρώσος πρόεδρος κατακεραύνωνε και απειλούσε τηλεοπτικά τη Δύση με κάποιους να παρατηρούν ότι μιλούσε φορώντας ιταλικό κοστούμι αξίας 8.000 ευρώ.
Το 2020, ένα χρόνο πριν από την απόπειρα δολοφονίας του Ναβάλνι, οι επερχόμενες τότε εκλογές προφανώς απασχολούσαν τον Πούτιν αν και ουδείς πίστευε ότι από αυτές κινδύνευε να χάσει την εξουσία. Αναμφίβολα όμως τον ανησυχούσε η ιδέα του Ναβάλνι να δημιουργηθεί ένα εναλλακτικό σύστημα ψηφοφορίας. Κάτι που σε συνδυασμό με την τεράστια επίδρασή του στη ρωσική κοινή γνώμη, που φάνηκε ξανά, ήταν πιθανό τελικά να γινόταν πραγματικότητα. Τότε, το απέτρεψε το δηλητήριο. Ομως ο Πούτιν ουδέποτε θα επέτρεπε να συμβεί. Ούτε τότε, ούτε τώρα, ούτε ποτέ. Ούτε και η φοβερή Σιβηρία άλλωστε, από την οποία δεν υπάρχει επιστροφή.