Η εξεταστική περίοδος χάθηκε στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ, δηλαδή εκατοντάδες φοιτητές καλούνται τώρα να καταβάλουν το κόστος των καταλήψεων με το πολυτιμότερο νόμισμα που διαθέτουν, τον χρόνο τους. Οι χασομέρηδες που κάνουν τις καταλήψεις επέβαλαν τελικά το δικό τους στους άλλους και θα χάσουν τον χρόνο τους όλοι μαζί. Συντροφικά και αλληλέγγυα, όπως θα έλεγαν οι ίδιοι.

Το περισσότερο εξοργιστικό όμως είναι ο τρόπος με τον οποίο οι καθηγητές της σχολής παρουσιάζουν το ζήτημα, δήθεν ως μάθημα για τους καταληψίες. «Για να τους γίνει μάθημα» έλεγε ανωνύμως κάποιος ιθύνων, εννοώντας τους καταληψίες. Το ακούς από αρκετούς καθηγητές που μιλούν στα ΜΜΕ για το θέμα ότι η άρνηση της σχολής να κάνει διαδικτυακά τις εξετάσεις ήταν απόφαση που είχε σκοπό να πιέσει τους καταληψίες, ώστε να υποχωρήσουν και να λήξει η κατάληψη. Βεβαιώνουν, δε, ότι είναι τελείως αντίθετοι με την κατάληψη και ότι δεν συμφωνούν με παράνομες μεθόδους. Νομική διδάσκουν, στο κάτω κάτω, αλίμονο αν έλεγαν το αντίθετο. Η αντίθεσή τους όμως περιορίζεται στα λόγια, γιατί με τις πράξεις στηρίζουν εμμέσως τους καταληψίες, διευκολύνοντας τους σκοπούς τους.

Καταπλήσσει όχι τόσο η υποκρισία του ισχυρισμού ότι η άρνηση των καθηγητών δήθεν πλήττει τους καταληψίες όσο η προχειρότητα με την οποία εκδηλώνεται. Διότι είναι προφανές ότι οι καταληψίες δεν δίνουν δεκάρα για την τύχη της εξεταστικής. Προτεραιότητά τους δεν είναι οι σπουδές, για αυτούς οι σπουδές είναι το μέσον για την πολιτική δράση. Επιδιώκουν τη ματαίωση της εξεταστικής διότι συμφωνούν με τη φιλόσοφο της Αριστεράς που είπε ότι «η κανονικότητα δεν είναι ποτέ ευκαιρία για την Αριστερά». Αν κάποιοι πλήττονται από την απώλεια της εξεταστικής είναι οι κανονικοί φοιτητές, εκείνοι δηλαδή που προτάσσουν τις σπουδές τους. Αυτοί είναι τα θύματα της υπόθεσης και ουδείς άλλος. Σε ποιον, επομένως, δίνουν το «μάθημα» οι καθηγητές όταν αποφασίζουν να μη γίνουν διαδικτυακές οι εξετάσεις; Να το θέσω διαφορετικά, γιατί ίσως δεν έγινα αντιληπτός: ποιον νομίζουν ότι κοροϊδεύουν;

ΗΣΥΧΑΣΑΜΕ

Και τώρα τι; Ποιο είναι το επόμενο βήμα μετά το συλλαλητήριο στο Σύνταγμα με τα τρακτέρ; Δικαιολογημένο εν πολλοίς το ερώτημα, που ακουγόταν χθες, εσφαλμένο όμως. Δεν έχει κάτι άλλο, παιδιά, αυτό ήταν. Καταλαβαίνω την απογοήτευση όσων ονειρεύονται μια δεινή ήττα της κυβέρνησης, που θα φέρει τον Κυριάκο Μητσοτάκη στα όρια που επιτρέπουν να υπόκειται στον έλεγχό τους, αλλά δεν πρόκειται να είναι από τους αγρότες. Θα ακουστούν διάφορα, για τα προσχήματα κυρίως, ότι δήθεν ο αγώνας δεν θα σταματήσει και άλλα ηχηρά παρόμοια, η πραγματικότητα όμως είναι ότι το θέμα έκλεισε συμβιβαστικά και για τις δύο πλευρές: η κυβέρνηση έδωσε ό,τι μπορούσε, οι αγρότες τα δέχτηκαν και έφυγαν.

Λύθηκε το πρόβλημα; Οχι, βέβαια! Κοροϊδεύουμε; Αλλά δεν ήταν ποτέ ο σκοπός να λυθεί το πρόβλημα (τα προβλήματα, μάλλον) των αγροτών. Σκοπός ήταν να γίνει η σωστή διαχείριση της οργής τους, δηλαδή χωρίς έκτροπα και ακρότητες, για να επικρατήσει ένα ελάχιστο λογικής (έναντι ανταλλαγμάτων, εννοείται) και να εκτονωθεί η κρίση επί του παρόντος. Μέχρι να παρουσιαστεί ξανά, δηλαδή του χρόνου ή σε δύο χρόνια. Δεν είναι κυνισμός να αναγνωρίζεις ότι στην πολιτική υπάρχουν προβλήματα τα οποία λύνονται και προβλήματα που δεν λύνονται – τουλάχιστον μέσα σε αυτό που ονομάζουμε προβλεπτό μέλλον.

Είναι ρεαλισμός να διακρίνεις ανάμεσα στα δύο, να καταλαβαίνεις τι επιδέχεται λύση οριστική και τι χρειάζεται μακροπρόθεσμη στρατηγική ελέγχου της κατάστασης επειδή δεν έχει θεραπεία. (Εννοείται ότι μιλώ αποκλειστικά για τα δεδομένα μιας σύγχρονης δημοκρατίας της Δύσης – στα αυταρχικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα περιορισμοί δεν ισχύουν. Εκεί, λ.χ., εξοντώνεις του κουλάκους ή τους Εβραίους χωρίς να δίνεις λογαριασμό.) Το πρόβλημα της αγροτικής παραγωγής στην Ελλάδα και γενικότερα στην Ευρώπη ανήκει στην κατηγορία εκείνων που δεν λύνονται. Οποιος υποστηρίζει το αντίθετο είτε κοροϊδεύει εκείνους που τον ακούν είτε το λέει επειδή είναι καθηγητής και είναι η δουλειά του να το λέει, διότι επί χάρτου όλα λύνονται διά παντός.