Αμερικάνικο ή ελληνικό όνειρο; Ή μήπως αμερικάνικο όνειρο με ελληνική αξιολόγηση; Κάτι σαν cheesecake με τουλουμοτύρι Μυκόνου δηλαδή. Η περίπτωση του Στέφανου Κασσελάκη έχει και τα δύο.
Το «τίποτα δεν είναι αδύνατον» των ΗΠΑ που σημαίνει, χονδρικά, ότι οι ικανότητες, η προσπάθεια και οι φαεινές ιδέες μπορούν να υπερβούν άλλου είδους οικονομικά ή ταξικά εμπόδια. Κι εκείνο το ελληνικό χαρακτηριστικό που αποτυπώνεται εξαιρετικά στη φράση που επαναλάμβανε ο Κώστας Βουτσάς στην ταινία «Ενα έξυπνο μούτρο» του Γιάννη Δαλιανίδη: «Είναι να μην τρουπώσω. Αμα τρουπώσω, τρούπωσα».
Κάπως έτσι τρούπωσε ο Στέφανος Κασσελάκης στην πολιτική ζωή του τόπου.
Και δεν λέω μόνο στον ΣΥΡΙΖΑ διότι ο αρχηγός της, έστω και τυπικά, αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν μπορεί παρά να «ξεβάφει» και στο γενικό πολιτικό τοπίο μίας χώρας.
Αν και εδώ που τα λέμε, ούτε αυτό κατάφερε τελικά. Ή, τουλάχιστον, με τον συμβατικό τρόπο. Ο ΣΥΡΙΖΑ, από τότε που ταύτισε τη μοίρα του με τον νέο πρόεδρό του, δεν νομίζω ότι στη συνείδηση του κόσμου, ακόμη και του δικού του, ταυτίζεται με την έννοια της αντιπολίτευσης αλλά με το «υπερθέαμα Κασσελάκη». Κάτι σαν ρεβί πίστας που έλεγαν παλιά. Κι αυτό είναι το χειρότερο. Δεν νοείται Δημοκρατία χωρίς αντιπολίτευση.
Και δεν εννοώ σόου αντιπολίτευσης, από αυτό έχουμε άφθονο. (Ακόμη και αυτό το «Εμείς είμαστε οι μόνοι που κάνουμε αντιπολίτευση» που λέει ο πρόεδρος – έτσι, χωρίς να το τεκμηριώνει – στο προσυνεδριακό βίντεο με τα μαστορέματα, σε αυτό το σόου εντάσσεται). Εννοώ σοβαρή κυβερνητική αντιπρόταση.
Το πιο σωστό, ίσως το μόνο σωστό, που έχει πει ο Κασσελάκης από τότε που απέκτησε δημόσιο λόγο, είναι το προχθεσινό στο
LSE: «Αν οι δομές του ΣΥΡΙΖΑ λειτουργούσαν σωστά, δεν θα είχα εκλεγεί πρόεδρος». Ακριβώς.
Μετά τις εκλογές Μαΐου και Ιουνίου, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης τελούσε σε μια κατάσταση σοκ, σε μια «ψυχολογία» που παρέπεμπε σε εγκαταλελειμμένη περσινή αρραβωνιαστικιά και όχι σε κόμμα που είχε χάσει εκλογές (αν σκέφτονταν ανάλογα, για παράδειγμα, στο ΠΑΣΟΚ, μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου 2015, θα έπρεπε να πηδάνε απ’ τις βεράντες στου Ζαλόγγου τη μεριά που έγραφε και ο Ρασούλης).
Ηταν η στιγμή που τέλειωνε ένα ελληνικό όνειρο, αυτό που είχε αρχίσει το 2012. Το όνειρο μιας «δρακογενιάς» που τρούπωσε στην εξουσία βοηθούντων των συγκυριών και νόμιζε ότι την παντρεύτηκε. Ο Τσίπρας αποχώρησε, τα «ορφανά» του κοιτούσαν το κενό. Και τότε έσκασε το αμερικάνικο όνειρο. Ξεκάλτσωτο και με slim fitπουκάμισα. Μέσα στη βαθιά πολιτική μελαγχολία θεωρήθηκε λύση υπεράνω δομών. Κι ύστερα ήρθαν οι μέλισσες.
Ο Στέφανος Κασσελάκης έσκασε σαν τον θείο από την Αμερική που ήρθε να μοιράσει καθρεφτάκια στους ιθαγενείς συγγενείς του. Ούτε ο ίδιος πίστευε, νομίζω, ότι θα ήταν τόσο εύκολο. Η φωτογένεια (διότι περί φωτογένειας πρόκειται, όχι περί επικοινωνιακού χαρίσματος) κέρδισε τον στοιχειώδη πολιτικό λόγο και κάθε επίφαση κομματικού πολιτισμού. Εγκαταστάθηκε στην Κουμουνδούρου ως αυτοκράτορας – δεν ξέρω μήπως, στα κρυφά, απέναντι από τον καθρέφτη του φοράει και στέμμα.
Τον Κασσελάκη μην τον κλαις
Δεν νομίζω ότι, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, ο Κασσελάκης θα μακροημερεύσει. Διότι, έστω και ποιητική αδεία, «εδώ είναι Βαλκάνια, δεν είναι παίξε γέλασε». Το στοίχημα όμως το κέρδισε. Απέδειξε ότι όλα είναι πιθανά όταν μία παράταξη βουλιάζει στη βαθιά, μελαγχολική, βαλκάνια εσωστρέφειά της. Να εναποθέσει τις ελπίδες της σε ένα πολιτικό, χαριτωμένο «τίποτα».
Μετά την απομάκρυνσή του όμως, όποτε γίνει αυτή, τον περιμένει λαμπρή καριέρα στο Αμέρικα. Θα δίνει συνεντεύξεις σε φόρα και πανεπιστήμια με το πρόσημο του πρώην αρχηγού της Αριστεράς στην Ελλάδα. Θα επαναλαμβάνει ανοησίες όπως το ότι ο Μπάτμαν ήταν αριστερός αλλά ποιος νοιάστηκε. Μπορεί να πουλήσει τα δικαιώματα ώστε η εμπλοκή του με την πολιτική να γίνει ταινία. Μην πω ότι τον βλέπω να παίζει και σε ένα ακόμη σίκουελ του My big fat Greek wedding της Βαρντάλος. Θα πηγαίνουν μαζί με τον Τάιλερ σε τοκ σόου. Ο δε Τάιλερ ίσως γράψει και βιβλίο με ελληνικές συνταγές. Ισως…