Τώρα, για να πω την αλήθεια, δεν ξέρω για ποιο ακριβώς βουνό πρόκειται. Μπορεί να είναι ο Ολυμπος, μπορεί ο Κίσσαβος, μπορεί η Γκιώνα. Τέλος πάντων, σε κάποιο βουνό κατοικοεδρεύει μια κυβέρνηση, ένα ιερατείο, το ελληνικό υποκατάστημα μίας συμπαντικής μαφίας. Που έχει την απόλυτη δύναμη –από πού δεν ξέρω– να μας χειραγωγεί. Ετσι στην ψύχρα. Πρώτα απ’ όλα εμάς τους δημοσιογράφους. Μη βλέπετε που τόσα χρόνια δεν το έχει ομολογήσει ουδείς. Είναι το βίτσιο μας να μας καπιστρώνουν. Στη συνέχεια, επιδίδεται σε συνωμοσίες εναντίον του ελληνικού λαού. Μας ψεκάζουν, μας φιμώνουν, μας υπαγορεύουν, μας επιβάλουν, δεν ξέρω μήπως μας κάνουν και λοβοτομές με ψαλιδάκια. Βασικά επειδή είμαστε ο εξυπνότερος λαός του κόσμου άρα είμαστε επικίνδυνοι και ενοχλητικοί για κάθε εξουσία και για κάθε χούντα. Διότι το υποχείριο αυτής της μυστικής κυβέρνησης του βουνού είναι η εκλεγμένη χούντα που μας κυβερνά.
Σε ένα φανταστικό σενάριο τύπου Goodbye Lenin που εκτυλίσσεται στη σύγχρονη Ελλάδα, κάποιος που θα «επέστρεφε» ύστερα από κώμα χρόνων, άνετα θα πίστευε, ύστερα από ένα σεργιάνι στην ειδησεογραφία, ότι συμβαίνουν όσα, περίπου, περιγράφω παραπάνω. Είναι αυτός ο τρίτος πληθυντικός, που περιγράφει το αόριστο, το απειλητικό, αυτό το γενικό που λέμε «σύστημα» και καλλιεργεί την εθνική μας εχθροπάθεια. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για έναν ηθικό μικρομεγαλισμό, το να νομίζει δηλαδή κάποιος ότι, προσωπικά αυτός, είναι στόχος μίας αόρατης υπερδύναμης γενικά, της κάθε κυβέρνησης ειδικά.
Είναι μια νοοτροπία που διαπερνά οριζόντια την κοινωνία, υπερβαίνει την παιδεία ή την κοινωνική νοημοσύνη του καθένα και μπορεί να κάνει σοβαρούς ή συμπαθείς ανθρώπους να μιλούν και να συμπεριφέρονται σαν «παλαιοχριστιανοί». Το βλέπω να συμβαίνει εδώ και δύο εβδομάδες με τον ηθοποιό Πάνο Βλάχο και τον σκηνοθέτη Σωτήρη Τσαφούλια. Με καλό αποτύπωμα ο καθένας στη δουλειά του αλλά, συγχρόνως, με έναν μικρομεγαλισμό που, στην τελική, τους αδικεί. Η ιστορία ξεκίνησε από τον γνωστό πλέον στίχο στον οποίον ο Βλάχος αναφερόταν στον Αδωνη Γεωργιάδη και τον Αρη Πορτοσάλτε.
Η ενόχληση των αναφερόμενων ερμηνεύθηκε από τον ηθοποιό και τον απολογητή του σκηνοθέτη ως φίμωση της Τέχνης γενικά. Αστραψαν και βρόντηξαν με δηλώσεις και παρεμβάσεις. Ο κύριος Βλάχος μας είπε ότι του παίρνουμε τις λέξεις – ποιοι ακριβώς δεν διευκρίνισε. Σε όλους ανήκουν οι λέξεις, δεν υπάρχουν τίτλοι ιδιοκτησίας. Απλά, ο τρόπος χρήσης τους μπορεί και να εμπίπτει στη Δικαιοσύνη. Τι να κάνουμε; Να καταργήσουμε τη Δικαιοσύνη, το δικαίωμα να υπερασπίζεται κάποιος τον εαυτό του; Ο δε κύριος Τσαφούλιας θεώρησε ότι το «να προσέχουμε τι λέμε» που ειπώθηκε για τον προστατευόμενό του μπορεί να οδηγήσει στο να αποσύρουμε τη Μήδεια μήπως και κάποια γυναίκα σκοτώσει τα παιδιά της για να εκδικηθεί τον άνδρα της. Δηλαδή ότι ο λόγος του Ευριπίδη και του Βλάχου έχουν την ίδια ούγια, την ίδια στόφα, το ίδιο ειδικό βάρος. Δεν είναι κρίμα άνθρωποι που θα μπορούσαν στο μέλλον να αποκτήσουν ένα κάποιο μέγεθος να συρρικνώνονται από μόνοι τους; Εκτός κι αν είναι προβοκάτσια της αόρατης κυβέρνησης του βουνού. Αυτής που μας βάζει να ασχολούμαστε με τον Βλάχο, για να μην ασχολούμαστε με τα Τέμπη. Τσαφούλιας speaking.