«Οι ροές από την Ανατολική Λιβύη παραμένουν μικρές, όμως με δεδομένη την κατάσταση εκεί, την οικονομική κρίση στην Αίγυπτο και την ευρύτερη αναταραχή, δεν μπορεί παρά να υπάρχει ένας έντονος προβληματισμός», δηλώνει στα «ΝΕΑ» ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Δημήτρης Καιρίδης, αποκλείοντας, ωστόσο, μία προσφυγική κρίση όπως αυτή του 2015.
Τελευταία καταγράφεται μείωση των ροών από τις «δημοφιλείς» μεταναστευτικές οδούς. Την ίδια στιγμή, υπάρχει μια αυξημένη κινητικότητα από τα παράλια της Λιβύης προς τα νότια της Κρήτης… Φοβάστε ένα νέο προσφυγικό κύμα;
Η Ελλάδα δεν πρόκειται να ξαναζήσει τη μεγάλη προσφυγική κρίση της περιόδου 2015-2016. Ο λόγος είναι απλός και έχει να κάνει τόσο με τη διαφορετική πολιτική που ακολουθούμε σε σχέση με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, όσο και με το γεγονός ότι σήμερα είμαστε πολύ καλύτερα εφοδιασμένοι, με τα κατάλληλα εργαλεία, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, για να αποσοβήσουμε μια τέτοια κρίση. Ο ελληνικός λαός μπορεί και πρέπει να αισθάνεται σίγουρος και ασφαλής.
Ωστόσο, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το διεθνές περιβάλλον είναι εξαιρετικά αρνητικό και επιβαρύνεται διαρκώς ολοένα και περισσότερο. Στην Ουκρανία, ο ουκρανικός στρατός βρίσκεται σε υποχώρηση και υπάρχουν φόβοι για νέα προσφυγικά ρεύματα προς την Ευρώπη από εκεί, η Μέση Ανατολή φλέγεται, όπως και μεγάλο μέρος της Υποσαχάριας Αφρικής, με κεντρικό σημείο προβληματισμού, πέρα από τη Γάζα, τον αιματηρότατο εμφύλιο στο Σουδάν και τη γιγάντωση, ως εκ τούτου, των προσφυγικών ροών από εκεί.
Κατά συνέπεια, χρειάζεται διαρκής εγρήγορση καθώς η Ελλάδα είναι από τις πολύ λίγες χώρες στην Ευρώπη που μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπη με πολλαπλούς μεταναστευτικούς διαδρόμους, όπως είναι ο ανατολικός μεσογειακός διάδρομος από την Τουρκία αλλά και ο κεντρικός μεσογειακός διάδρομος από τη Λιβύη. Οι ροές από την Ανατολική Λιβύη παραμένουν μικρές, όμως με δεδομένη την κατάσταση εκεί, την οικονομική κρίση στην Αίγυπτο και την ευρύτερη αναταραχή, δεν μπορεί παρά να υπάρχει ένας έντονος προβληματισμός. Ηδη, λαμβάνουμε μια σειρά από μέτρα που περιλαμβάνουν τη συνεργασία με την Αίγυπτο και τους ευρωπαίους εταίρους μας, αλλά και την επιτάχυνση των επιστροφών ώστε να σταλεί ισχυρό μήνυμα αποτροπής στα δίκτυα των διακινητών. Να θυμίσω ότι ήδη, από το περασμένο καλοκαίρι, ο έλληνας Πρωθυπουργός μίλησε ενδεχομένως για μια κοινή ευρωπαϊκή ναυτική επιχείρηση στα ανοιχτά των λιβυκών ακτών, μια πρόταση που θα επανέλθει αν χρειαστεί.
Αυτή την περίοδο βλέπουμε συνεννόηση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας όσον αφορά το Μεταναστευτικό. Αυτή η καλή συνεργασία θα αποτυπωθεί και επιχειρησιακά;
Η συνεργασία Ελλάδας – Τουρκίας αποτελεί τον καλύτερο δρόμο για την αποτελεσματική διαχείριση του Μεταναστευτικού και την καταπολέμηση της παράνομης διακίνησης. Δυστυχώς, στο παρελθόν, η Τουρκία όχι μόνο δεν συνεργάστηκε αλλά επιχείρησε να εργαλειοποιήσει το πρόβλημα. Απέτυχε, χάρη στη σθεναρή αντίδραση της Ελλάδας τον Μάρτιο του 2020. Σήμερα, τα πράγματα έχουν αλλάξει και, από τον Σεπτέμβριο του 2023 και μετά, έχουμε ξεκινήσει μια ολοένα και καλύτερη συνεννόηση που αποτυπώνεται τόσο επιχειρησιακά, όσο και με τη μεγάλη μείωση των ροών το τελευταίο τετράμηνο, πάνω από 70% σε σχέση με τα υψηλά του περασμένου Σεπτεμβρίου.
Ηδη, στο χερσαίο σύνορο στον Εβρο η κατάσταση έχει θεαματικά βελτιωθεί, αλλά προφανώς υπάρχουν περισσότερες δυσκολίες στη θάλασσα, στο Ανατολικό Αιγαίο. Θέλω να επισημάνω ότι ο νέος υπουργός Εσωτερικών της Τουρκίας, Αλί Γιερλίκαγια, κατανοεί το πρόβλημα της παράνομης μετανάστευσης και για την ίδια την Τουρκία και έχει αποδείξει μια καλοδεχούμενη διάθεση συνεργασίας.
Εχετε δηλώσει πως το «στοίχημα» είναι πλέον η νόμιμη μετανάστευση;
Η επικαιρότητα κυριαρχείται από την παράνομη μετανάστευση, τις προσφυγικές ροές, τα κέντρα υποδοχής στα νησιά και τις διαδικασίες ασύλου. Ομως η πραγματικότητα είναι ότι δίπλα στο πρόβλημα της παράνομης διακίνησης που χρήζει διαρκούς και αυστηρής αντιμετώπισης, υπάρχει και ένα άλλο πρόβλημα που απασχολεί την παραγωγική Ελλάδα αν και πολύ λιγότερο τον δημόσιο διάλογο. Η Ελλάδα, εξαιτίας της ραγδαίας οικονομικής ανάπτυξης, αντιμετωπίζει σήμερα ένα πρόβλημα: την έλλειψη εργαζομένων σε τομείς, όπως είναι ο πρωτογενής, ο τουρισμός και οι κατασκευές.
Προχωράμε στην επίλυση του συγκεκριμένου προβλήματος με μια στρατηγική τριών βημάτων. Το πρώτο ήταν η τροπολογία που ψηφίσαμε πριν από τα Χριστούγεννα, που έδωσε τη δυνατότητα νόμιμης απασχόλησης στους ήδη διαμένοντες μετανάστες εδώ επί μακρόν που έχουν προσφορά εργασίας. Το δεύτερο βήμα, έχει να κάνει με την υπογραφή έξι διμερών συμφωνιών εργασιακής κινητικότητας με φίλες χώρες, όπως η Αρμενία, η Γεωργία, η Μολδαβία, το Βιετνάμ, οι Φιλιππίνες και, βεβαίως, η Ινδία. Το τρίτο βήμα αφορά μια σειρά από νομοθετικές αλλά κυρίως διοικητικές παρεμβάσεις για τον εκσυγχρονισμό αλλά και την επιτάχυνση της διαδικασίας έκδοσης και ανανέωσης των αδειών διαμονής, καθώς και των μετακλήσεων εργαζομένων από το εξωτερικό.
«Ψηφιοποίηση όλου του αρχείου της νόμιμης μετανάστευσης»
Ποιες είναι, λοιπόν, οι παρεμβάσεις που προωθείτε;
Εχουμε, ήδη, κάνει πολλά προκειμένου να αντιμετωπίσουμε τις μεγάλες καθυστερήσεις που εμφανίζει το σύστημα: Πρώτον, παρατείναμε τις συμβάσεις των συμβασιούχων που εργάζονται στις Διευθύνσεις Αλλοδαπών και Μετανάστευσης (ΔΑΜ) των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και προκηρύσσουμε υπερδιπλάσιο αριθμό για νέους συμβασιούχους προκειμένου να στελεχώσουμε με επάρκεια τις υπηρεσίες, που σήμερα είναι υποστελεχωμένες, εν αναμονή και των μόνιμων προσλήψεων από το ΑΣΕΠ.
Δεύτερον, εγκαινιάζουμε τις επόμενες εβδομάδες τα πρώτα τέσσερα κέντρα λήψης βιομετρικών στοιχείων που θα απελευθερώσουν εργατοώρες από τις ΔΑΜ. Τρίτον, προχωρούμε στην ψηφιοποίηση όλου του αρχείου της νόμιμης μετανάστευσης, ώστε οι ανανεώσεις να γίνονται με το πάτημα ενός κουμπιού και ενισχύουμε τη διαλειτουργικότητα των πληροφοριακών συστημάτων που εμπλέκονται στην έκδοση και ανανέωση των αδειών για να μη χρονοτριβούμε 20 και 30 μέρες για να συμπληρωθεί ο φάκελος του ενδιαφερόμενου με ένα δημόσιο έγγραφο.
Οι αλλαγές αυτές εντάσσονται σε έναν ευρύτερο σχεδιασμό που καθιστούν το 2024 έτος της νόμιμης μετανάστευσης, λελογισμένης με όρους και κανόνες, σύμφωνα με τις ανάγκες της ελληνικής οικονομίας και με απόλυτη ασφάλεια για την κοινωνία.