O αμερικανός συγγραφέας και δημοσιογράφος Μάικλ Γκόλντφαρμπ, που έχει πει ότι «η δημοσιογραφία είναι το πρώτο προσχέδιο της ιστορίας», πηγαίνει 26 χρόνια πίσω. Στις 9 Ιανουαρίου του 1998, γράφει στους «Financial Times», η βρετανίδα υφυπουργός Βόρειας Ιρλανδίας Μάρτζορι «Μο» Μόουλαμ επισκέπτεται τις φυλακές του Μέιζ για να συναντηθεί με φυλακισμένους Προτεστάντες παραστρατιωτικούς (σήμερα θα λέγαμε «τρομοκράτες»). Δεν τρέφει ψευδαισθήσεις για το ποιους θα δει. Ο Μάικλ Στόουν έχει καταδικαστεί εξάκις σε ισόβια για φόνο. Ο Τζόνι Αντέρ, γνωστός με το παρατσούκλι «Mad Dog», εκτίει τα πρώτα χρόνια της καταδίκης του σε 16ετή κάθειρξη για συντονισμό μιας ομάδας παραστρατιωτικών που σκότωσαν 40 Καθολικούς.
Τα πέντε προηγούμενα χρόνια, όλες οι προσπάθειες για ειρήνη είχαν διαψευστεί. Αλλά αυτή τη φορά είχε εκπονηθεί ένα σοβαρό σχέδιο για την post-Troubles Βόρεια Ιρλανδία. Το μόνο αγκάθι ήταν η τύχη των κρατούμενων παραστρατιωτικών και των δύο πλευρών. Η επίσκεψη της απεσταλμένης της βρετανικής κυβέρνησης, και οι διαβεβαιώσεις της ότι οι ανησυχίες των παραστρατιωτικών θα λαμβάνονταν υπόψη στις διαπραγματεύσεις, ξεμπλόκαραν το αδιέξοδο. Τρεις μήνες αργότερα, τη Μεγάλη Παρασκευή, επήλθε συμφωνία. Και τα δύο επόμενα χρόνια αποφυλακίστηκαν πάνω από 400 μαχητές, και των δύο πλευρών, που είχαν βάψει τα χέρια τους με αίμα.
Επετεύχθη ειρήνη; Ναι. Αποδόθηκε δικαιοσύνη; Οχι. Η Μόουλαμ ζήτησε συγγνώμη από τις οικογένειες των θυμάτων της βίας για το γεγονός ότι δράστες δολοφονιών θα κυκλοφορούσαν ελεύθεροι στους δρόμους και θα συναντιόντουσαν με τις μητέρες, τα παιδιά ή τα αδέλφια των θυμάτων – μιλάμε άλλωστε για μικρό τόπο. Οπως είπε όμως, ήταν καθήκον της προς τον λαό της Βόρειας Ιρλανδίας να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που είχε στη διάθεσή της για να εξασφαλίσει την επιτυχία της ειρηνευτικής διαδικασίας. Λίγους μήνες μετά την επικύρωση της Συμφωνίας της Μεγάλης Παρασκευής, μαχητές του «Αληθινού IRA», όπως λεγόταν μια οργάνωση που διαφωνούσε με την ειρήνη, σκότωσαν 29 ανθρώπους στην αγορά της Ομαγκ. Κανείς δεν προσήχθη ποτέ στη δικαιοσύνη για εκείνους τους φόνους. Αλλά η ειρήνη κράτησε.
Δεν είμαι κυνικός, γράφει ο Μάικλ Γκόλντφαρμπ. Αλλά οι κοινωνίες που προκύπτουν από συγκρούσεις βρίσκονται συνήθως αντιμέτωπες με ένα δίλημμα: μπορούν να έχουν ειρήνη ή μπορούν να έχουν δικαιοσύνη, αλλά σπανίως μπορούν να έχουν και τα δύο.
Δύο χρόνια ακριβώς μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, θα υπέθετε κανείς ότι το αξίωμα αυτό θα επαληθευτεί ξανά. Για δικαιοσύνη δεν μιλάει πλέον κανείς: αυτό θα προϋπέθετε να παραπεμφθούν στο Διεθνές Δικαστήριο για εγκλήματα πολέμου ο Πούτιν και όλη του η συμμορία, κάτι που όλο και πιο λίγοι θεωρούν πιθανό. Θα υπάρξει όμως τουλάχιστον ειρήνη; Θα συμφωνήσει δηλαδή ο «Τσάρος» να αποσύρει τα στρατεύματά του κρατώντας το 20% της Ουκρανίας, μαζί φυσικά με την Κριμαία;
Οχι. Διότι αν το έκανε, δεν θα ήταν ο Πούτιν. Διότι ο κόσμος έχει αλλάξει ριζικά σε σχέση με το 1998, όταν υπήρχαν κάποιοι στοιχειώδεις κανόνες. Διότι σήμερα δεν συμφωνούμε καν στο τι σημαίνει ειρήνη και τι σημαίνει δικαιοσύνη.
Ανάλογες σκέψεις θα μπορούσε να κάνει κανείς και για τον πόλεμο στη Γάζα. Αντίθετα με τη Ρωσία, εδώ η ανάληψη δράσης από το Ισραήλ ήταν δικαιολογημένη: έπρεπε να αποδοθεί δικαιοσύνη για τη σφαγή της 7ης Οκτωβρίου και να εξασφαλιστεί ότι μια τέτοια σφαγή δεν θα επαναληφθεί ποτέ. Ομως κι εδώ το πραγματικό περιεχόμενο της λέξης έχει ενταφιαστεί κάτω από τα πτώματα των 30.000 Παλαιστινίων και τα ερείπια της Γάζας. Το Ισραήλ έχει χάσει το δίκιο του. Kαι δεν θα κερδίσει ούτε την ειρήνη, όσο εξακολουθεί να ταυτίζει τους Παλαιστίνιους με τη Χαμάς και να επιμένει να αρνείται τη λύση των δύο κρατών.
Στο βιβλίο του «Getting Away With Murder(s)» (Οταν οι Φόνοι Μένουν Ατιμώρητοι), o Ντέιβιντ Ουίλκινσον παραθέτει τα στοιχεία μιας καθηγήτριας στο UCL, της Μέρι Φέλμπρουκ, σύμφωνα με την οποία 750.000 ως 1 εκατομμύριο Γερμανοί έλαβαν ενεργό μέρος στη μεταφορά και δολοφονία 6 εκατομμυρίων Εβραίων, 500.000 Σίντι και 15.000 ομοφυλοφίλων. Πόσοι από αυτούς δικάστηκαν για τις πράξεις τους; Λιγότεροι από 1%. Πολλά μέλη των SS επέστρεψαν απλώς μετά τον πόλεμο στις δουλειές τους. Οι περισσότεροι από τους υπαλλήλους του υπουργείου Δικαιοσύνης που ήταν μέλη του κόμματος και αναμείχθηκαν στον εκτοπισμό των Εβραίων επαναπροσλήφθηκαν στις θέσεις τους γιατί η Γερμανία είχε ανάγκη από ειρήνη, ή έστω από σταθερότητα.
Ο σημερινός πρωθυπουργός του Ισραήλ γνωρίζει τι σημαίνει ειρήνη και τι σημαίνει σταθερότητα. Αλλά γνωρίζει επίσης ότι το προσωπικό του συμφέρον βρίσκεται ακριβώς στον αντίποδα.