Το Σαββατοκύριακο που προηγήθηκε οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ενωσης βρέθηκαν κλεισμένοι στη Γάνδη του Βελγίου να συζητούν για το πιο κρίσιμο ζήτημα που απασχολεί όλη την Ευρώπη: πώς θα θωρακιστεί η οικονομία ενόψει των κινδύνων που έρχονται, με μεγαλύτερο τη σχεδόν βέβαιη εκλογή Τραμπ.
Ετοιμάζονται για όλα τα ενδεχόμενα. Ακόμα και αναταραχών στις αγορές. Μόνο τυχαίο δεν είναι ότι η συζήτηση έχει επεκταθεί στο πώς θα δημιουργηθεί ένα εποπτικό όργανο για τις ευρωπαϊκές κεφαλαιαγορές, αντίστοιχο της τραπεζικής εποπτείας.
Το μεγάλο ωστόσο διακύβευμα είναι η ισχυροποίηση της οικονομίας. Η συζήτηση κινείται γύρω από τη δημιουργία ενός επενδυτικού κεφαλαίου τεραστίων διαστάσεων, που θα δημιουργήσει έναν νέο κύκλο ισχυρής ανάπτυξης στην περιοχή ως απάντηση στα αντίστοιχα αμερικανικά προγράμματα που αναμένεται να διευρυνθούν ειδικά αν επιστρέψει ο πρώην πρόεδρος στο Οβάλ Γραφείο. Η εναλλακτική σε αυτή τη συζήτηση είναι να συνεχιστεί η στασιμότητα και η ύφεση, η κατρακύλα των μεγάλων ευρωπαϊκών οικονομιών, με μόνη λύση για να περιοριστεί η ζημιά την εφαρμογή πολιτικών λιτότητας.
Στη συνάντηση της Γάνδης συμμετείχε και ο πρώην επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι, ο οποίος έχει επιφορτιστεί με τη σύνταξη έκθεσης για το πώς θα γίνει η ΕΕ πιο ανταγωνιστική. Εκεί τους το είπε ξεκάθαρα: χωρίς ένα πρόγραμμα τεράστιων επενδύσεων που θα καλύψει τις μεγάλες αλλαγές στην παγκόσμια τάξη πραγμάτων που έχει δημιουργηθεί μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία και την πανδημία δεν μπορούμε να προχωρήσουμε. Μάλιστα τόνισε ότι το ποσό θα πρέπει να είναι πολύ μεγάλο και να είναι διαθέσιμο σε σύντομο χρονικό διάστημα. Αυτό, αν θέλουμε, όπως είπε, να χρηματοδοτηθεί το κόστος της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης, οι ανάγκες της άμυνας, διατηρώντας παράλληλα τα κοινωνικά μοντέλα της Ευρώπης. Το τελευταίο είναι και το πιο κρίσιμο ζήτημα του επόμενου διαστήματος.
Η συζήτηση δεν θα είναι εύκολη. Κάποιοι πρότειναν να εμπλακεί η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, τουλάχιστον στις επενδύσεις στην άμυνα. Ο επίτροπος Τζεντιλόνι, έσπευσε να ρίξει ξανά την ιδέα κοινού δανεισμού σαν αυτόν που οδήγησε στη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης μετά την πανδημία. Αυτοί που αποφασίζουν (οι βόρειες χώρες) όμως έχουν αποκλείσει αυτό το ενδεχόμενο, ενώ ήδη αποτιμούν αρνητικά το πρώτο και μοναδικό αντίστοιχο εγχείρημα του Ταμείου Ανάκαμψης. Αν δεν υπάρξει κοινός δανεισμός, τότε η λύση είναι μία, να βρει τα χρήματα κάθε χώρα ξεχωριστά από τους προϋπολογισμούς της.
Αυτή είναι η συζήτηση και αυτό είναι το μεγάλο θέμα των προσεχών ευρωεκλογών. Εμείς συμμετέχουμε, αλλά ως συνήθως ασχολούμαστε επιδερμικά. Η προηγούμενη αντίστοιχη προσπάθεια είχε γίνει το 2015 με το σχέδιο Γιούνκερ. Τότε κλεισμένοι κυριολεκτικά στον κόσμο μας δεν πήραμε χαμπάρι ούτε τι ερχόταν, ούτε τι αφορούσε. Κάποια λίγα έργα χρηματοδοτήθηκαν και στη χώρα μας, χωρίς σοβαρό όμως αποτύπωμα. Τώρα όμως, με τη χώρα να πατάει πολύ καλύτερα στα πόδια της, μπορούμε να συμμετάσχουμε ισχυρότεροι στη συζήτηση. Το θέμα είναι με ποια επιχειρήματα και με ποιες εναλλακτικές. Η αντιπολίτευση δείχνει να μην έχει καταλάβει τι έρχεται και συνεχίζει να προτείνει μέτρα αναντίστοιχα των δημοσιονομικών υποχρεώσεων της χώρας. Γενικώς λείπει ο ρεαλισμός, την ώρα που οι αποφάσεις επείγουν. Η κυβέρνηση καλείται να το φέρει εις πέρας μόνη της, χωρίς να τρομάξει όμως το επιρρεπές στην κινδυνολογία εκλογικό ακροατήριο. Η Ευρώπη ακροβατεί και η Αθήνα παρακολουθεί τα θέματα σαν να μην την αφορούν.