Τον τελευταίο καιρό μια έρευνα συζητιέται ιδιαίτερα τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και σε άλλες χώρες σε σχέση με τις ΗΠΑ. Πρόκειται για μια δημοσκόπηση του UMass Amherst όπου σε σύνολο 300 πρώην βουλευτών και γερουσιαστών, περισσότεροι από τους μισούς δήλωσαν ότι έχουν δεχθει απειλές: οι ίδιοι, οι οικογένειές τους και οι εργαζόμενοι σε αυτούς. Η υφέρπουσα βία στην πολιτική ζωή των ΗΠΑ έχει ξεπεράσει κάθε όριο. Και η πόλωση απειλεί θεσμούς και κανόνες, αλλά και την ίδια την αμερικανική κοινωνία και τη δημοκρατία. Ο επικεφαλής της έρευνας, Αλέξανδρος Θεοδωρίδης, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Αμχερστ της Μασαχουσέτης, εντοπίζει τις νέες τάσεις στην κοινωνία και την πολιτική ζωή των ΗΠΑ, ενόψει των κρίσιμων προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου. Μιλάει για μια νέα κατάσταση που διαμορφώνεται, μια αντίληψη «εμείς εναντίον των άλλων» που εξαπλώνεται διαλύοντας τον κοινωνικό ιστό, περιγράφει πως εκλογές και δημοκρατία βρίσκονται σε διασταυρούμενα πυρά και θεωρεί ότι ο Ντόναλντ Τραμπ είναι η τελευταία ανάσα του, κυρίως λευκού, χριστιανικού συνασπισμού που υπήρξε το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες ζουν μια από τις πλέον πολωμένες προεκλογικές εκστρατείες. Πώς φτάσαμε ως εδώ; Ηταν κάτι που ξεκίνησε πριν από πολλά χρόνια ή θεωρείτε ότι είναι πιο πρόσφατο;
Λόγω των εκλογικών θεσμών στις Ηνωμένες Πολιτείες (μονομελείς περιφέρειες του Κογκρέσου όπου ο νικητής παίρνει τα πάντα και προεδρικό σύστημα), υπάρχουν δύο κυρίαρχα κόμματα. Η κομματική πόλωση είναι αναμενόμενη. Η περίοδος της περιορισμένης κομματικής πόλωσης κατά τον 20ό αιώνα ήταν στην πραγματικότητα μια ανωμαλία. Κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου, στις ΗΠΑ υπήρχε σίγουρα πόλωση, για θέματα όπως τα φυλετικά πολιτικά δικαιώματα, ο πόλεμος στο Βιετνάμ και ο φεμινισμός, αλλά αυτή η πόλωση δεν ήταν αυστηρά κατά μήκος των κομματικών γραμμών, επειδή τα κόμματα βρίσκονταν ακόμη σε ανακατάταξη. Ακόμη και η βασική πολιτική ιδεολογία (φιλελεύθεροι ή συντηρητικοί) δεν συσχετιζόταν ξεκάθαρα με τον προσδιορισμό του πολιτικού κόμματος.
Αυτό που συνέβη τώρα είναι ότι η ιδεολογία έχει ευθυγραμμιστεί έντονα με την προσκόλληση στα πολιτικά κόμματα. Και δεν είναι μόνο η ιδεολογία. Ολα τα είδη ταυτοτήτων και χαρακτηριστικών (μορφωτικό επίπεδο, φυλή, γεωγραφική θέση, θρησκευτικότητα, κοσμοθεωρία κ.λπ.) συσχετίζονται πλέον σε μεγάλο βαθμό με τον κομματισμό. Αυτό κάνει την ταυτότητα του κόμματος ένα είδος ανώτερης ταυτότητας που λειτουργεί ως ομπρέλα. Πραγματικά πολλοί άνθρωποι αισθάνονται ότι η κοινωνία έχει χωριστεί στα δύο: άνθρωποι σαν εμένα έναντι ανθρώπων σαν αυτούς. Κάτι που ισχύει σε πολλές διαστάσεις. Καθώς αυτή η ταξινόμηση έγινε σταδιακά, η πόλωση έχει αυξηθεί και τα αρνητικά συναισθήματα για την άλλη πλευρά. Παράγοντες όπως ο κατακερματισμός των μέσων ενημέρωσης, ο πολλαπλασιασμός των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και ο στενός ανταγωνισμός σε εθνικό επίπεδο μεταξύ των δύο κομμάτων έχουν σίγουρα συμβάλει στο τρέχον συναισθηματικά πολωμένο πολιτικό κλίμα. Ομως το βασικό στοιχείο είναι η ταξινόμηση ψηφοφόρων και πολιτικών σε κόμματα που τα αντικατοπτρίζουν ιδεολογικά. Και ένα βασικό χαρακτηριστικό της κομματικής πόλωσης, σε αντίθεση με την πόλωση που δεν εμπίπτει στις γραμμές του κόμματος, είναι ότι τοποθετεί τις εκλογές και τη δημοκρατία σε διασταυρούμενα πυρά.
Παίζουν ουσιαστικό ρόλο τα πολιτικά πρόσωπα ή είναι κάτι που δημιουργήθηκε και τα πρόσωπα δεν είναι τόσο σημαντικό – κάποιος θα ερχόταν ούτως ή άλλως να εκφράσει τις ανάγκες;
Αυτό αποτελεί θέμα συζήτησης εδώ και καιρό θέμα. Η θεμελιώδης δυναμική είναι προφανώς ο βασικός οδηγός, αλλά τα άτομα παίζουν ρόλο στην εκμετάλλευση ή την αξιοποίησή της. Ο Ντόναλντ Τραμπ σε καμία περίπτωση δεν δημιούργησε τη σημερινή πόλωση ή ακόμα και το κίνημα εντός του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος του οποίου ηγείται τώρα. Το Tea Party, ο λευκός και ο χριστιανικός εθνικισμός, ο απομονωτισμός και η ξενοφοβία, ο ενστερνισμός των θεωριών συνωμοσίας για τον Ομπάμα και άλλους, προϋπήρχαν. Ολα ήταν εκεί, και τα αγκάλιασε μέσω ενός συνδυασμού πολιτικού οπορτουνισμού και γνήσιας πίστης σε αυτές τις θεωρίες. Ταυτόχρονα, η σπάνια προθυμία του να σπάσει βασικούς κανόνες, όπως η αποδοχή της ήττας και η ειρηνική μεταφορά της εξουσίας μετά την εκλογική ήττα, τον έχει καταστήσει μοναδική απειλή για την αμερικανική δημοκρατία αυτή τη στιγμή.
Φαίνεται ότι στο εσωτερικό των δύο πολιτικών κομμάτων έχουν δημιουργηθεί μεγάλες ομάδες, φράξιες. Αυτό σημαίνει ότι κάτι αλλάζει στην αμερικανική πολιτική;
Επειδή υπάρχουν μόνο δύο μεγάλα κόμματα στις Ηνωμένες Πολιτείες, περιέχουν και αντικατοπτρίζουν πάντα διάφορες φατρίες. Ειδικά το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα φαίνεται να αντιμετωπίζει κρίση ταυτότητας. Ο κυρίως λευκός, χριστιανικός συνασπισμός του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος είναι πιθανό να μην είναι βιώσιμος καθώς αλλάζει η δημογραφική σύνθεση των Ηνωμένων Πολιτειών. Κατά κάποιον τρόπο, το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα του Τραμπ μπορεί να θεωρηθεί ως η τελευταία αναπνοή αυτού του συνασπισμού, μια συμμαχία στην οποία έχει επιτραπεί να παραμείνει στην εξουσία εν μέρει με τη βοήθεια θεσμών που κατανέμονται εσφαλμένα όπως το Σώμα των Εκλεκτόρων, η Γερουσία των ΗΠΑ και οι κομματικοί χειροκροτητές. Στο μέλλον, το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα θα πρέπει είτε να επαναπροσδιοριστεί με τρόπους που να απευθύνονται σε ένα ολοένα και λιγότερο λευκό και μη χριστιανικό ή κοσμικό εκλογικό σώμα, είτε να αντιδράσει κινούμενο προς μια αντιδημοκρατική, αυταρχική κατεύθυνση.
Στην πρόσφατη δημοσκόπηση του UMass Amherst με πρώην μέλη του Κογκρέσου, την οποία διεξαγάγατε, τα αποτελέσματα έδειξαν αυξανόμενη ανησυχία για απειλές πολιτικής βίας. Αυτό σημαίνει ότι η 6η Ιανουαρίου δεν ήταν ένα μεμονωμένο γεγονός, αλλά η έκφραση μιας κατάστασης που «βράζει» στις ΗΠΑ;
Η πολιτική βία αποτελεί ήδη ένα σοβαρό πρόβλημα στις Ηνωμένες Πολιτείες, ακόμη κι αν η απροκάλυπτη βία της 6ης Ιανουαρίου καταλήξει να είναι μια ανωμαλία. Σε μια πρόσφατη έρευνα που διεξήγαγα για το UMass Poll με την Ενωση Πρώην Μελών του Κογκρέσου των ΗΠΑ, περίπου τα μισά από 300 πρώην μέλη ανέφεραν ότι αυτοί ή οι οικογένειές τους είχαν δεχθεί απειλές. Πολλοί ανέφεραν ότι τα μέλη του προσωπικού τους είχαν δεχθεί απειλές. Το ποσοστό των απειλών είναι υψηλότερο για τα μέλη που υπηρέτησαν πιο πρόσφατα και πολύ υψηλότερο για τις γυναίκες και τους μαύρους και τους Λατίνους εκπροσώπους.
Ανθρωποι που εμπλέκονται στην αμερικανική πολιτική σε όλα τα επίπεδα, από εκλεγμένους αξιωματούχους και μέλη του προσωπικού μέχρι τοπικούς εκλογικούς υπαλλήλους και εκλογικούς αξιωματούχους, αποτελούν στόχο απειλών. Παρόλο που η πραγματική βία είναι σχετικά σπάνια και δεν πιστεύω ότι βρισκόμαστε στα πρόθυρα εκτεταμένης βίας, είναι γεγονός ότι οι απειλές έχουν διαποτίσει την αμερικανική πολιτική ζωή. Η κατάσταση είναι πολύ ανησυχητική, ειδικά σε ένα έθνος που είναι πλημμυρισμένο από όπλα. Αυτές οι απειλές αλλάζουν ήδη τους τρόπους με τους οποίους συμπεριφέρονται οι πολιτικοί και οι εκλογικοί αξιωματούχοι, από την ανάγκη ασφάλειας έως την επιλογή αν θα μιλήσουν για ορισμένα πράγματα έως την απόφαση να απομακρυνθούν ή να μείνουν εντελώς έξω από την πολιτική. Αυτό αποτελεί σημαντικό πρόβλημα και θα πρέπει να γίνει κατανοητό ως σύμπτωμα της διάβρωσης της αμερικανικής δημοκρατίας. Είναι απολύτως κρίσιμο οι ηγέτες μας να καταδικάσουν τη βία και τις απειλές βίας από τη δική τους πλευρά και να μεταδώσουν το μήνυμα ότι η κομματική βία δεν είναι ποτέ αποδεκτή. Η πολύ περιορισμένη προθυμία να καταδικαστεί έντονα και κατηγορηματικά η 6η Ιανουαρίου και η συμπεριφορά του Τραμπ που οδήγησε σε αυτήν, αντιπροσωπεύει μια πολύ επικίνδυνη αποτυχία της ηγεσίας των Ρεπουμπλικάνων.
Στην έρευνα του UMass Poll/FMC με πρώην μέλη του Κογκρέσου, άνω του 80% των Ρεπουμπλικανών πρώην μελών πιστεύει ότι η νίκη του Μπάιντεν ήταν νόμιμη. Αυτό συγκρίνεται με μόνο το 1/4 των Ρεπουμπλικανών σε ηλικία ψήφου που είπε το ίδιο σε πρόσφατη δημοσκόπηση του UMass. Ομοίως, περίπου τα 2/3 των Ρεπουμπλικανών πρώην βουλευτών και γερουσιαστών πιστεύει ότι οι προσπάθειες του Ντόναλντ Τραμπ να ισχυριστεί ότι κέρδισε τις εκλογές του 2020 απειλούν την αμερικανική δημοκρατία. Λιγότερο από το 20% των Ρεπουμπλικανών σε ηλικία ψήφου είπε το ίδιο σε πρόσφατη δημοσκόπηση του UMass. Στις προηγούμενες δημοσκοπήσεις μας στο κοινό, λιγότεροι από το 1/3 των Ρεπουμπλικανών υποστηρίζουν τις προσπάθειες επιβολής του νόμου για τιμωρία όσων επιτέθηκαν στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ στις 6 Ιανουαρίου. Πάνω από το 70% των Ρεπουμπλικανών πρώην μελών του Κογκρέσου στην έρευνά μας δηλώνει ότι υποστηρίζει αυτές τις προσπάθειες. Πιθανώς, περισσότεροι σημερινοί εκλεγμένοι Ρεπουμπλικανοί συμμερίζονται τις απόψεις αυτών των πρώην μελών του Κογκρέσου, αλλά φαίνεται να φοβούνται να αμφισβητήσουν τις πεποιθήσεις των ψηφοφόρων τους και τις δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ για τις εκλογές του 2020 και τα όσα έγιναν στις 6 Ιανουαρίου. Αυτό μας βάζει σε έναν φαύλο κύκλο, διότι γνωρίζουμε ότι οι ψηφοφόροι συχνά εδραιώνουν τις πεποιθήσεις τους με βάση όσα ακούν από τους πολιτικούς. Οι Ρεπουμπλικανοί ψηφοφόροι πρέπει να ακούν από τα στελέχη του κόμματος ότι οι εκλογές δεν κλάπηκαν και πως όσα έγιναν στις 6 Ιανουαρίου ήταν απαράδεκτα.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, όπως φαίνεται, είναι διχασμένες. Υπάρχει τρόπος επιστροφής στην κανονικότητα και την ομαλότητα ή είναι ένας δρόμος χωρίς επιστροφή; Μπορεί το τζίνι να ξαναμπεί στο μπουκάλι;
Οπως ανέφερα προηγουμένως, η κομματική πόλωση σε μια δικομματική δημοκρατία είναι αναμενόμενη. Αυτό που δεν είναι φυσιολογικό είναι το επίπεδο του θυμού. Η μείωση των εντάσεων εξαρτάται από το ότι οι πολιτικοί και οι ελίτ των μέσων ενημέρωσης είναι πρόθυμες να τιμωρήσουν εκείνους (ειδικά από τη δική τους πλευρά) που χρησιμοποιούν εμπρηστική γλώσσα. Πιστεύω επίσης ότι είναι κρίσιμο να αναζητήσουμε τρόπους για να κάνουμε το πολιτικό μας σύστημα να λειτουργεί υπό πόλωση. Το να απαλλαγείς από κάποιους απαρχαιωμένους θεσμούς, όπως το filibuster, που απαιτεί 60 από τις 100 ψήφους στη Γερουσία των ΗΠΑ για την έγκριση νόμων, θα βοηθούσε.
Εχουμε δει τη χρήση πολύ επιθετικής ρητορικής, ακόμα και βαρείς χαρακτηρισμούς, που μπορεί να κάνει μερικούς ανθρώπους να πιστεύουν ότι όσοι διαφωνούν μαζί τους δεν αξίζουν την ίδια μεταχείριση ή σεβασμό με εκείνους που συμφωνούν μαζί τους.
Κάθε φορά που υπάρχει έντονη ομαδική σύγκρουση, η απανθρωποποίηση ή η επικύρωση τέτοιων λεκτικών μεταφορών είναι σύμπτωμα ανησυχίας. Αυτό είναι συχνά κάτι που βλέπουμε ως πρόδρομο ή δικαιολογία για να βλάψουμε άτομα της άλλης ομάδας, είτε στερώντας τους δικαιώματα και προνόμια είτε ακόμη και ασκώντας βία εναντίον τους. Η έρευνά μου πάνω σε αυτό το θέμα διαπιστώνει ότι οι περισσότεροι κομματικοί εκπρόσωποι χρησιμοποιούν όρους που εμφανίζουν το άλλο μέρος ως αποκτηνωμένο. Πρόκειται για μια πολύ ανησυχητική τάση, την οποία οι πολιτικοί και τα μέλη των μέσων ενημέρωσης έχουν την ευθύνη να καταπολεμήσουν αποφεύγοντας τη χρήση τόσο επιθετικής ρητορικής.
Πολλοί αναρωτιούνται γιατί τα δύο κόμματα δεν μπορούν να βρουν νεότερους υποψηφίους με απήχηση στους ψηφοφόρους. Τι σημαίνει αυτό για το πολιτικό σύστημα;
Η τελευταία μας δημοσκόπηση στο UMass Amherst διαπιστώνει ότι οι περισσότεροι Αμερικανοί δεν είναι ευχαριστημένοι με την επιλογή μεταξύ του Τζο Μπάιντεν και του Ντόναλντ Τραμπ, και μεγάλο μέρος αυτής της δυσαρέσκειας έχει να κάνει με την ηλικία των δύο υποψηφίων. Δεν νομίζω ότι είναι αλήθεια ότι τα κόμματα δεν μπορούν να βρουν νεότερους υποψηφίους. Και στις δύο πλευρές, υπάρχουν νεότεροι πολιτικοί που μπορούν και θα αναδυθούν στο μέλλον. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα έχει αιχμαλωτιστεί στη λατρεία ενός ηλικιωμένου Ντόναλντ Τραμπ και το Δημοκρατικό Κόμμα έχει έναν ακόμη πιο ηλικιωμένο πρόεδρο που έχει επιτύχει πολλά κατά την πρώτη του θητεία και επέλεξε να είναι υποψήφιος για επανεκλογή παρά την ηλικία του.
Αν κερδίσει ο Τραμπ, λέει ότι θα εκδικηθεί κατά κάποιον τρόπο. Εάν δεν κερδίσει, μπορεί να μην αναγνωρίσει τα αποτελέσματα, για άλλη μια φορά. Υπάρχουν πολλοί αναλυτές που φοβούνται εμφύλιο πόλεμο στις ΗΠΑ. Συμφωνείτε ότι υπάρχει τέτοια πιθανότητα;
Δεν νομίζω ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται στα πρόθυρα ενός εμφυλίου πολέμου ή ακόμη και εκτεταμένης βίας. Η αλήθεια είναι ότι οι περισσότεροι Αμερικανοί τα πάνε πολύ καλά και δεν ασχολούνται πολύ με την πολιτική. Με απασχολεί πολύ περισσότερο το είδος της σταδιακής διάβρωσης των δημοκρατικών κανόνων και θεσμών που έχουμε δει σε μέρη όπως η Ρωσία, η Τουρκία και η Ουγγαρία. Με τους περισσότερους ανθρώπους να μη δίνουν σημασία στην πολιτική, τη δημοκρατία και τις ελευθερίες που είναι απαραίτητες μπορεί να υπονομευθεί σταδιακά και όταν οι περισσότεροι πολίτες φθάσουν να το αντιληφθούν, θα είναι πολύ δύσκολο να μιλήσει κάποιος. Αυτό θα είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό εάν κερδίσει ο Ντόναλντ Τραμπ τον Νοέμβριο (που είναι μεγάλη πιθανότητα), αλλά και γενικότερα όταν υπάρχει τόσο έντονη κομματική πόλωση, η οποία, όπως είπαμε, τοποθετεί τις εκλογές και τη δημοκρατία σε διασταυρούμενα πυρά.