Η δήλωση της βουλευτίνας του ΠΑΣΟΚ, Νάντιας Γιαννακοπούλου, στα «Παραπολιτικά», είναι ακριβής. «Τα μη κρατικά πανεπιστήμια είναι θέση του κόμματος και του συνεδρίου». Συνεπώς, είναι υποχρεωμένη να δηλώσει ότι συμφωνεί με το νομοσχέδιο Πιερρακάκη για την ανώτατη εκπαίδευση, στο οποίο προβλέπεται η υπό προϋποθέσεις δυνατότητα ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων, παραρτημάτων ξένων ιδρυμάτων, και στην Ελλάδα. Προφανώς, όταν υπάρχει «θέμα συνείδησης» δεν υπάρχει περίπτωση να το καταψηφίσεις.
Ελα όμως που ο αρχηγός του κόμματος και η ηγετική του ομάδα δεν το θέλει. Ακουγα χθες μια οργισμένη συνέντευξη του Νίκου Ανδρουλάκη στον ραδιοφωνικό Σκάι και προσπαθούσα να καταλάβω από πού πήγαζε τόσο μένος όταν αναφερόταν στα πανεπιστήμια και στο συζητούμενο σε δημόσια διαβούλευση νομοσχέδιο. Στις επίμονες ερωτήσεις απαντούσε ότι το νομοσχέδιο στην ουσία εξυπηρετεί διευθέτηση συμφερόντων και ως εκ τούτου δεν θα συναινέσει σ’ αυτό. Το έλεγε και το ξανάλεγε. Αλλ’ ο πολιτικός όταν κατηγορεί τους αντιπάλους του ως όργανα άνομων συμφερόντων οφείλει να είναι συγκεκριμένος. Αλλιώς απλώς συμπεριφέρεται ως φαφλατάς.
Επειδή ο Νίκος Ανδρουλάκης μας έχει μάθει ότι ζυγίζει τα λόγια του, κατανοώ ότι αυτά τα άνομα συμφέροντα που περιμένουν να ορμήσουν πάνω στα ταλαίπωρα ελληνόπουλα και στους γονείς τους και να τους πιουν το αίμα με το μπουρί της σόμπας τα υπηρετούν και οι κορυφαίοι καθηγητές που γνωμοδότησαν ότι το συγκεκριμένο νομοσχέδιο όχι μόνο δεν παραβιάζει το Σύνταγμα (ανάμεσά τους και ο Ευάγγελος Βενιζέλος με τον Βασίλειο Σκουρή), αλλά και συμβάλλει στην ανατροπή μιας αντίθετης με τα ευρωπαϊκά ισχύοντα ελληνικής ιδιαιτερότητας: η γενική απαγόρευση ίδρυσης μη κρατικών ΑΕΙ που εισάγει το άρθρο 16 του ελληνικού Συντάγματος «συνιστά σοβαρό περιορισμό της ελευθερίας εγκατάστασης και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών» («ΤΑ ΝΕΑ», 9/12/2023). Μου έκανε μάλιστα ιδιαίτερη εντύπωση η παρατήρηση Ανδρουλάκη ότι συνταγματολόγοι είναι και όσοι διαφωνούν με την προσέγγιση του πρώην προέδρου του ΠΑΣΟΚ και του πρώην προέδρου του δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης – παραγνωρίζοντας το στοιχειώδες, ότι το τελευταίο άρθρο των δύο καθηγητών («Η Καθημερινή», 25/2/2024) απαντά στις αντιρρήσεις άλλων συνταγματολόγων.
Επίσης μου κάνει εντύπωση ότι, ενώ ξέρει και καταλαβαίνει (ή, έστω, όφειλε να ξέρει και να καταλαβαίνει) ότι το νομοσχέδιο πρέπει να υπολογίσει τα εμπόδια που θέτει το ελληνικό Σύνταγμα στην άνευ όρων λειτουργία μη κρατικών πανεπιστημίων, εκείνος επιμένει να προωθεί την ελληνική εξαίρεση. «Συμφωνούμε», λέει στην ίδια συνέντευξη. «Να γίνει σύννομα με το Σύνταγμα. Δηλαδή, να αναθεωρήσουμε το άρθρο 16 και να επιτρέπονται – όχι να απαγορεύονται, εμείς είμαστε σοσιαλδημοκράτες, συνδιαμορφωτές. Δηλαδή να συνδιαμορφώσουμε την αλλαγή του Συντάγματος, ώστε να επιτρέπονται τα μη κρατικά μη κερδοσκοπικά». Αντί δηλαδή να πάρει θέση για ένα νομοσχέδιο που έρχεται σήμερα, αυτός ζητάει μερική λύση έπειτα από μια μελλοντική συνταγματική μεταρρύθμιση, πιθανόν έπειτα από μερικά χρόνια, εάν και εφόσον υπάρχει αποφασιστική πλειοψηφία. Κουτοπονηριές.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει επιλέξει. Αυτή την περίοδο φτιάχνει κόμμα στο κενό που αφήνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Φτιάχνει, δηλαδή, έναν αντιμητσοτακικό σχηματισμό, αδιαφορώντας για την πραγματικότητα την οποία στριμώχνει σε μια παραμορφωτική αντίληψη, αυτή της δικής του προσωπικής ανάγνωσης. Ως εναλλακτικός ΣΥΡΙΖΑ κλείνει τα μάτια στους λογής κινηματίες της διαμαρτυρίας. Δεν του έμαθε τίποτα η τύχη του πολιτικού που προσπαθεί να υποκαταστήσει.
Τι μένει; Πώς θα πείσει; Και πώς θα αντιμετωπίσει την εύλογη εσωκομματική αντίδραση; Για το δεύτερο, σύντομα θα ξέρουμε.