Ο διαγωνισμός τραγουδιού της Eurovision είναι κάτι με το οποίο υπό κανονικές συνθήκες δεν αξίζει τον κόπο να ασχοληθεί κανείς: πρόκειται για τον ορισμό της απαξίωσης. Ομως αυτό αλλάζει όταν η απαξίωση παίρνει πια μια κατηφόρα που δεν μπορεί να τη σταματήσει τίποτα και που εδώ αποκαλύφθηκε με αφορμή αυτούς τους στίχους: «Χορεύοντας στην καταιγίδα / Δεν έχουμε τίποτα να κρύψουμε / Πάρε με σπίτι / Και άφησε τον κόσμο πίσω / Και υπόσχομαι ότι δεν θα ξανασυμβεί / Είμαι ακόμα βρεγμένος από αυτή τη βροχή του Οκτωβρίου / Βροχή του Οκτωβρίου».
Δεν είναι στίχοι που διεκδικούν Νομπέλ λογοτεχνίας. Και, υπό κανονικές συνθήκες, θα ήταν λίαν ταιριαστοί για τον πιο ανούσιο, πνευματικά κενό και βαθιά εχθρικό προς την ουσία του ευρωπαϊκού πολιτισμού τραγικό διαγωνισμό τραγουδιού της Eurovision, για τον οποίο η Γηραιά Ηπειρος θα έπρεπε να ντρέπεται αντί να αισθάνεται υπερήφανη. Οχι τώρα, αλλά εδώ και χρόνια. Και όχι για άλλον λόγο, αλλά επειδή είναι η απόλυτη δόξα του κενού. Είναι μία ετήσια δήλωση που περίπου μοιάζει σαν να θέλει να φωνάξει στον κόσμο ότι η Ευρώπη δήθεν δεν έχει πνευματική, μουσική και ποιητική ιστορία και το γιορτάζει. Είναι μία απόλυτη κατάντια που, όμως, όπως όλα τα τζανκ φουντ, έχει γίνει ανάρπαστη. Και κάθε χρόνο που περνάει, όσο η ποιότητά της πέφτει όλο και πιο κάτω, η απήχησή της δείχνει να διευρύνεται. Ασχετα που αφορά μόνον σε παιδιά που, μόλις περάσουν τα 15-16 τους, ούτε κι αυτά, ευτυχώς τουλάχιστον, δεν την αντέχουν άλλο.
Αυτή η τραγική Eurovision, λοιπόν, έθεσε θέμα καταλληλόλητας για τους πιο πάνω στίχους για συμμετοχή στον σπουδαίο διαγωνισμό της. Και το έθεσε επειδή αυτοί οι στίχοι της φετινής ισραηλινής συμμετοχής υποκρύπτουν, ενδεχομένως, λέει, έμμεσο πολιτικό μήνυμα. Και η Eurovision δεν δέχεται πολιτικούς στίχους. Δεν πολιτικοποιείται. Μάλιστα.
Αμέτρητα είναι αυτά που μπορεί κανείς να πει γι’ αυτή την αδιανόητη στάση. Ομως, εν προκειμένω, τα πιο σημαντικά είναι δύο: το ένα αφορά στην ουσία της έννοιας τραγούδι και το άλλο στην ουσία της έννοιας Ευρώπη, καθώς αυτά τα δύο υποτίθεται ότι συναντώνται σε αυτόν τον κατά τα λοιπά αξιοθρήνητο θεσμό που προδήλως τα προσβάλλει, μάλλον, πιο σωστά, τα προδίδει, αγρίως αμφότερα.
Το τραγούδι υπάρχει για να εκφράζει τα αισθήματα των ανθρώπων. Αυτό κάνει από τις απαρχές του. Και έρχεται τώρα η φαιδρή Eurovision να πει τι; Οτι η τραγωδία της τρομοκρατικής επίθεσης της Χαμάς στο Ισραήλ δεν επιτρέπεται να έχει αφήσει αισθήματα στους πολίτες της χώρας, στους ανθρώπους που την έζησαν; Αυτό λέει; Ή ότι επειδή πυροδότησε όσα ακολούθησαν, οι σοφοί της Eurovision τη λογοκρίνουν και την απαγορεύουν επειδή το να αναφέρεται κανείς ακόμα και τόσο έμμεσα σε αυτήν είναι μία «πολιτική» δήλωση; Καταλαβαίνουν οι άνθρωποι ότι με αυτόν τον τρόπο καταργούν τον λόγο ύπαρξης του τραγουδιού; Ασφαλώς όχι. Είναι γραφειοκράτες εθισμένοι στην άσκηση της δοτής εξουσίας τους. Υπάρχει όμως και κάτι χειρότερο: για να το πετύχουν, επιχειρούν την πιο στυγνή, άγρια λογοκρισία στην Ευρώπη του 21ου αιώνα.
Στην Ευρώπη που είναι δήθεν ταυτισμένη με την ελευθερία, προσπαθούν να απαγορεύσουν αυτούς τους στίχους μετά από μία τέτοια τραγωδία. Αν αυτό δεν είναι λογοκρισία, τότε τι είναι; Και την ασκούν όχι απλώς επειδή φοβούνται, μα κυρίως επειδή έχουν εξελιχθεί σε μία εξουσία αυτοαναφορική και εγωιστική, χωρίς αξίες, έλεγχο και νομιμοποίηση, συμβατά με την έννοια «Ευρώπη». Πρόκειται για βαθιά αυτοκαταστροφή πολύ πέρα και από την εξέλιξη του συγκεκριμένου θέματος. Μια Eurovision, καθρέπτης της σημερινής υποκριτικής, νεκρής πια πνευματικά, ηθικά και αξιακά Ευρώπης, θεωρεί ότι είναι αυτονόητο δικαίωμά της να λογοκρίνει. Οπότε η Ευρώπη ας μην υποκρίνεται ότι δεν φταίει η ίδια για την απαξίωση και την παρακμή της.