Πολλοί στο άκουσμα της είδησης ότι ο κύκλος εργασιών στο λιανεμπόριο αυξήθηκε τον Δεκέμβριο κατά 7,3% σε σχέση με τον Δεκέμβριο έναν χρόνο πριν του 2022, σχολίαζαν με νόημα ότι πρόκειται για μια ξεκάθαρα πληθωριστική αύξηση, αποτέλεσμα δηλαδή της ακρίβειας που πλήττει την οικονομία. Παραβλέπουν βέβαια, προκειμένου να μην τους χαλάσει το εύκολο συμπέρασμα, μια σειρά από άλλες παραμέτρους του θέματος. Οτι για παράδειγμα σε σταθερές αποπληθωρισμένες τιμές, ο κύκλος εργασιών αυξήθηκε επίσης, έστω και οριακά κατά 0,7%. Δηλαδή αγοράστηκαν, παρά την ακρίβεια, περισσότερα προϊόντα τον περασμένο Δεκέμβριο και αυτό από μόνο του είναι εντυπωσιακό, ειδικά εάν θεωρείται δεδομένη η δυσκολία των νοικοκυριών. Φαίνεται μάλιστα ότι ο φετινός Δεκέμβριος ήταν πολύ καλύτερος από τον Νοέμβριο. Μέσα σε έναν μήνα, αυξήθηκε ο κύκλος εργασιών κατά 12,8% και σε σταθερές τιμές (αποπληθωρισμένες) κατά 12,7%. Δώδεκα δηλαδή ολόκληρες μονάδες υψηλότερα από την ετήσια σύγκριση του Δεκεμβρίου.
Ενα ακόμα εύκολο συμπέρασμα για το φαινόμενο του Δεκεμβρίου που θα μπορούσε να εξαχθεί, είναι ότι οι καταναλωτές αποφάσισαν να ξοδέψουν «δίχως αύριο», τρώγοντας από τα έτοιμα. Ούτε αυτό αποδεικνύεται από τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος καθώς καταγράφηκε αύξηση των καταθέσεων των ιδιωτών κατά 6,3 δισ. ευρώ. Αυξήθηκε η δαπάνη στην αγορά, αυξήθηκε και η αποταμίευση. Αν αποδοθεί το συγκεκριμένο φαινόμενο της αύξησης των καταθέσεων στο δώρο Χριστουγέννων, τότε δεν μπορεί με κανένα λογικό τρόπο (εφόσον επιμείνουμε στην υπόθεση των νοικοκυριών που «ματώνουν») να εξηγηθεί η αύξηση στον τζίρο του λιανεμπορίου.
Επειδή ωστόσο «μυστήρια» σπανίως υπάρχουν στην οικονομία, έναν κλάδο όπου «τα κουκιά είναι μετρημένα», η εξήγηση των παραπάνω είναι πολύ πιο απλή. Πρώτα από όλα αν ανατρέξει κάποιος στα στοιχεία της Εργάνης θα διαπιστώσει ότι στα τέλη του 2023 ο μέσος μισθός είχε αυξηθεί κατά 75 ευρώ (από 1.176 ευρώ ανέβηκε στα 1.251 ευρώ). Επιπλέον 82.000 εργαζόμενοι ανήλθαν μισθολογικά σε υψηλότερα κλιμάκια. Για αυτούς η μέση αύξηση ήταν υψηλότερη. Είναι χαρακτηριστικό ότι πάνω από 11.000 ήταν οι παραπάνω εργαζόμενοι που βρέθηκαν στη μισθολογική κατηγορία άνω των 3.000 ευρώ μηνιαίως. Για όλους αυτούς, το σύνολο δηλαδή των εργαζομένων, ο ονομαστικός μισθός αυξήθηκε.
Επιπλέον σε σχέση με πέρυσι, δημιουργήθηκε χώρος στο μηνιαίο εισόδημα από τη μείωση όλων σχεδόν των ενεργειακών επιβαρύνσεων του 2022, που συμμετέχουν με σημαντικό ποσοστό στα τακτικά έξοδα των νοικοκυριών. Τόσο το ηλεκτρικό ρεύμα (-52%), όσο και η θέρμανση με πετρέλαιο ή φυσικό αέριο, αλλά και οι τιμές των καυσίμων υποχώρησαν, σε σημαντικό ποσοστό.
Το μεγαλύτερο λάθος που κάνουμε ωστόσο αναλύοντας το πρόβλημα της ακρίβειας είναι ότι αυθαίρετα θεωρούμε ότι το πληθωριστικό φαινόμενο αυτόματα οδηγεί στη φτωχοποίηση τους πολίτες. Αν η οικονομία αναπτύσσεται αυτό σπανίως συμβαίνει. Για παράδειγμα τη δεκαετία του ’80 και του ’90, ο πληθωρισμός ήταν σταθερά διψήφιος, αλλά η άνοδος των εισοδημάτων μείωνε τις αρνητικές του επιπτώσεις και οι ζωές βελτιώνονταν. Η άνοδος των εισοδημάτων είναι και το κλειδί του επόμενου διαστήματος, όσο διαρκεί το πληθωριστικό φαινόμενο. Μπορεί να προέλθει είτε από τις μισθολογικές αυξήσεις, είτε από την αποκλιμάκωση των τιμών στο ράφι είτε και από τα δύο. Το πρώτο, η αύξηση των μισθών, βρίσκεται σε εξέλιξη ήδη. Το δεύτερο, η αποκλιμάκωση των τιμών, θα κριθεί τις επόμενες εβδομάδες. Από την επιτυχία του, ωστόσο, θα κριθεί αν θα αυξηθεί και φέτος ο αποπληθωρισμένος τζίρος του λιανεμπορίου.