Το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου ανακοίνωσε προσφάτως χρηματοδοτήσεις σχεδίων κινηματογραφικών ταινιών αλλά και για πρώτη φορά στην ιστορία του χρηματοδοτήσεις οπτικοακουστικών σχεδίων στο πλαίσιο των πέντε νέων χρηματοδοτικών προγραμμάτων του που είναι ενταγμένα στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ). Τα προγράμματα αυτά έγιναν επισήμως γνωστά το περασμένο καλοκαίρι – και από ό,τι φαίνεται υλοποιούνται με ακριβή τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων. Ενα από αυτά λέγεται ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΕΙΝΑΙ ΕΔΩ και είναι εναρμονισμένο με τις ανησυχίες των κινηματογραφικών θεσμών της Ευρώπης, αλλά και με βάση την κινητικότητα της ευρωπαϊκής και της ελληνικής οπτικοακουστικής αγοράς
Η κίνηση του ΕΚΚ δίνει την πάσα για περαιτέρω σκέψεις σχετικές με τη δημιουργία γερών θεμελίων για μια εύρωστη ελληνική κινηματογραφία, αυτή που ουσιαστικά ποτέ δεν δημιουργήθηκε μετά το τέλος της χρυσής περιόδου του ελληνικού κινηματογράφου της δεκαετίας του 1960, όταν ο εγχώριος κινηματογράφος σταμάτησε να είναι υπόθεση αποκλειστικά ιδιωτικής πρωτοβουλίας και με την ίδρυση του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου έγινε και κρατική.
Η δουλειά που εδώ και μερικά χρόνια έχει κάνει το Εθνικό Κέντρο Οπτικοακουστικών Μέσων και Επικοινωνίας (ΕΚΟΜΕ) σε ό,τι αφορά την προσέλκυση ξένων παραγωγών στη χώρα μας και μάλιστα μέσα στην παγκόσμια κρίση της νόσου COVID-19 είναι σημαντική. Χάρη κυρίως στο Cash Rebate, πρόγραμμα επιστροφής χρημάτων σε μετρητά στις παραγωγές που ξόδεψαν χρήματα στην Ελλάδα, δεκάδες παραγωγές ταινιών, σειρών και ντοκιμαντέρ του εξωτερικού έχουν γυρισθεί σε ελληνικό έδαφος μέσα στα χρόνια λειτουργίας του ΕΚΟΜΕ.
Ομως η Ελλάδα οφείλει να μην είναι μόνον η χώρα που πρώτον λόγω ενός προγράμματος φοροαπαλλαγής και δεύτερον χάρη στον μοναδικό φυσικό της πλούτο και τις μη συγκρίσιμες τοποθεσίες της μπορεί να συνδράμει ως «βοηθητικό εργαλείο» στην παραγωγή ξένου πολιτισμού. Είναι επίσης μια χώρα που έχει τον δικό της πολιτισμό και οφείλει με κάθε τρόπο να τον στηρίζει. Η Ελλάδα δεν μπορεί να λειτουργεί μόνον ως χώρος στήριξης μεγάλων παραγωγών τύπου «Rise» για τον Γιάννη Αντετοκούνμπο, ή «Τζέισον Μπορν». Η στρατηγική τού «η Ελλάδα έγινε Χόλιγουντ» δεν είναι στρατηγική αν δεν κοιτάξεις λίγο πιο μακριά, πέρα από το κάλεσμα των ξένων επειδή, κυρίως, τους προσφέρεις φοροαπαλλαγές. Ο ίδιος ο καναδός σκηνοθέτης Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ μου είπε στις Κάννες ότι ο πρωταρχικός λόγος για τον οποίο γύρισε στην Ελλάδα τα «Εγκλήματα του μέλλοντος» με τους Βίγκο Μόρτενσεν, Λεά Σεϊντού και Κρίστεν Στιούαρτ ήταν επειδή τα οικονομικά κίνητρα ήταν τόσο συμφέροντα που δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Είπε: «Οπως καταλαβαίνετε, το ποσό είναι σεβαστό, μιλάμε δηλαδή για πολύ σοβαρά χρήματα. Αυτός ήταν ένας πολύ ελκυστικός λόγος για τους παραγωγούς μου». Και εκμεταλλευόμενος αυτή την οικονομική ευκαιρία βρήκε επίσης ενδιαφέρον στους χώρους γυρισμάτων.
Στρατηγική όμως είναι να συνδυάσεις ένα αυτόματο χρηματοδοτικό εργαλείο, όπως το Cash Rebate, με επιλεκτικά χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως αυτά των ΤΑΑ/ΕΚΚ, φτιαγμένα με γνώση της ευρωπαϊκής πραγματικότητας, τα οποία σε σταθερές βάσεις θα μπορούσαν να γίνουν μοχλός για την ανάπτυξη της ντόπιας κινηματογραφικής και οπτικοακουστικής βιομηχανίας. Εάν βέβαια στοχεύει σε αυτό η πολιτεία. Γιατί τα χρήματα που δίνει στο ΕΚΚ για να υλοποιηθούν τέτοια καινοτόμα προγράμματα είναι ψίχουλα, χαρτζιλίκι. Και το ΕΚΚ ό,τι έχει το μοιράζει κάνοντας τις επιλογές του.
Είναι καλό να γυρίζονται ξένες ταινίες στην Ελλάδα και ακόμα καλύτερο να προσφέρουν σε ελληνικά εργατικά χέρια δουλειά, όμως δεν είναι ο αποκλειστικός δρόμος που μια χώρα με φτωχή κινηματογραφία θα πρέπει να ακολουθήσει αν θέλει πραγματικά να επενδύσει στη σοβαρή ανάπτυξή της. Γιατί η Ελλάδα είναι μια χώρα με φτωχή κινηματογραφία. Κρίνοντας από τα στατιστικά στοιχεία που αφορούν εθνικά κινηματογραφικά κέντρα και άλλα ιδρύματα χωρών της Ευρώπης εντός αλλά και εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης, η Ελλάδα βρίσκεται στις κατώτερες θέσεις σε όλους τους πίνακες κρατικών χρηματοδοτήσεων.
Οφείλουμε λοιπόν να θυμόμαστε και το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου μας το θυμίζει εμπράκτως, έστω με τα «ψίχουλα» που προσφέρει, ότι για να μπορέσει να γίνει μια σωστή δουλειά στον κινηματογράφο, πρέπει η χώρα που τον στηρίζει να είναι, αν όχι βιομηχανία, μια δυνατή βιοτεχνία με μια δυναμική ετήσια παραγωγή.
Και δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι τα πράγματα αλλάζουν και στον ανταγωνισμό που υπάρχει, πολύ πιθανόν κάποια άλλη χώρα με καλύτερη προσφορά cash rebate να βρεθεί μπροστά σου που θα «χτυπήσει» την αγορά που υποτίθεται ότι αναπτύσσεται στην Ελλάδα. Αν λοιπόν δεν χτίσεις μια δική σου σοβαρή, αν όχι βιομηχανία, έστω βιοτεχνία, κάποια στιγμή, με τη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας, πολύ πιθανόν ούτε τους ξένους να μπορείς να στηρίξεις.