Τι ήταν αυτό που μας έλαχε προχθές; Να μη σε αναγνωρίζει ο πιο δικός σου «άνθρωπος», ο πιο πολύ κι από αδελφός σου που λέει ο λόγος; Να χτυπάς την πόρτα του και να μη σου ανοίγει; Να την ξαναχτυπάς και να σε ρωτάει «Ποιος είναι;». «Εγώ» να φωνάζεις και να κάνει ότι δεν σε ξέρει; Να σε ρωτάει στην ψύχρα «Και ποια είσαι εσύ»; «Εγώ καλέ, δεν με βλέπεις από το “ματάκι”» να απαντάς και να σφυρίζει αδιάφορα. Επιστρατεύεις τότε την τσαχπινιά σου, αρχίζεις να τραγουδάς Γαρμπή «Μια φορά κι έναν καιρό / μου ‘πες δεν θα με ξεχνούσες / μα ξεχνάς ποια είμαι εγώ / είμαι η Πέπη που αγαπούσες», το γυρίζεις σε Μοσχολιού «Ξενύχτησα στην πόρτα σου και σιγοτραγουδώ / εδώ είν’ ο Παράδεισος κι η Κόλαση εδώ», αλλά επιμένουν να σου απαντάνε με Μητσιά: «Μη χτυπάς, να σ’ ανοίξουνε μη χτυπάς / σε μια πόρτα κλειστή που κανείς δεν σ’ ακούει».
Κάτι τέτοιο συνέβη την Τρίτη το απόγευμα που έπεσε μαύρο στα σόσιαλ. Να μου ζητάνε κωδικό, να μην τον θυμάμαι, να ψάχνω σε παλιές ατζέντες (χρησιμοποιώ ακόμη τέτοιες), να τον βρίσκω (και μαζί άλλους ανοιχτούς λογαριασμούς με το παρελθόν) και να μην τους αναγνωρίζει. Να βγαίνει και να ξαναβγαίνει εκείνο το «Sorry, something wrong happened». Στην αρχή σκέφτηκα μήπως δεν πλήρωσα Facebook και Instagram και μου τα έκοψαν αλλά μετά θυμήθηκα ότι είναι από τις ελάχιστες, πλέον, δωρεάν παροχές σε αυτή τη ζωή. Μετά αναρωτήθηκα μήπως και με χάκαραν αλλά θεώρησα ότι έχω μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μου. Ποια είμαι εγώ που θα χακάρουν;
Και τότε άκουσα στο Live News του Mega ότι «έπεσαν» Facebook, Instagram και Messenger παγκοσμίως. Που να μας έπεφταν τα παντελόνια μέρα μεσημέρι στην πλατεία Κολωνακίου, τέτοια αμηχανία δεν θα την είχαμε. Ο μέσος χρήστης των σόσιαλ, πιο ψύχραιμος θα ήταν στην είδηση επίθεσης από Νεφελίμ παρά στο «μαύρο» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ούτε όταν ο Ορσον Γουέλς, τον Οκτώβριο του 1938, από τη ραδιοφωνική εκπομπή του, έπεισε τους ένα εκατομμύριο ακροατές του, ότι Αρειανοί εισέβαλαν στη Γη προκάλεσε τέτοιον πανικό (στην πραγματικότητα επρόκειτο για διασκευή του μυθιστορήματος επιστημονικής φαντασίας του Χέρμπερτ Τζορτζ Γουέλς «Ο πόλεμος των κόσμων»).
Αμέσως μετά, πήραν φωτιά τα τηλέφωνα. Ηταν εκείνο το «παγκοσμίως» που μας άναψε τα αίματα. Αφορμή για να αρχίσουμε να φαντασιωνόμαστε θεωρίες συνωμοσίας, δάχτυλο της Μόσχας, παραδάχτυλο του Κιμ, κατάρρευση των χρηματιστηρίων όλου του κόσμου και δεν ξέρω τι άλλο. «Τρίτος Παγκόσμιος» ήταν η πρώτη λέξη που έλεγα όταν άρχισα να τηλεφωνώ τους φίλους μου. Αλαφιασμένοι έτρεχαν να τσεκάρουν τις συσκευές τους, φώναζαν να ανοίξουν την τηλεόραση, δεν ξέρω μην έσπευσαν αμέσως μετά στο σουπερ μάρκετ να στοκάρουν μακαρόνια και χαρτιά υγείας. Μόνο εκείνη η (παντρεμένη) φίλη που είναι συνέχεια, στα κρυφά, στα σόσιαλ αλλά δηλώνει αποστασιοποιημένη (γύρευε για ποιους λόγους) το έπαιξε ανέμελη. «Και εμένα τι με νοιάζει, εγώ σπάνια μπαίνω».
The «day» after
Το «ουφ» όταν, μετά από κάποια ώρα, το πρόβλημα αποκαταστάθηκε νομίζω ότι ακούστηκε από τους καταυλισμούς των Βεδουίνων έως τα λοφτ του Σικάγου. Ξαναμπήκαν οι χρήστες θριαμβευτικά σαν μόλις να είχαν καταλάβει, με μια δρασκελιά, Κορυτσά και Τεπελένι. Και μεταξύ αστείου και σοβαρού, ομολογούσαν την εξάρτησή τους από το μέσον. Σαν αυτή η βραχύχρονη στέρηση της πρόσβασης να είχε, προσωρινά, ξεκουρδίσει την κανονικότητά τους. Σαν να βρέθηκαν με ελεύθερο χρόνο στα χέρια τους και διαπίστωσαν αμήχανοι ότι δεν ήξεραν τι να τον κάνουν.
Αν αυτή η αποκοπή κρατούσε περισσότερο, φοβάμαι ότι μπορεί να είχαμε και ψυχωσικά επεισόδια. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μοιάζουν να είναι το οξυγόνο του σύγχρονου ανθρώπου, προϋπόθεση αναπνοής. Και τα, έστω και ως αστεία, σχόλια που γράφτηκαν όταν… ξαναπήραμε την Πόλη, με κάνουν να πιστεύω ότι δεν είναι τόσο ο γκαϊλές να διατυπώσει κάποιος τη γνώμη του ή να μετρήσει likes που κρατάει τους χρήστες δικτυωμένους αλλά ο φόβος της μοναξιάς. Ακόμη και μέσα στην οικογένειά τους.