Είχε μια αντίστιξη η ίδια του η εμφάνιση. Μπότες, σκουλαρικάκι. Ο άνθρωπος αυτός όμως όσο σημερινός, όσο μελλοντικός, είχε προλάβει να δουλέψει στην μυθική Columbia. Να συμπράξει με στιχουργούς όπως ο Γκάτσος. Να πουν τα τραγούδια του ένας Μπιθικώτσης ή ένας Κόκοτας ή ένας Μητσιάς. Να του εμπιστευθεί την ενορχήστρωση και τη διεύθυνση της ορχήστρας ένας Μάνος Χατζιδάκις για την περίφημη «Επιστροφή» (1970).
Ήταν εξάλλου ένας εξαίρετος μουσικός. Έπαιζε τρομερό βιολί όπως θυμάται ο μεγάλος μας σκηνοθέτης Κώστας Τσιάνος και συμμαθητής του στο Ωδείο Αθηνών. Πρόλαβε να κάνει ολονυχτίες στο Βυζάντιο με τον Γρηγόρη και τον Μάνο ή με τον Ελύτη. Και βέβαια να μελοποιήσει ποιητές και ποιητές από τον Σεφέρη, τον Ελευθερίου, τον Λογοθέτη, τον Τριπολίτη, τον Ιατρόπουλο, τον μεγάλο Λευτέρη Παπαδόπουλο, τον Χρονά.
Κι όλα αυτά όταν ο ίδιος ο Δήμος Μούτσης, που έφυγε στα 86 του χρόνια, πρόλαβε να συγκροτήσει μια στροφή στην πορεία του που χάραξε ανεξίτηλα το ελληνικό τραγούδι, άνοιξε δρόμο στον πειραματισμό, σε ένα σπάνιο συγκερασμό, αλλά πάνω απ’ όλα σε έναν τρόπο. «Φράγμα», «Ενέχυρο», «Να!», «Για Πούλημα Λοιπόν!».
Κόντρα στον μεταπολιτευτάνθρωπο
Ο πειραματισμός του Μούτση μουσικός και ποιητικός είναι σε κόντρα με όλη την Μεταπολίτευση, σπέρματα των νέων του προσεγγίσεων υπάρχουν ήδη ακόμη και στον Άγιο Φεβρουάριο, αλλά η στροφή του Μούτση είναι βασικά μια βαθιά πολιτική πράξη, κόντρα στον μεταπολιτευτάνθρωπο, τον μικροαστό.
Τα ηχοτοπία που συγκροτεί είναι μια συντεταγμένη κραυγή στην εμπορικότητα, την αλλοτρίωση της μικροεξουσίας, φτάνει να θρηνεί τον αυτοπυρπολημένο αιρετικό εικαστικό Αντώνη Βεζιρτζή («Ο Αντώνης Β»), να τα βάζει με την μοναξιά της πόλης, τον καταναλωτισμό. Αυτή η στροφή του Μούτση που κράτησε μέχρι τέλους δεν διακόπηκε ποτέ, αλλά και για πολλά χρόνια δεν της προστέθηκε νέος κύκλος τραγουδιών.
Ο Μούτσης είχε μεγάλες ενστάσεις για το ελληνικό τραγούδι όπως μεταβαλλόταν και η όλη στάση του παροχετευόταν σε έναν ιδιότυπο ασκητισμό με λίγες συνεντεύξεις και εμφανίσεις.
Κόντρα και στην δεξιά ηγεμονία, είχε παρόλα αυτά ένα σταθερό αιχμηρό παρεμβατισμό στα κοινωνικά δίκτυα, αλλά και μια στράτευση για ένα διάστημα στο MεΡΑ25. Ο Μούτσης ανήκει σε εκείνη την γενιά που έπλασε την πραγματικότητα των μεγάλων λαϊκών τραγουδιών του 60, του 70. Και ενώ ήξερε την συνταγή του καλού τραγουδιού, έχει σημασία πως επέλεξε την σχεδόν μοναχική στάση του τροβαδούρου ίσως για να προλογίσει μια δυστοπία.