Το καλό νέο είναι ότι η οικονομία αναπτύχθηκε το 2023 με 2%, ρυθμό πολλαπλάσιο του μέσου ευρωπαϊκού. Το ΑΕΠ μας ανέβηκε στα 220 δισ., έναντι 206 δισ. το 2022. Το όχι και τόσο καλό νέο, στα όρια του αυτογκόλ, και θα εξηγήσουμε γιατί, είναι ότι η ανάπτυξη που καταγράφηκε ήταν πολύ χαμηλότερη της πρόβλεψης που είχε τεθεί τόσο στον προϋπολογισμό (2,4%) όσο και σε διεθνείς οργανισμούς όπως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2,2%) και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (2,3%). Και η αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν μας έχει συνηθίσει σε τέτοιου είδους υποαποδόσεις, από το 2019 και μετά. Για την ακρίβεια, είναι η πρώτη φορά που πέφτουν τόσο έξω, ακόμα και σε σχέση με τις αναθεωρημένες προβλέψεις, για έναν τόσο σημαντικό στόχο όσο το ΑΕΠ της χώρας.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι δεν τρέχει τίποτα, εάν υπήρχε κάποιος εξωγενής λόγος. Αν είχε συμβεί κάτι σημαντικό, με άμεση επίπτωση στην Ελλάδα, στο διεθνές ή το εγχώριο οικονομικό περιβάλλον. Το αντίθετο συμβαίνει. Με εξαίρεση τα μικρά προβλήματα που προκάλεσαν οι Χούθι στις διελεύσεις εμπορευμάτων από τα Στενά του Ορμούζ, όλα τα άλλα πήγαν πρίμα. Οι τιμές της ενέργειας κινούνται σε επίπεδα καλοκαιριού του 2021, πολύ πριν από την ενεργειακή κρίση. Οι αγορές επίσης ανεβαίνουν. Η οικονομία απολαμβάνει τους πρώτους μήνες με επενδυτική βαθμίδα. Ακόμα και στην αγορά όλοι διαπιστώνουν μεγάλες αντοχές στους καταναλωτές (+1,8%), παρά την παρατεταμένη ακρίβεια. Οι τζίροι στο λιανεμπόριο κινούνται σε θετικό έδαφος, ακόμα και αποπληθωρισμένοι, σε απόλυτα νούμερα. Η εστίαση καλπάζει, ο τουρισμός έσπασε κάθε ρεκόρ ακόμα και έναντι των πιο αισιόδοξων προβλέψεων.
Αυτό που δεν πήγε καλά ήταν το «σιγουράκι». Η πορεία των επενδύσεων. Ο προϋπολογισμός του 2023 βασιζόταν στην παραδοχή ότι οι επενδύσεις θα αυξηθούν κατά 15,5%. Αυξήθηκαν τελικά μόλις κατά 4%! Χάσαμε 11,5 μονάδες πολύτιμων πόρων που θα διαχέονταν στην οικονομία και κάνουμε πως δεν συμβαίνει τίποτα. Γιατί αποτυχία είναι να λες ότι θα πετύχεις 3 και να πετυχαίνεις -3. Αποτυχία όμως είναι και να πετυχαίνεις μικρότερο θετικό αποτέλεσμα από αυτό που έλεγες ότι θα πετύχεις. Αυτό αποκτά μεγαλύτερη σημασία όταν οι επενδύσεις δεν αφορούν τη βούληση ενός ιδιώτη επιχειρηματία να τις υλοποιήσει ή να μην τις υλοποιήσει, αλλά όταν βασίζονται στις εκτιμήσεις για την αξιοποίηση κοινοτικών πόρων. Κατά κύριο λόγο, του ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάκαμψης. Εκεί βρίσκεται η υστέρηση. Και δεν μπορεί κανείς να μην τη συνδυάσει με τη συνήθη αρρυθμία που προκαλούν οι εκλογές, αλλά και με την πολιτική απόφαση που έλαβε ο Πρωθυπουργός να αλλάξει τον υπουργό που έτρεξε στα πρώτα του βήματα αυτό το «θείο δώρο» που λέγεται Ταμείο Ανάκαμψης και τα πολλά του δισεκατομμύρια.
Στην Ελλάδα, των εφήμερων και προσωποπαγών πολιτικών σχεδιασμών, τέτοιου είδους αλλαγές, σε λάθος χρόνο, ειδικά για το συγκεκριμένο πρόγραμμα με τα πιεστικά του χρονοδιαγράμματα, τις πληρώνεις. Μέχρι να πατήσει στα πόδια του ο νέος υπουργός, περνάει ένας χρόνος. Αν θελήσει να βάλει και την «πινελιά» του κάνοντας αλλαγές στον προορισμό των κονδυλίων, τότε το πρόβλημα αποκτά κολοσσιαίες διαστάσεις και οδηγείται σε αυτό που μόλις χτες ανακοινώθηκε και οδήγησε στην απώλεια από την ελληνική οικονομία μερικών δισεκατομμυρίων ευρώ, από αυτά που δεν μας περισσεύουν.