Πολλοί θεωρούν λυμένα τα αγροτικά ζητήματα επειδή επέστρεψαν τα τρακτέρ στα χωριά. Κάνουν λάθος. Το κατάλαβαν και στο Μέγαρο Μαξίμου. Ισως τα προβλήματα που τώρα σκάνε να είναι μεγαλύτερα από αυτά που είχαν γίνει γνωστά την περίοδο των κινητοποιήσεων και να μην αφορούν μόνο τους αγρότες με τη στενή έννοια, αλλά ολόκληρη την οικονομία στην ύπαιθρο.
Ολη αυτή η συζήτηση με την ολλανδική εταιρεία που την καλέσαμε στην Ελλάδα και έψαξε την κατάσταση μετά τις πλημμύρες στη Θεσσαλία και κατέγραψε τις υποδομές και τα προβλήματα, ανέδειξε το πόσο μεγάλο και σύνθετο είναι το πρόβλημα που αντιμετωπίζει η περιοχή. Το πιθανότερο είναι ότι θα πάρει χρόνια να ανακάμψει. Το παρήγορο είναι ότι οι άνθρωποι (της ολλανδικής εταιρείας) φαίνεται ότι γνωρίζουν τη δουλειά τους. Το άσχημο είναι ότι παρατηρείται έλλειψη συντονισμού. Πώς αλλιώς να ερμηνευτεί το ότι ακόμα και μετά την κυβερνητική ρύθμιση σκάνε ενεργειακοί λογαριασμοί στα πλημμυρισμένα χωράφια.
Το μεγάλο όμως άμεσο ζήτημα των αγροτών παραμένει αυτό της ρευστότητας. Λείπουν περίπου 500 εκατομμύρια ευρώ από τους λογαριασμούς τους λόγω νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, τα περίφημα περιβαλλοντικά, τα οποία πέρυσι τα είχαν λάβει από τα Χριστούγεννα. Φέτος αναμένουν το Πάσχα και βλέπουμε. Με αυτά και άλλα χρήματα, αποπλήρωναν τις οφειλές της προηγούμενης χρονιάς προς τα καταστήματα αγροτικών εφοδίων (λιπάσματα, φυτοφάρμακα κ.λπ.) της περιοχής τους. Φέτος έχουν μπει – αυτές τις μέρες – στη νέα καλλιεργητική περίοδο με τις οφειλές να διπλώνουν, καθώς ήδη αναγκαστικά άρχισε να τρέχει η πίστωση της νέας χρονιάς, προκειμένου να μπουν στα χωράφια τους για την εαρινή σπορά. Επιπλέον, ο χειρισμός των αλλαγών στη νέα ΚΑΠ κρύβει διλήμματα με πιο σοβαρό αυτό μεταξύ της ενίσχυσης των άμεσων επιδοτήσεων ή των επενδυτικών προγραμμάτων.
Παράλληλα έχει ξεκινήσει και μια όψιμη συζήτηση για αναδιάρθρωση καλλιεργειών, με τους αγρότες να κάνουν τις επιλογές τους, χωρίς να το συζητούν περαιτέρω. Ηδη οι εκτιμήσεις για την καλλιέργεια βαμβακιού μετά τις περσινές χαμηλές τιμές (και καταστροφές) είναι αρνητικές, με το καλαμπόκι και τη βιομηχανική τομάτα να σηκώνει κεφάλι.
Το πρόβλημα είναι ότι με εξαίρεση την ολλανδική εταιρεία, που έχει μελετήσει και προτείνει συγκεκριμένες λύσεις, τα υπόλοιπα σχέδια κινούνται λίγο-πολύ στην πεπατημένη. Στερούνται ενός ολοκληρωμένου πλάνου, για τον οποίο προϋπόθεση είναι να υπάρχουν αξιόπιστα στοιχεία. Αλλά και το τελευταίο είναι είδος προς εξαφάνιση στον αγροτικό τομέα. Μου έλεγαν για παράδειγμα ότι με αφορμή το ελαιόλαδο, είχε ξεκινήσει πριν από μερικά χρόνια, επί κυβερνήσεως Μητσοτάκη, να φτιάχνεται μια πλατφόρμα όπου θα δηλώνονται με ακρίβεια οι παραγωγές, με πρόβλεψη σύνδεσης με την ΑΑΔΕ.
Σε αυτή την πλατφόρμα θα φαινόταν με ακρίβεια σε ποια δεξαμενή βρίσκονται ποσότητες λαδιού, πόσο τυποποιήθηκε, πόσο έφυγε με βυτία στο εξωτερικό και επιπλέον θα φαινόταν η ποικιλία και η περιοχή συγκόμισης. Θα είχαμε δηλαδή μια πλήρη εικόνα ώστε να σχεδιαστούν πολιτικές. Αυτό το σχέδιο πάγωσε από τον διάδοχό του, όταν άλλαξε ο προ-προτελευταίος υπουργός (έχουν αλλάξει αρκετοί). Και φανταστείτε ότι το πλάνο ήταν να επεκταθεί η συγκεκριμένη εφαρμογή σε όλα τα αγροτικά προϊόντα. Προφανώς κρίθηκε ότι είναι καλύτερο να βαδίζουμε στα «τυφλά». Αλλά μπορεί και όχι.