Η Λάουρα Κέβεσι είναι η εντεταλμένη ευρωπαία εισαγγελέας, η πρώτη τη τάξει στο γραφείο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (EPPO). Και δεν επελέγη τυχαία για τη θέση. Ηταν η νεότερη κορυφαία εισαγγελέας της Ρουμανίας και επικεφαλής της Εθνικής Αρχής κατα της Διαφθοράς. Τόσο δημοφιλής για την αποτελεσματικότητά της, που επί των ημερών της στα γκάλοπ η υπηρεσία της μετριόταν ως ο μοναδικός θεσμός που έχαιρε ανάλογης εκτίμησης από τα λαϊκά στρώματα όσο π.χ. η Εκκλησία.
Γιατί έχουν σημασία αυτά; Για να ξέρουμε ποια είναι αυτή η κυρία που ασχολείται με την υπόθεση των Τεμπών και τι πρεσβεύει. Στη δικογραφία που σχημάτισε εστιάζει στα ανολοκλήρωτα έργα της τηλεδιοίκησης και σηματοδότησης στον σιδηρόδρομο, για τα οποία καταξοδεύτηκαν πέντε χρόνια και ζεστό ευρωπαϊκό χρήμα. Για τον λόγο αυτό η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία κινήθηκε για να παραπέμψει δεκάδες ιδιώτες και δύο πολιτικά πρόσωπα. Τον Κώστα Καραμανλή που, σημειώνει, «φέρεται να τέλεσε το αδίκημα της απιστίας» και τον Χρήστο Σπίρτζη που φέρεται να τέλεσε το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος. Τα πολιτικά πρόσωπα προστατεύθηκαν από την κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή ενώ και τα αιτήματα για σύσταση προανακριτικής επιτροπής απερρίφθησαν.
Η Κέβεσι είναι μάλλον προφανές ότι έχει καταλάβει αυτό που έχουν αποτύχει να συνειδητοποιήσουν οι δικοί μας κυβερνώντες. «Το τραύμα», είπε, «δεν μπορεί να επουλωθεί χωρίς δικαιοσύνη». Οταν η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων, σε ποσοστά τύπου 77% στα γκάλοπ, υποστηρίζουν ότι κάτι δεν πάει καλά με την υπόθεση του δυστυχήματος που κόστισε τη ζωή σε 57 ανθρώπους, τότε το πιο εύκολο είναι να προσπαθήσει κανείς να τους βγάλει όλους πλανημένους από λαϊκιστές της αντιπολίτευσης και άλλα τέτοια αφ’ υψηλού που δεν συγκινούν κανέναν εκτός από τους πεπεισμένους οπαδούς. Το δύσκολο είναι να μη χαθεί η εμπιστοσύνη του λαού στην ηθική και το δίκαιο.
Να αποφύγουμε, δηλαδή, το σημείο στο οποίο με μαθηματική ακρίβεια οδηγούμαστε, αυτό στο οποίο μας φτάνουν οι ανερυθρίαστες βεβαιότητες που εκστομίζουν πολιτικά υπεύθυνοι κι οι εξεταστικές που μετατρέπονται σε θεάματα χωρίς την παραμικρή προσπάθεια να κρύψουν τον αληθινό σκοπό τους. Διότι σε μια κοινωνία στην οποία οι πολίτες συνηθίζουν στην αήθεια και χάνουν κάθε εμπιστοσύνη, δεν μπορεί να υπάρχει ούτε πραγματική ανάπτυξη, ούτε τίποτα άλλο από όσα φαντασιώνονται οι χειροκροτητές της εξουσίας.