Η Αίγυπτος έκανε πρόσφατα ένα σημαντικό βήμα προς την ελάφρυνση των οικονομικών της επιβαρύνσεων δεδομένης της οικονομικής κρίσης που αντιμετωπίζει: προχώρησε στην πώληση στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα της περιοχής Ρας Ελ-Χίκμα, που βρίσκεται περίπου 350 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της πρωτεύουσας, του Καΐρου, έναντι 22 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Η οικονομική κρίση μαστίζει την Αίγυπτο, γεγονός που αποδεικνύεται και από τις μεγάλες μεταναστευτικές ροές που έχουν δημιουργηθεί τους τελευταίους μήνες προς την Ευρώπη. Το μέγα ερώτημα τώρα είναι: θα πουλήσει η Αίγυπτος το λιμάνι της Αλεξάνδρειας, που έχει μεγάλη ιστορική αλλά και στρατηγική σημασία στην Τουρκία, που εδώ και πολλά χρόνια αναζητά μια βάση για να επεκτείνει τις εμπορικές, οικονομικές και πολιτικές της σχέσεις με τις χώρες της Αφρικής;
Η κυβέρνηση της Αγκυρας το επιθυμεί διακαώς, με διαρκείς υπομνήσεις για την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, για τους πολιτιστικούς και ιστορικούς δεσμούς με τους Τούρκους που κατοικούσαν στην πόλη.
Κάποιος μπορεί να πει ότι η μίσθωση ή η πώληση της Αλεξάνδρειας στην Τουρκία όχι μόνο θα ενισχύσει τις ιστορικές και πολιτιστικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών, αλλά μπορεί επίσης να προσφέρει οικονομικά οφέλη σε πολλούς τομείς και για τα δύο μέρη, έγραψε πρόσφατα η αραβική εφημερίδα «Al-Quds Al-Arabi» σε ρεπορτάζ σχετικά με την πρόσφατη επίσκεψη του τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο Κάιρο έπειτα από 14 χρόνια.
Η μίσθωση της Αλεξάνδρειας θα μπορούσε επίσης να συμβάλει στο να γίνει η πύλη της Τουρκίας προς την Αφρική, μέσω της δημιουργίας ενός νέου εμπορικού και υλικοτεχνικού κέντρου – κάτι που θα δημιουργούσε νέες εμπορικές και οικονομικές ευκαιρίες που δεν περιορίζονται μόνο στην Αίγυπτο, αλλά θα επεκταθούν και σε άλλες χώρες της Αφρικής.
Ως σημαντικό εμπορικό και ναυτιλιακό κέντρο στην περιοχή της Μεσογείου, η Αλεξάνδρεια διαθέτει στρατηγική τοποθεσία με μεγάλες δυνατότητες για υπηρεσίες logistics και διαχείριση της εφοδιαστικής αλυσίδας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτή η συνεργασία μπορεί να αποτελέσει ένα στρατηγικό βήμα για την τουρκική εμπορική επέκταση στην Αφρική.
Οπως είχε πει μάλιστα ο τούρκος πρόεδρος στο 4ο Οικονομικό και Επιχειρηματικό Φόρουμ Τουρκίας/Αφρικής που πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη τον περασμένο Οκτώβριο, «η Αφρική κατέχει ιδιαίτερη θέση στις καρδιές του τουρκικού λαού καθώς και στην εξωτερική πολιτική της χώρας μας».
Συμφωνίες και επενδύσεις.
Ο Ερντογάν τόνισε μάλιστα ότι η συνολική αξία των έργων που αναλαμβάνουν τούρκοι επιχειρηματίες στην αφρικανική ήπειρο ξεπερνά τα 85,5 δισεκατομμύρια δολάρια, στην αφρικανική ήπειρο όπου η Τουρκία έχει ανοίξει 26 πρεσβείες τα τελευταία χρόνια.
Tα πραξικοπήματα στην Αφρική, που ξεκίνησαν το 2020 από το Μάλι, άνοιξαν πόρτες ευκαιρίας στην Τουρκία, η οποία εκμεταλλευόμενη την αποτυχία της Γαλλίας, επιδιώκει να αναπληρώσει το κενό. Λίγους μήνες πριν, η παγκόσμια κοινότητα διαπίστωσε έκπληκτη την αποτελεσματικότητα της τουρκικής διπλωματίας με κινήσεις μεγάλης διπλωματικής δυναμικής τόσο στη Σομαλία όσο και στο Τζιμπουτί.
«Η Τουρκία μπορεί να λειτουργήσει ως εναλλακτικός πάροχος ασφάλειας, επιτρέποντας στις αφρικανικές χώρες να παρακάμψουν την επιλογή: δυτικά στρατεύματα στο έδαφός τους ή ρωσικές ιδιωτικές στρατιωτικές εταιρείες», παρατηρεί ο Μάικλ Τάντσαμ, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο πανεπιστήμιο της Ναβάρα και στέλεχος του Οικονομικού και Ενεργειακού Προγράμματος στο Ινστιτούτο για τη Μέση Ανατολή, της Ουάσιγκτον.
Πριν από λίγο καιρό, η Σομαλία, με μία ιστορική συμφωνία, εξουσιοδότησε την Τουρκία τα επόμενα 10 χρόνια να υπερασπίζεται τα χωρικά της ύδατα από πειρατές, τρομοκράτες, παράνομους αλιείς και απειλές από την Αιθιοπία και να κατασκευάσει, εκπαιδεύσει και εξοπλίσει το πολεμικό ναυτικό της.
Στη στρατιωτική βάση που έχει παραχωρήσει η Σομαλία στην Τουρκία, εκπαιδεύεται το 1/3 των αξιωματικών του εθνικού της στρατού, συμπεριλαμβανομένων των ελίτ καταδρομέων. Ως πληρωμή, η Τουρκία θα εισπράττει το 30% των εσόδων από τους υποθαλάσσιους πόρους της Σομαλίας.
Αμέσως μετά τη συμφωνία με τη Σομαλία, η Τουρκία υπέγραψε συμφωνία με το Τζιμπουτί – την οποία, μάλλον επέβαλαν οι εξελίξεις στην Υεμένη, που έθεσαν σε κίνδυνο την ασφάλεια όλης της περιοχής. Στο πλαίσιο της συμφωνίας αυτής, οι στρατιωτικές και αστυνομικές δυνάμεις του Τζιμπουτί θα εκπαιδευτούν από την Τουρκία.
Ο πορθμός Μπαντουλμεντέπ, ο οποίος κατέχει πολύ σημαντική θέση στο διεθνές εμπόριο μεταξύ Ανατολής και Δύσης, βρίσκεται μεταξύ Τζιμπουτί και Υεμένης. Είναι προφανές ότι έχει τεθεί σε λειτουργία ένα σχέδιο της Αγκυρας, σύμφωνα με το οποίο το τουρκικό ναυτικό αρχίζει να αποκτά μια σταθερή παρουσία στην Ερυθρά Θάλασσα, τον Κόλπο του Αντεν και τον Περσικό Κόλπο.
Οπλα για όλους. Επιπλέον, η Τουρκία συμμετέχει ενεργά στην παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών και κατάρτισης. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν, πρώην επικεφαλής των τουρκικών υπηρεσιών πληροφοριών, έχει πρόθεση να επεκτείνει τη συνεργασία με τις αφρικανικές πρωτεύουσες και στον τομέα των πληροφοριών.
Και βέβαια η έντονη στρατιωτική παρουσία λειτουργεί ως διαφήμιση για την αμυντική βιομηχανία της Τουρκίας η οποία βλέπει να εμπλουτίζεται διαρκώς το πελατολόγιό της από αφρικανικές χώρες.
Σήμερα, η στρατιωτική βιομηχανία της Τουρκίας ευδοκιμεί, με πελατολόγιο έναν αυξανόμενο αριθμό αφρικανικών χωρών.
Το 2002, υπήρχαν στην Τουρκία 56 εταιρείες που παρήγαν όπλα – σήμερα ξεπερνούν τις 1.500, στις οποίες απασχολούνται περισσότεροι από 100.000 άνθρωποι.
Η Αγκυρα έχει ρίξει το βάρος της στην αμυντική βιομηχανία και την έρευνα με αποτέλεσμα οι εξαγωγές όπλων και αμυντικών συστημάτων, από 248 εκατομμύρια δολάρια το 2002, να έχουν φθάσει στα 4 δισ. δολάρια το 2022, με εταιρείες όπως η Aselsan, η Baykar, η Turkish Aerospace Industries (TAI), η Havelsan και η Roketsan.
Η Αγκυρα έχει βάλει στόχο να φτάσει τα 6 δισ. δολάρια φέτος και τα 10 δισ. δολάρια στο εγγύς μέλλον – στα όσα εξάγει σε πολλές αφρικανικές χώρες περιλαμβάνει ηλεκτρονικά συστήματα επιτήρησης, ελικόπτερα μάχης, πυραύλους, ναυτικές πλατφόρμες και εργαλεία εκκαθάρισης ναρκών.
Οσον αφορά τεθωρακισμένα οχήματα, ο τουρκικός βιομηχανικός όμιλος Nurol πούλησε τα τεθωρακισμένα οχήματά του Ejder Yalçin στην Τυνησία, ενώ η εταιρεία κατασκευής ρυμουλκούμενων φορτηγών Katmerciler προμηθεύει θωρακισμένα οχήματα μάχης Hizir στην Γκάμπια, την Ουγκάντα και την Κένυα.
Αναμφίβολα όμως το μεγαλύτερο στρατιωτικό εξαγώγιμο προϊόν της Τουρκίας είναι τα drones.
Εχουν προσελκύσει πολλούς πελάτες, ειδικά από την Αφρική, εκτοξεύοντας την Τουρκία για να γίνει ο τρίτος μεγαλύτερος εξαγωγέας μη επανδρωμένων αεροσκαφών στον κόσμο, μετά την Κίνα και τις ΗΠΑ, των οποίων τα μοντέλα είναι πιο ακριβά. Τα τουρκικά drones πωλούνται σε όλο και περισσότερες αφρικανικές χώρες.