Το 1986 ο Θωμάς Συνοδινός εργαζόταν ως γενικός διευθυντής στο πολυτελές ξενοδοχείο Meridien στην Αθήνα. Είχε ήδη διανύσει μια πολυετή καριέρα ως μάνατζερ σε ναυτιλιακές και ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και είχε μόλις δεχτεί μία πρόταση εργασίας στο εξωτερικό, με τεράστιες απολαβές, όταν αποφάσισε να χτυπήσει την πόρτα του εργοδότη του, Βαρδή Βαρδινογιάννη, για να του ανακοινώσει την απόφασή του: «Σε έξι μήνες θα παραιτηθώ για να γίνω παπάς» του είπε.
«Ο άνθρωπος έμεινε ενεός. Με έβαλε να καθίσω και άρχισε να συζητάει μαζί μου επί δύο ώρες προκειμένου να βεβαιωθεί ότι δεν τρελάθηκα. Στο τέλος σηκώθηκε, μου έδωσε το χέρι και μου είπε: “Ρε, να πας. Να γίνεις αυτό που θέλεις”» λέει στα «ΝΕΑ» ο πρωτοπρεσβύτερος Θωμάς Συνοδινός, προϊστάμενος του Μητροπολιτικού Ναού της Αθήνας.
«Κάπως έτσι, από διευθυντής στο Meridien με μισθό 300.000 δραχμών, βρέθηκα παπάς στον Βόλο, με 41.000 δραχμές τον μήνα, με τη σύζυγό μου να έχει εγκαταλείψει κι εκείνη τη δουλειά της για να με ακολουθήσει και με δύο μικρά παιδιά» λέει.
«Επέλεξα την ενορία της Ευαγγελίστριας στη Νέα Ιωνία του Βόλου και εκεί συνάντησα τους καλύτερους ανθρώπους που έχω δει. Ηταν όλοι τους αριστεροί και όλοι θρησκευάμενοι, ένα κράμα περίεργο» συμπληρώνει γελώντας. «Εκεί πέρασα τα ωραιότερα χρόνια της ποιμαντικής μου διακονίας».
«Η φλόγα της ιεροσύνης όμως έκαιγε μέσα μου από παιδί.
Ηταν το όνειρό μου» εξηγεί. «Οσο μεγάλωνα, αυτό γινόταν μια συνειδητή επιλογή: ότι υπηρετείς έναν σκοπό ανώτερο, ότι υπηρετείς τους ανθρώπους. Αυτό με συνέπαιρνε και με συγκινούσε.
Και βεβαίως έπαιξε ρόλο η γνωριμία μου με τον Χριστόδουλο, τον οποίο γνώρισα όταν ήμουν διευθυντής στα κρουαζιερόπλοια του Αριστομένη Καραγεώργη και εκείνος, νέος μητροπολίτης τότε, ταξίδευε με άλλους ιεράρχες».
Καθώς συζητούμε γευματίζοντας στην πλατεία Μητροπόλεως ξετυλίγεται μπροστά μου μια φιγούρα τρυφερή και οικεία, τόσο που σε κάνει να αναρωτιέσαι πού κρύβεται ο πρωτοσύγκελος που διοικούσε με σιδερένια πυγμή την Αρχιεπισκοπή στο πλάι του μακαριστού Χριστόδουλου από το 1998 ως το 2008, ο άνθρωπος που για μια κουβέντα του συνωστίζονταν οι δημοσιογράφοι, εκείνος που φρόντισε με ευλάβεια τον Αρχιεπίσκοπο ως την ύστατη στιγμή του.
Η απάντηση ίσως κρύβεται στην Αμοργό.
Ο πατέρας Θωμάς Συνοδινός γεννήθηκε το 1948 και ήταν ένα από τα έξι παιδιά του φούρναρη στη Χώρα της Αμοργού. Ενός ανθρώπου φτωχού αλλά λόγιου, συνδρομητή σε επιστημονικές εκδόσεις την εποχή που το 40% του ελληνικού πληθυσμού ήταν αναλφάβητο.
Ηταν φίλος του Καζαντζάκη, του Κακριδή, του Λίνου Πολίτη και του Ζακ Λακαριέρ. «Η γνωριμία του πατέρα μου με τον Νίκο Καζαντζάκη έγινε εντελώς τυχαία» μου λέει. «Ηταν ένα πρωινό, γύρω στο 1928-1930, την ώρα της αυγής, όταν ο πατέρας μου είχε τελειώσει το φούρνισμα και πήγαινε στα χωράφια. Καθώς περπατούσε, είδε έναν ξένο, με κιλότα κρητική και μπότες, να στέκεται σε ένα μπαλκόνι της Αμοργού και να κοιτά την ανατολή του ήλιου. “Καλημέρα σας, κύριε” του είπε. “Θαυμάζετε την Ανατολή;”. “Ναι”, απάντησε εκείνος, “και απορώ ποιος χρωστήρας ζωγράφου θα μπορούσε να αποτυπώσει αυτά τα χρώματα”.
Η πρώτη κουβέντα έφερε τη δεύτερη, η δεύτερη την τρίτη και τότε ο πατέρας μου του είπε: “Ασφαλώς καφέ δεν έχετε πιει…”. Ετσι εγκαταλείφθηκε η επίσκεψη στα χωράφια, πήγαν στο σπίτι, η μητέρα μου, μια γυναίκα υπόδειγμα συζύγου και μητέρας, του έβγαλε ό,τι είχε, αβγουλάκια τηγανητά, τυράκι, καφέ και συνέχισαν να κουβεντιάζουν. Καθώς ζέσταινε η συζήτηση και άρχισαν να μιλάνε για φιλοσοφία, για Πλάτωνα, Αριστοτέλη, για Χρυσόστομο και άλλους, τον ρωτά ο “ξένος”: “Για τον Καζαντζάκη τι γνώμη έχεις;”. “Α”, του λέει ο πατέρας μου, “εδώ τον έχω. Τι να σας πω; Διαβάζω τον Φτωχούλη του Θεού, λέω: Βρε παιδί μου, και θεολόγος μεγάλος είναι. Διαβάζω την Αναφορά στον Γκρέκο, σκέφτομαι: Μα αυτός ή είναι διχασμένη προσωπικότητα ή ψάχνει τον Θεό”. Πετάγεται τότε ο Καζαντζάκης και λέει: “Το δεύτερο, το δεύτερο είναι!”.
Τότε μόνο κατάλαβε ο πατέρας μου ποιος ήταν. Ειδοποίησε τους καθηγητές του νησιού, έκαναν μια ωραία συντροφιά και αργότερα έγραψε ο Καζαντζάκης: “Δεν περίμενα να πάω σε ένα νησί των Κυκλάδων και να συναντήσω έναν φούρναρη-γεωργό που να μου μιλήσει με τέτοια ενάργεια για τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, να μου απαγγείλει ολόκληρα κομμάτια από την Αλεξιάδα της Αννας της Κομνηνής, να μου μιλήσει για τους πατέρες της Εκκλησίας».
Ο πατέρας Θωμάς εξηγεί πως περίπου το ίδιο συνέβη και με τον Ζακ Λακαριέρ, τον σπουδαίο γάλλο ελληνιστή, ο οποίος επισκεπτόμενος την Αμοργό θέλησε να δει τους αρχαιολογικούς χώρους του νησιού.
«Τον παρέπεμψαν στον πατέρα μου. Πράγματι, ήρθε και φιλοξενήθηκε μερικές μέρες στο φτωχικό μας και έγραψε μετά σε ένα βιβλίο για τα της επισκέψεώς του στην Ελλάδα: “Με φιλοξένησε ο φούρναρης. Εκεί του ζήτησα να πάμε και στην αρχαία Αρκεσίνη, μια αρχαία πόλη της Αμοργού. Με συνόδευσε, αλλά κάποια στιγμή όπως συζητούσαμε και τον θαύμαζα για όσα γνώριζε, κάπου διαφωνήσαμε. Ο φούρναρης επέμενε γι’ αυτό και εγώ για εκείνο. Και όταν γύρισα στο Παρίσι πήγα στη Βιβλιοθήκη και διαπίστωσα ότι ο φούρναρης είχε δίκιο!”».
«Οι εποχές εκείνες ήταν τελείως διαφορετικές από τις σημερινές» διαπιστώνει ο Θωμάς Συνοδινός.
«Ολοι είναι με ένα κινητό, έχουν χαθεί οι ανθρώπινες σχέσεις. Βλέπω τον προβληματισμό των ανθρώπων που έρχονται στην Εκκλησία και έχουν νέα παιδιά. Τρέμει η ψυχή τους με το θέμα της εγκληματικότητας» λέει. «Τον ρόλο που παίζει η Εκκλησία στην αποφυγή της εγκληματικότητας δεν τον αποτιμά κανείς. Κάθε φορά που έχουμε μία διαφορετική γνώμη από τους κρατούντες, αρχίζει η κατασυκοφάντηση» συνεχίζει.
Τι θα έκανε ο Χριστόδουλος
«Απέναντι σε αυτά, στις εξελίξεις με τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, πώς θα αντιδρούσε ο μακαριστός Χριστόδουλος;» τον ρωτώ.
«Είμαι βέβαιος ότι θα είχε βγει και θα είχε χαλάσει τον κόσμο. Θα ήταν αντίθετος, θα διατύπωνε τις απόψεις της Εκκλησίας όπως διατυπώθηκαν και από την Ιερά Σύνοδο, και μάλιστα από ιεράρχες πολύ σοβαρούς, θα συνομιλούσε με τον Πρωθυπουργό, με τον πατέρα του οποίου άλλωστε είχε άριστες σχέσεις. Ομως, δεν πιστεύω ότι σήμερα θα ήταν συγκρουσιακός. Η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές ήταν παρορμητικός.
Ομως μεσολάβησαν πολλά από τότε. Πιστεύω πως κι εκείνος, όπως ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, θα απέφευγε τη σύγκρουση». «Και με τις ταυτότητες, το 2000; Τι συνέβη;» ρωτώ. «Τότε του είχα πει: “Καλά, είναι τόσο ουσιώδες το θέμα αυτό για να συγκρουστούμε με την κυβέρνηση; Εχουμε και τα διαβατήρια που δεν αναγράφουν το θρήσκευμα”. Η απάντησή του ήταν: “Παιδί μου, εγώ δεν βλέπω το δέντρο, βλέπω το δάσος, βλέπω αυτά τα οποία έρχονται”. Και δυστυχώς είναι αυτά τα οποία βλέπουμε σήμερα…».
Ο πατέρας Θωμάς Συνοδινός το 2016 τιμήθηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Ιερώνυμο με την ανώτατη τιμητική διάκριση της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, τον «Σταυρό του Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου», για τη συμβολή του στην ολοκλήρωση και την επαναλειτουργία του Μητροπολιτικού Ναού, ο οποίος είχε υποστεί βλάβες από τον σεισμό του 1999. «Τιμώ τον Αρχιεπίσκοπο και τον υπηρετώ με την ίδια αφοσίωση που υπηρέτησα και τον Χριστόδουλο.
Γι’ αυτό τον ευχαριστώ πολύ που παρέμεινα στον Μητροπολιτικό Ναό. Είχα όνειρο να τον ολοκληρώσω. Παιδευτήκαμε 20 χρόνια για να τα καταφέρουμε» λέει. «Πλέον έρχονται ξένοι ηγέτες, τους ξεναγώ στον ναό και στο Μουσείο με τους εκκλησιαστικούς θησαυρούς της Μητρόπολης, που έχουμε φτιάξει στα υπόγειά του, και εντυπωσιάζονται.
Είναι το τρίτο Μουσείο που φτιάχνω, έχω φτιάξει άλλο ένα στον Βόλο με μικρασιατικά κειμήλια και ένα ακόμη στην Αμοργό, το οποίο, εκτός από παλαιοχριστιανικά γλυπτά, περιλαμβάνει και κάποια αντικείμενα του Χριστόδουλου και φέρει προς τιμήν του το όνομά του. Και αυτό όπως και το Μουσείο της Μητρόπολης πραγματοποιήθηκαν με δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Ερχονται, λοιπόν, για προγραμματισμένη επίσκεψη 10 ή 20 λεπτών και περνάει μισή ώρα. Μέχρι που οι άνδρες ασφαλείας αρχίζουν να φωνάζουν πως η ώρα πέρασε!».
Στο εσωτερικό αυτού του ναού έχουν φιλοξενηθεί ιστορικά γεγονότα. «Ολες αυτές οι τελετές θέλουν μια τεράστια προετοιμασία» εξηγεί ο πατέρας Θωμάς.
«Θυμάμαι την κηδεία του Χριστόδουλου, με το λαϊκό προσκύνημα στο οποίο συμμετείχαν χιλιάδες κόσμου με υπομονή. Εβλεπες νέα παιδιά να στέκονται πάνω από το φέρετρο, να βγάζουν το σκουλαρίκι και να το ρίχνουν μέσα. Κι εκείνες οι κραυγές των ανθρώπων “Χριστόδουλε, ζεις”, “Δεν έχεις πεθάνει”, “Ευλόγησέ μας”.
Μία από τις στιγμές που κρατώ ήταν, επίσης, στην κηδεία του βασιλιά Κωνσταντίνου, όταν ένας από τους παρισταμένους είπε: “What a beautiful church!”. Τους είπα τότε ότι “είναι ένας μικρός ναός, εσείς στην Ευρώπη έχετε τεράστιους καθεδρικούς, εμάς το στυλ του είναι διαφορετικό” και κάποιος μου απάντησε: “Ναι, είναι τεράστιοι αλλά εδώ αισθάνεσαι την πνευματικότητα”. Από τις πιο πνευματικές μορφές που γνώρισα είναι ο βασιλιάς Κάρολος.
Μπήκε μέσα στην εκκλησία της Καπνικαρέας με μεγάλη ευλάβεια και ρωτούσε να μάθει. Σέβεται πολύ την Ορθοδοξία. Είναι ένας ευγενής άνθρωπος. Από την άλλη, με εντυπωσίασε η εγκαρδιότητα του Μακρόν και με συγκίνησε ο Πομπέο, ο υπουργός Εξωτερικών της Αμερικής, του οποίου η σύζυγος είναι ορθόδοξη. Τους ξενάγησα στον ναό και στο Μουσείο, έμειναν για λίγο στη λειτουργία και το επόμενο καλοκαίρι που είχαν επισκεφθεί ιδιωτικά την Αθήνα ήρθαν απροειδοποίητα να με δουν».
«Να δώσεις μια ανάσα»
Και τελικά τι μένει από όλα αυτά; «Εχω ζήσει πολλά στη ζωή μου, πάρα πολλά» λέει ο Θωμάς Συνοδινός. «Η ανάπαυσή μου είναι η οικογένειά μου, η καλή μου σύζυγος, τα δυο κορίτσια μου και το εγγονάκι μου που υπεραγαπώ. Η ιεροσύνη μάς δίνει μεγάλες ευκαιρίες για αναστοχασμό, για να γινόμαστε εμείς πρώτα πιο ανθρώπινοι και πιο συνανθρώπινοι.
Πολλές φορές λέω πως ίσως γινόμαστε πιο καλοί άνθρωποι από αυτά που ακούμε από τους ανθρώπους παρά από αυτά που θα ακούσουν εκείνοι από εμάς. Είναι μεγάλη ευθύνη να είσαι καλός παπάς.
Είναι να πιάσεις τον άλλον την ώρα που πονάει και να του δώσεις μια ανάσα. Να δεις έναν άνθρωπο που τον περιφρονούν και να του χαρίσεις ένα χαμόγελο.
Πώς να κατηγορήσεις κάποιον; Ποτέ δεν ξέρεις ένας άνθρωπος τι κρύβει μέσα του. Στον Βόλο έχω εξομολογήσει ιερόδουλη που με έκανε και έκλαιγα. Μου είπε τη ζωή της και έκλαιγα… Γι’ αυτό και αγαπώ την Αμοργό, να κάθομαι κάτω από τη Χοζοβιώτισσα το βράδυ, να βλέπω το Μοναστήρι και τα άστρα, να κάνω την προσευχή μου και να σκέφτομαι…».