Υπάρχει μια αμηχανία τις τελευταίες μέρες για το πού πάει η οικονομία. Παρατηρείται μια μικρή επιβράδυνση της ανάπτυξης και μαζί των επενδύσεων και των μεταρρυθμίσεων. Επίσης δεν είναι σαφές ποιες θα είναι οι επόμενες κινήσεις της κυβέρνησης στον τομέα της οικονομίας. Ηρθε – για την ακρίβεια προσπέρασε – μετά και η Moody’s και η κατάσταση επιβαρύνθηκε περισσότερο. Κανένα από τα παραπάνω, ωστόσο, δεν αποτελούν λόγος συναγερμού. Η οικονομία παραμένει πάνω σε γερές ράγες, απόρροια των αποφάσεων της προηγούμενης δεκαετίας. Απλά αυτό που ξεχνάμε πολλές φορές στην ανάλυσή μας είναι ότι μόλις βγήκαμε ακόμα από μια τεράστια κρίση και τα «τραύματα» είναι νωπά.
Το περιέγραψε εξαιρετικά ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας. Με επιτόκιο για το μεγαλύτερο μέρος του χρέους μας μόλις 1,1% για τα επόμενα 20 χρόνια. Τέτοια δομή χρέους (και η αλήθεια είναι τόσο μεγάλο χρέος) δεν έχει κανείς στην ευρωζώνη. Εμείς πρέπει απλά να πετυχαίνουμε ετησίως ένα πρωτογενές πλεόνασμα κοντά στο 2%. Κάτι που φαίνεται ότι με τον έναν (φορολόγηση ελεύθερων επαγγελματιών) ή τον άλλο τρόπο (περικοπές έξτρα επιδομάτων), το πετυχαίνει εύκολα η οικονομία μας. Αρα οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι που μας έριξαν στα «βράχια» πριν από μερικά χρόνια, ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός και ο αποκλεισμός από τις αγορές, δεν υφίστανται επί του παρόντος. Αυτό που πρέπει να κάνουμε για να πάμε ακόμα καλύτερα είναι προφανώς μεταρρυθμίσεις, με στόχο την αύξηση των ξένων άμεσων επενδύσεων, οι οποίες επίσης επιβραδύνθηκαν πέρυσι και βέβαια τη βελτίωση του εξωτερικού μας εμπορικού ισοζυγίου, το οποίο βελτιώθηκε πέρυσι, αλλά παραμένει σημαντικά ελλειμματικό.
Το ερώτημα οπότε παραμένει εύλογο: τι έπαθε η Moody’s; Γιατί άφησε την περασμένη Παρασκευή την αξιολόγηση των ελληνικών ομολόγων στην κατηγορία «σκουπίδια», χωρίς ούτε καν να βελτιώσει τις προοπτικές σε θετικές όπως έκανε με την Ισπανία επίσης την Παρασκευή, προδιαθέτοντας για μια πιθανή αναβάθμιση τους επόμενους μήνες;
Εκ πρώτοις δείχνει παντελώς αδικαιολόγητη. Οχι για κανέναν άλλον λόγο, αλλά γιατί έρχεται σε πλήρη αναντιστοιχία με την αντιμετώπιση της ελληνικής οικονομίας από τους άλλους οίκους και τις αγορές, που της επιτρέπουν να δανείζεται φτηνότερα από χώρες όπως η Ιταλία και η Μεγάλη Βρετανία και σχεδόν με ίδιο επιτόκιο με την Ισπανία, χώρες που όλες αξιολογούνται υψηλότερα της επενδυτικής βαθμίδας. Πριν από μερικές εβδομάδες το Bloomberg επισήμαινε την αναντιστοιχία των πορισμάτων των οίκων με την πραγματικότητα των αγορών. Ανέφερε την Ελλάδα ως παράδειγμα άδικης αντιμετώπισης.
Η αλήθεια είναι ότι η απόφαση της Moody’s θα ήταν χρήσιμη αν συνοδευόταν από ένα ισχυρό καμπανάκι για την πορεία της οικονομίας. Τίποτα. Ούτε μια φράση δεν υπάρχει στο κείμενο που εξέδωσε την προηγούμενη Παρασκευή ο οίκος αξιολόγησης, που να μπορεί να εξηγήσει την απόφασή του. Επαναλαμβάνει γνωστά προβλήματα όπως αυτά του δικαστικού συστήματος (όπως και όλοι οι άλλοι που μας έχουν όμως αναβαθμίσει) και τα δυσμενή δημογραφικά στοιχεία (που παρατηρούνται σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες).
Η αίσθηση που αφήνει η απροθυμία της Moody’s είναι ότι δεν «ξεχνά». Προφανώς, γιατί δεν μας εμπιστεύεται. Δεν μπορεί να σβήσει από την επενδυτική της μνήμη τη χρεοκοπία εντός της ευρωζώνης και τις απώλειες που κατέγραψαν οι ιδιώτες επενδυτές στο κούρεμα που έγινε στο ελληνικό χρέος. Το θέμα είναι ότι έχουμε προχωρήσει. Σκεφτείτε απλά τι θα γραφόταν παλαιότερα για τα «κοράκια των αγορών», για μια τέτοια κίνηση. Κάποια στιγμή (13 Σεπτεμβρίου) θα το δει και η Moody’s.