Οι αμερικανοί καταναλωτές πλήρωσαν το 2023 σχεδόν 50% περισσότερα μέσω πιστωτικών καρτών από όσα είχαν πληρώσει το 2020, έτος εκλογής του προέδρου Μπάιντεν. Το άλμα στο χρέος των πιστωτικών καρτών είναι ένα σημάδι ότι ένας αυξανόμενος αριθμός καταναλωτών δυσκολεύεται να ανταποκριθεί στα έξοδα, δεδομένης της αύξησης των τιμών των πάντων, από τα τρόφιμα μέχρι τα αεροπορικά εισιτήρια, τα τελευταία δύο χρόνια.
Μόνο οι τόκοι και οι προμήθειες πιστωτικών καρτών αυξήθηκαν από τα 51 δισεκατομμύρια δολάρια που ήταν το 2020 στα 157 δισεκατομμύρια δολάρια στα τέλη της προηγούμενης χρονιάς. Οι καθυστερήσεις στις αποπληρωμές των καρτών βρίσκονται στο υψηλότερο σημείο των τελευταίων 13 ετών. Το υπόλοιπο των οφειλών έφτασε το ρεκόρ των 1,13 δισ. δολαρίων. Οι Ρεπουμπλικανοί πιάνονται από αυτό το στοιχείο και επιτίθενται στον πρόεδρο για τις επιπτώσεις της κρίσης του κόστους ζωής που προκάλεσαν ο πληθωρισμός και η αύξηση των επιτοκίων.
Tο συγκεκριμένο θέμα επηρεάζει τόσο πολύ την προεκλογική περίοδο, ώστε οι μισοί περίπου Αμερικανοί να αισθάνονται ότι βρίσκονται σε χειρότερη οικονομική κατάσταση από ό,τι πριν από τέσσερα χρόνια. Προφανώς όπως και στην Ελλάδα, οι Αμερικανοί σε ποσοστό 80% θεωρούν σημαντικότερο πρόβλημα τον πληθωρισμό. Η μεγάλη διαφορά των Ελλήνων είναι ότι η ακρίβεια είναι μεν ίδια και χειρότερη με εμάς, αλλά στην περίπτωσή μας δεν υπάρχει καμία ένδειξη υπερδανεισμού. Το αντίθετο.
Οι έλληνες δανειολήπτες μειώνουν κάθε μήνα τα υπόλοιπά τους στις ελληνικές τράπεζες. Αποπληρώνουν παλαιές οφειλές και δεν προχωρούν σε νέο δανεισμό, σίγουρα δεν χρησιμοποιούν περισσότερο τις κάρτες τους παρά το ροκάνισμα του διαθέσιμου εισοδήματος από την ακρίβεια.
Αν συνεχίσουμε έτσι, ετοιμάζεται να συμβεί κάτι μοναδικό, να περάσουμε μια ολόκληρη πληθωριστική περίοδο χωρίς να αυξήσουμε τα χρέη μας. Ενδεχομένως να ήταν ήδη μεγάλα στην περίπτωσή μας, αλλά το επίτευγμα παραμένει εντυπωσιακό. Οι τιμές αυξήθηκαν και συνεχίζουν να αυξάνονται επί μια τριετία, τα επιτόκια δανεισμού επίσης, κι όμως τα ελληνικά νοικοκυριά δεν κάνουν αυτό που έκαναν στην πρώτη δεκαετία αυτού του αιώνα, φορτώνοντας με χρέη τις κάρτες τους. Δεν υποθήκευσαν τη ζωή τους όπως έκαναν τότε, όταν τα χρέη έγιναν στη συνέχεια δάνεια ρυθμισμένα, προκειμένου να αποφύγουν τα υπέρογκα επιτόκια των καρτών. Κάποιες οφειλές τότε για να τύχουν μικρότερου επιτοκίου συνδέθηκαν με την υποθήκη κάποιου ακινήτου. Σπίτια χάθηκαν μετά το 2010 από τις φουσκωμένες κάρτες εκείνης δεκαετίας. Αυτό δεν συμβαίνει τώρα, σημάδι ευοίωνο για τις επιπτώσεις που θα αφήσει πίσω της η πληθωριστική περίοδος που περνάμε. Δείχνει ότι τουλάχιστον κάτι μάθαμε.
Ολο αυτό μπορεί να είναι αποτέλεσμα της συμπιεσμένης ανάπτυξης που εκδηλώθηκε την πιο κατάλληλη στιγμή. Μπορεί να οφείλεται δηλαδή σε λόγους που ούτως ή άλλως θα υπήρχαν σε μια οικονομία που κάποια στιγμή θα ανέκαμπτε από την τεράστια κρίση της προηγούμενης δεκαετίας. Αν ήταν ωστόσο κάτι τόσο απλό, θα εκδηλωνόταν το 2017, το 2018, που και πληθωρισμός δεν υπήρχε και τα επιτόκια ήταν αρνητικά. Δεν συνέβη και αυτή είναι η μεγάλη διαφορά αυτής της περιόδου. Σε γενικές γραμμές, γίνονται κανονικά πράγματα στην οικονομία και αυτό μάλλον αρκεί για να αποφευχθούν, αυτή τη φορά, μεγάλες περιπέτειες.