Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η τελική απόφαση θα ληφθεί από τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και τον δικό του σχεδιασμό. Οι υπόλοιποι, που μπορούν να επηρεάσουν όσα καταστρώνονται στο φαραωνικό Ακ Σαράι, θα συμμορφωθούν και θα ακολουθήσουν στον ίδιο βηματισμό. Αλλά μέσα στις επόμενες 60 ημέρες μπορεί να αποκαλυφθούν διαθέσεις και προθέσεις που θα ανοίξουν ένα νέο κεφάλαιο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η νέα συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν στην Αγκυρα μπορεί να επιβεβαιώσει ένα μεγάλο αδιέξοδο και να επαναφέρει τις διμερείς επαφές σε ένα σκηνικό που θα παραπέμπει στον σκύλο που κυνηγάει την ουρά του. Μπορεί, όμως, και να διαγράψει μια εικόνα δεκαετιών, διαμορφώνοντας ένα νέο σκηνικό που θα οδηγήσει σε ευρύτερες μεταβολές και σε νέες ισορροπίες στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Το μήνυμα είναι ότι το ραντεβού στα μέσα Μαΐου στην Αγκυρα μπορεί να καταγραφεί ως μια νέα αφετηρία που εκτός από τους σχεδιαστές θα έχει και τους διαχειριστές της.
Η μετακίνηση του διπλωματικού άξονα εκατέρωθεν του Αιγαίου, από το δίδυμο Δένδια – Τσαβούσογλου στο δίδυμο Γεραπετρίτη – Φιντάν, από πολλούς συνδέθηκε εξαρχής με ένα βαθύτερο στόχο που υπερβαίνει τα «ήρεμα νερά». Το μορατόριουμ διαρκείας διευκολύνει την προσέγγιση και απορροφά κραδασμούς, αλλά δεν παύει η σκόνη να παραμένει κάτω από το χαλί. Και αυτούς τους εννέα μήνες, ο Χακάν Φιντάν κάθε άλλο επιβεβαιώνεται ότι μετακινήθηκε από τη ΜΙΤ στο τουρκικό ΥΠΕΞ, προκειμένου να αναλάβει τον ρόλο ενός ακόμη «γερακιού», αλλά για κλείσει τις ρωγμές στη σχέση της Αγκυρας με την Ουάσιγκτον και να ανοίξει ξανά τον ευρωπαϊκό δρόμο της Τουρκίας. Και για όλους τους παίκτες στο τραπέζι, τα ελληνοτουρκικά δεν αποτελούν μια υποσημείωση. Περισσότερο από πράκτορας, ο Φιντάν διαδέχθηκε τον Τσαβούσογλου ως διπλωμάτης και η αλλαγή φρουράς δεν φαίνεται να συνδέεται με το ερντογανικό «ροτέισον», αλλά με μια αποστολή. Ή, ακριβέστερα, με πολλές αποστολές.
Με μεταπτυχιακό στη διαχείριση κρίσεων από το Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ, ο Φιντάν έχει ήδη ξανανοίξει τον δίαυλο με τις ΗΠΑ, όπως άλλωστε έκανε και στην πολυετή θητεία του στο τιμόνι της ΜΙΤ. Ουσιαστικά υπήρξε ο μακροβιότερος σε αυτή την κομβική θέση (από το 2010 έως το 2023), επιβεβαιώνοντας την από χρόνια εξ απορρήτων θέση του δίπλα στον τούρκο πρόεδρο. Και έχει τη σημασία του ότι τη μοναδική φορά που επεδίωξε να ενδυθεί ένα κοινοβουλευτικό μανδύα, με την υποψηφιότητα στις εκλογές του 2015, το σχέδιο αναθεωρήθηκε άμεσα – ο Φιντάν απέσυρε την υποψηφιότητα και διορίστηκε εκ νέου στη ΜΙΤ μέσα σε λίγες ώρες. Από εκείνη τη θέση αποτέλεσε έναν υπόγειο δίαυλο ανάμεσα στη CIA και τις μυστικές υπηρεσίες του Ιράν, προκαλώντας στο παρασκήνιο και τις ισραηλινές αντιδράσεις. Οπως φρόντισε να παραμένει σε ανοικτή γραμμή και με τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Για την Αθήνα, η εκκίνηση των συζητήσεων και για τα δύσκολα θέματα της ελληνοτουρκικής ατζέντας θα αύξανε τις προσδοκίες για το κλείσιμο του μεγαλύτερου μετώπου στην εξωτερική πολιτική. Μακροπρόθεσμα μια πορεία που θα κατέληγε στη Χάγη θα μπορούσε να αναθεωρήσει το πλάνο στα εξοπλιστικά προγράμματα, ενώ θα διαμόρφωνε ένα νέο περιβάλλον στην ευρύτερη γειτονιά. Με το θέμα της Βόρειας Μακεδονίας να έχει πάρει τον δρόμο του και το ζήτημα Μπελέρη να μην εκτιμάται ότι μπορεί να δοκιμάζει επί μακρόν τις σχέσεις με τα Τίρανα, εάν στο προσεχές μέλλον τα ελληνοτουρκικά πάψουν να χαρακτηρίζουν ένα πρόβλημα και αρχίσουν να σηματοδοτούν μια σχέση, τότε θα μπορέσει να τεθεί σε μια νέα βάση συνολικά ο σχεδιασμός της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.
Ο Φιντάν επιδιώκει την επανεκκίνηση της διαδικασίας ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, η οποία «δεν μπορεί να αφεθεί έρμαιο στη φαύλη πολιτική ατζέντα ορισμένων χωρών» – και δεν αναφέρεται στην Ελλάδα. Η επικαιροποίηση της τελωνειακής ένωσης, η χαλάρωση του καθεστώτος θεωρήσεων προς τους τούρκους πολίτες που ταξιδεύουν στην ΕΕ, εμπορικά προνόμια, όπως και η οικονομική στήριξη της Αγκυρας για την αντιμετώπιση της παράτυπης μετανάστευσης, είναι τα εργαλεία και οι στόχοι που βάζει στο τραπέζι. Η Αθήνα προσυπογράφει – και περιμένει ανταλλάγματα.