Μεγαλύτερη αύξηση στη σύνταξη θα περιμένουν όσοι συνταξιοδοτηθούν το 2025 καθώς αλλάζει ο τρόπος υπολογισμού των αυξήσεων στις συντάξεις. Το νέο σύστημα είναι καλύτερο γιατί μπορεί να οδηγήσει σε αυξήσεις πάνω από τον πληθωρισμό και σε μεγαλύτερη ανταποδοτική σύνταξη.
Με το σημερινό σύστημα υπολογισμού των συντάξιμων αποδοχών οι ασφαλισμένοι κερδίζουν μόνο τις χρονιές που ο πληθωρισμός είναι υψηλός. Με εξαίρεση το 2022, που ο πληθωρισμός ήταν στο 9,9%, καμία από τις προηγούμενες δεν πέρασε το 3%.
Με την αλλαγή όμως που θα ισχύσει από το 2025, οι ασφαλισμένοι που θα βγουν στα έτη 2025-2028 θα πάρουν μεγαλύτερη ανταποδοτική σύνταξη, καθώς θα υπολογιστεί με μισθούς αυξημένους κατά 5% κάθε έτος. Τονίζεται ότι η αλλαγή του 2025 θα ωφελήσει με υψηλότερη ανταποδοτική σύνταξη τους νέους συνταξιούχους.
Τι προβλέπεται
Η σχετική διάταξη προβλέπει ότι «η αναπροσαρμογή των συντάξιμων αποδοχών για το διάστημα έως και το 2024 διενεργείται κατά τη μεταβολή του μέσου ετήσιου Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Η προσαύξηση των συντάξιμων αποδοχών για το διάστημα από το 2025 και εφεξής διενεργείται με βάση τον δείκτη μεταβολής μισθών, που υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ».
Ειδικότερα, σύμφωνα με τον νόμο Βρούτση από 1/1/2025 και εφεξής το ανώτατο όριο των ασφαλιστέων αποδοχών προσαυξάνεται κατ’ έτος κατά τον δείκτη μεταβολής μισθών, και όχι με τιμαριθμοποίηση των μισθών και σύνδεσή τους με τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, που είναι η μέθοδος που θα ισχύει ως και το 2024. Ο δείκτης αυτός θα δείχνει πόση ήταν η αύξηση του μέσου μισθού για το σύνολο της οικονομίας κάθε χρόνο από το 2002 και μετά και κατά την ετήσια μεταβολή του Δείκτη Μισθών και θα αναπροσαρμόζει τις συντάξιμες αποδοχές των ασφαλισμένων που θα αποχωρούν από 1ης/1/2025 και μετά. Ο νόμος προέβλεπε την εφαρμογή της συγκεκριμένης διάταξης από το 2021, αλλά επειδή δεν μπορούσε να τον προσδιορίσει η ΕΛΣΤΑΤ πήρε αναβολή για να εφαρμοστεί από 1ης/1/2025.
Με το σημερινό σύστημα υπολογισμού των συντάξιμων αποδοχών οι ασφαλισμένοι κερδίζουν μόνον τις χρονιές που ο πληθωρισμός είναι υψηλός. Με την αλλαγή που θα ισχύσει από το 2025, οι ασφαλισμένοι που θα βγουν στα έτη 2025-2028 θα πάρουν μεγαλύτερη ανταποδοτική σύνταξη, καθώς θα υπολογιστεί με μισθούς αυξημένους κατά 4,5% με 5% ετησίως.
Οπως τονίζουν ειδικοί στην κοινωνική ασφάλιση στις αιτήσεις συνταξιοδότησης από το 2025 και μετά, η αναπροσαρμογή των αποδοχών στις συντάξεις θα γίνεται για μεν το διάστημα από το 2002 ως και το 2023 με βάση τον πληθωρισμό, για δε το διάστημα από 2025 και μετά με βάση το μέσο ποσοστό αύξησης των μισθών κατά το προηγούμενο έτος για το σύνολο των εργαζομένων.
«Κέρδη»
Την ίδια ώρα διαπιστώνεται ότι μεγαλύτερη σύνταξη από 26,2 ευρώ έως 254 ευρώ μπορούν να λάβουν πολλοί ασφαλισμένοι που θα παρατείνουν τον εργασιακό τους βίο. Οι πλέον κερδισμένοι του νέου συστήματος συνταξιοδότησης, συγκριτικά με τον νόμο Κατρούγκαλου, είναι όσοι αποχωρούν με 40ετία ασφάλισης και πληρωμένων εισφορών. Στα 40 χρόνια κορυφώνονται τα «κέρδη» συγκριτικά με τους σημερινούς συντελεστές.
Οσο περισσότερα χρόνια εξασφαλίζει κανείς μέσα στη δεκαετία 30,1-40 έτη ασφάλισης τόσο μεγαλύτερη σύνταξη θα λάβει. Πιο σημαντικό είναι το όφελος στην πενταετία 35-40 έτη ασφάλισης. Για 3.500 ευρώ συντάξιμες αποδοχές, η αύξηση για την 40ετία φτάνει στα 252 ευρώ σε σύγκριση με τα σημερινά ποσοστά. Αντίστοιχα, για 1.000 ευρώ συντάξιμες αποδοχές η αύξηση φτάνει στα 72 ευρώ σε σύγκριση με τα σημερινά ποσοστά. Στην 35ετία η αύξηση για 1.000 ευρώ συντάξιμες αποδοχές φτάνει στα 35 ευρώ, ενώ για 3.500 ευρώ συντάξιμες αποδοχές ανεβαίνει στα 123 ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι οι συντάξιμες αποδοχές είναι η βάση υπολογισμού της σύνταξης, δηλαδή ο μισθός ή το εισόδημα επί του οποίου υπολογίζονται οι εισφορές στο διάστημα του εργασιακού βίου.
Επισημαίνεται ότι οι συντάξιμες αποδοχές υπολογίζονται με βάση τον μέσο όρο των μεικτών μηνιαίων αποδοχών των ασφαλισμένων από το 2002 έως τον μήνα πριν από τη συνταξιοδότηση επί των οποίων έγιναν ασφαλιστικές κρατήσεις κλάδου κύριας σύνταξης. Οι μήνες υπολογίζονται επί 14 μισθούς λόγω των δώρων. Ο μέσος όρος βγαίνει από το άθροισμα των μισθών διά τους μήνες ασφάλισης από 2002 και μετά.