Η πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης, που έκανε ο Νίκος Ανδρουλάκης και ήδη άρχισε να συζητείται στη Βουλή, κατά τη γνώμη μου είναι μια ακόμα αδιέξοδη πολιτική κίνηση του ΠΑΣΟΚ. Χωρίς ουσιαστικά οφέλη.
Μια τέτοια πρόταση μπορεί να έχει διάφορους στόχους. Ο πρώτος είναι ο αντικειμενικός: η πτώση της κυβέρνησης, η επιβεβαίωση μιας αίσθησης απώλειας εμπιστοσύνης που θα μπορούσε να επικυρώσει η κοινοβουλευτική διαδικασία. Αλλά κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Η κυβέρνηση, που δεν έχει κλείσει χρόνο, παραμένει ισχυρή, με συνεκτική πλειοψηφία 158 βουλευτών η οποία θα ήταν παράλογο να διαταραχθεί μόνο από την ανακίνηση ενός ζητήματος που συζητήθηκε και στις τελευταίες εκλογές, όταν η ΝΔ θριάμβευσε με ποσοστό σχεδόν 41%, με χαώδη διαφορά από τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Αφού λοιπόν δεν θα πέσει η κυβέρνηση, ο επόμενος στόχος θα μπορούσε να είναι ο κλονισμός της, η φυλλορροή της. Κι αυτή θα μπορούσε να επιβεβαιωθεί είτε με μείωση της κυβερνητικής πλειοψηφίας, είτε με παγίωση μιας δημοσκοπικής υποχώρησής της. Αλλά η πρόταση μομφής, και μάλιστα για τους λόγους που γίνεται, μάλλον ενισχύει την κυβερνητική συνοχή παρά την αποσταθεροποιεί.
Αφενός, υποχρεώνει και τα πιο απρόθυμα στελέχη της ΝΔ να στοιχηθούν πίσω από τον Πρωθυπουργό. Αφετέρου, συσπειρώνει στη ΝΔ ψηφοφόρους που απομακρύνονταν, είτε λόγω κάποιας δυσαρέσκειας είτε λόγω της χαλαρής ψήφου που συνήθως είναι ευκολότερη σε λιγότερο πολωμένα περιβάλλοντα.
Μήπως όμως αλλάζει ο συσχετισμός με τον ΣΥΡΙΖΑ, τον αντίπαλο των δημοσκοπήσεων για τη δεύτερη θέση, που την πρώτη περίοδο προεδρίας του Στέφανου Κασσελάκη φαινόταν εφικτή αλλά, σήμερα, έπειτα από την έκθεση του φαντάρου προέδρου στους μηχανισμούς δημοσιότητας φαίνεται να απομακρύνεται; Αλλά γιατί να αλλάξει; Η πρωτότυπη ιδέα αυτού του τύπου της ηθικολογικής διαμαρτυρίας ανήκει στον ΣΥΡΙΖΑ. Από τα χρόνια της χρεοκοπίας και την εμφάνιση των Αγανακτισμένων, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αποκτήσει τεχνογνωσία στον προσπορισμό μιας ασαφούς διαμαρτυρίας που προέρχεται περισσότερο από το θυμικό των διαμαρτυρομένων και όχι από την ορθολογική ανάγνωση των δεδομένων. Το ΠΑΣΟΚ προσχώρησε επί Νίκου Ανδρουλάκη σε αυτό το ρεύμα που αναζητά ψηφοφόρους ανάμεσα σε διαμαρτυρόμενους πολίτες, σε μια εποχή όμως που όλη η αντιπολίτευση, μικρή και μεγάλη, δεξιά κι αριστερή, πολιτεύεται με αυτόν τον τρόπο.
Δεν είναι τυχαίο ότι την ώρα που ο Ανδρουλάκης ανήγγελλε την πρόταση δυσπιστίας, ο Κασσελάκης ζητούσε από τον Μητσοτάκη να παραιτηθεί ήρεμα και να κάνει εκλογές με διεθνείς παρατηρητές. Το γεγονός ότι, στη συνέχεια, τα δύο κόμματα συνεργάστηκαν για την πρόταση, βάζει το ΠΑΣΟΚ ακόμα μια φορά στη σκιά του ΣΥΡΙΖΑ. Εκτός των άλλων επειδή στο πεδίο όπου έχει φτάσει η πολιτική αντιπαράθεση, κερδίζει ο πιο ακραίος, ο πιο παραδοξολόγος, ο πιο εξωγήινος.
Μήπως όμως η επιτυχία έγκειται σε αυτό που είπε ο εκπρόσωπος Τύπου του ΠΑΣΟΚ, Δημήτρης Μάντζος, ότι η πρόταση μομφής θα φέρει στη Βουλή τον «μονίμως κρυπτόμενο» Πρωθυπουργό; Θα φανεί από το αν ο «μονίμως κρυπτόμενος» συντριβεί από τον Νίκο Ανδρουλάκη. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο θα ήταν η πρώτη φορά. Αν δεν συμβεί, απλώς, θα έχει δοθεί η ευκαιρία στον Πρωθυπουργό να σκεφτεί τα επιχειρήματα που η κυβερνητική πλειοψηφία δεν τόνισε ως χθες και να αναθεωρήσει λάθη τακτικής που έδωσαν στην αντιπολίτευση την αίσθηση ότι βρίσκεται στο προνομιακό πεδίο της.
Με άλλα λόγια, Νίκο Ανδρουλάκη, όλο πάμε κι ερχόμαστε κι όλο στον ίδιο παρονομαστή βρισκόμαστε.