Οι δύο πρώτες ημέρες της κοινοβουλευτικής συζήτησης για το τρομακτικό δυστύχημα των Τεμπών δείχνουν σε όλη της τη διάσταση την αβάσταχτη ελαφρότητα του πολιτικού προσωπικού που βρίσκεται στη Βουλή. Εκανα το λάθος να προσπαθήσω μαζοχιστικά να παρακολουθήσω για πολλή ώρα τη διαδικασία και τρόμαξα.
Από τη μια, ένας μονόλογος με κοινά χαρακτηριστικά κι από τα κόμματα της Αριστεράς που έχουν υποβάλει την πρόταση δυσπιστίας κι από τα κόμματα της Ακροδεξιάς – από μια ηνωμένην αντιπολίτευσιν. Εν πρώτοις, η λέξη δυστύχημα στις αγορεύσεις έχει αντικατασταθεί από τη λέξη έγκλημα. Χωρίς περιστροφές, το «έγκλημα» έχει ήδη ενόχους και αυτοί είναι η κυβέρνηση. Συχνά, συχνότατα, από το βήμα της Βουλής ακούστηκαν τερατώδεις θεωρίες συνωμοσίας, αναπόδεικτοι υπαινιγμοί και αδιανόητοι χαρακτηρισμοί κατά της κυβέρνησης που παρομοιάζεται με έναν μαφιόζικο μηχανισμό συγκάλυψης.
Προεξάρχων όλης αυτής της τελετουργίας μίσους, και χθες, ο εμπνευστής των βασικών συστατικών της νέας εχθροπάθειας που αναδύεται, ο γνωστός ακροδεξιός Επιστολογράφος του Χριστού. Ο οποίος φρόντισε να διανθίσει με σπλάτερ λεπτομέρειες τις αφηγήσεις του, προφανώς πάντα από έγκυρες πηγές στις οποίες έχει πρόσβαση μόνο αυτός.
Το θέμα όμως είναι ότι όσα ισχυρίζεται ο συγκεκριμένος Επιστολογράφος εύκολα τα υιοθετούν, έστω προσαρμοσμένα στη δική τους ρητορική, και τα κόμματα που υπογράφουν την πρόταση δυσπιστίας.
Τι κάνει στη Βουλή σύσσωμη η αντιπολίτευση που κατέθεσε και υποστηρίζει αυτή την πρόταση; Στο όνομα του κράτους δικαίου έχει απαγγείλει κατηγορίες και, ταυτόχρονα, έχει προαποφασίσει ενόχους και τον βαθμό ενοχής τους. Απλώς, επειδή η Αριστερά είναι με τις απόψεις του Φουκό για τις φυλακές, δεν θέλει να βάλει τους ενόχους της αντιπολίτευσης στη φυλακή, αλλά, απλώς, να τους οδηγήσει εκτός της εξουσίας. Και επειδή δεν μπορεί να το κάνει μέσω του κοινοβουλευτισμού, μέσω δηλαδή της διαδικασίας που προβλέπεται από το Σύνταγμα του ελληνικού κράτους, ζητεί την επέμβαση των ξένων – μιας ευρωπαίας εισαγγελέως ή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όπου όμως δεν συζητήθηκε διεξοδικά το ζήτημα αλλά εκτέθηκε απλώς η θέση της ηνωμένης αντιπολιτεύσεως.
Κι όταν επισημαίνεται ότι, παρά τα όσα λέγονται, ήρθησαν τα εμπόδια του νόμου και η δημοσιοϋπαλληλική αντίληψη για τη λειτουργία του Δημοσίου και ότι η Δικαιοσύνη πολύ σύντομα, εντός του καλοκαιριού, θα έχει οδηγήσει την υπόθεση στο ακροατήριο, σε χρόνο – ρεκόρ για τα δεδομένα λειτουργίας της Δικαιοσύνης στην Ελλάδα, σύσσωμη η ηνωμένη αντιπολίτευσις κάνει λόγο για συγκάλυψη.
Κανείς βεβαίως δεν κάνει τον κόπο να εξηγήσει ποια διαδικασία πρέπει να ακολουθηθεί αφού η δίκη, η προβλεπόμενη δηλαδή από το Σύνταγμα διαδικασία απόδοσης δικαιοσύνης, είναι συγκάλυψη. Αυτό που όλοι ορίζουμε ως κράτος δικαίου, ότι πρέπει να λειτουργήσει η Δικαιοσύνη, να διερευνήσει, να αποκαλύψει, να αποδώσει ευθύνες και να τιμωρήσει, σύσσωμη η ηνωμένη αντιπολίτευσις το αποκαλεί συγκάλυψη. Κατανοώ τον λόγο. Η ηνωμένη αντιπολίτευσις, που τρέφεται και συντηρείται από τη διαμαρτυρία, δεν επιδιώκει την κάθαρση – επειδή η κάθαρση ταξινομεί ερωτήματα και δίνει απαντήσεις. Ε, η αντιπολίτευση δεν επιδιώκει απαντήσεις. Επειδή τρέφεται από την αβεβαιότητα, τις υποψίες, τις φήμες, τις θεωρίες συνωμοσίας, θα ήθελε οι ευθύνες να αποδοθούν στον Κανένα – επειδή μόνο τότε η αντιπολίτευση θα μπορεί να αποδίδει ευθύνες στους αντιπάλους της.
ΥΓ: Κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ (μαζί με τον Μιχάλη Κατρίνη) και, πλέον, όχι πια υπεύθυνος Τύπου είναι ο Δημήτρης Μάντζος. Συγγνώμη.