Η καθυστέρηση στη διαμόρφωση και την κατάθεση του τελικού κειμένου για την πρόταση δυσπιστίας αποτυπώνει το πρωτόγνωρο της συνθήκης: για πρώτη φορά στα τελευταία πενήντα χρόνια τα κόμματα της αντιπολίτευσης συσπειρώθηκαν για να καταθέσουν την πρόταση από κοινού.
Χρειάζονταν πενήντα υπογραφές για την κατάθεση της πρότασης δυσπιστίας – και μετά τις προηγούμενες κάλπες κανένα κόμμα από μόνο του (ούτε η αξιωματική αντιπολίτευση) δεν συμπληρώνει τον αριθμό. Αυτή η κατακερματισμένη αντιπολίτευση κατάφερε να συμφωνήσει σε ένα κοινό κείμενο, παρά τις διαφωνίες και τα εμπρός-πίσω των κομμάτων που την απαρτίζουν: ήταν η πρώτη φορά που σε κοινοβουλευτικό, θεσμικό επίπεδο σχηματίζεται ένα μέτωπο απέναντι στη ΝΔ.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης πήρε την πρωτοβουλία χωρίς προηγούμενη συνεννόηση σε στυλ «κόκκινου τηλεφώνου», που σημαίνει ότι όλες οι επαφές έγιναν μετά τη δημόσια δήλωσή του.
Κι αυτές ήταν κυρίως διά τηλεφώνου, που έλαβαν χώρα το βράδυ της 25ης Μαρτίου, αλλά και την επόμενη μέρα το πρωί: ο ΣΥΡΙΖΑ διεκδικούσε τη συνδιαμόρφωση του κειμένου, το ΠΑΣΟΚ έκανε σαφές πως θα δεχόταν μόνο λεκτικές προσθήκες ή αλλαγές σε ένα κείμενο-κορμό που θα καθιστούσε σαφές πως η πρωτοβουλία ήταν πασοκική.
Αντίστοιχη επικοινωνία έγινε και με τα δύο μικρότερα κόμματα, τη Νέα Αριστερά και την Πλεύση Ελευθερίας – οι πρώτοι είχαν μόνο μια μικρή αλλαγή στη διατύπωση για τη σύμβαση 717, ενώ η Ζωή Κωνσταντοπούλου πέρασε η ίδια την πόρτα του γραφείου του Ανδρουλάκη στη Βουλή για να υπάρξει η σχετική συνεννόηση σε θεσμικό, ανώτατο επίπεδο διά ζώσης.
Είχε προηγηθεί ένας κύκλος τηλεφωνημάτων του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, το χθεσινό πρωί, τόσο στην ίδια όσο και στους Σωκράτη Φάμελλο, Αλέξη Χαρίτση και Δημήτρη Κουτσούμπα – παρότι από το ΚΚΕ επεσήμαναν πως δεν θα συνυπέγραφαν την πρόταση, παρότι θα τη στήριζαν στην Ολομέλεια, για θεσμικούς λόγους ο Ανδρουλάκης επικοινώνησε και με τον γενικό γραμματέα του ΚΚΕ.
Εκτός του κύκλου συνομιλιών έμεινε η Ελληνική Λύση – εύλογα, ειδικά αν σκεφτεί κανείς πως ο Ανδρουλάκης στη δική του εισήγηση έκανε λόγο για την «ψυχή και τη δύναμη της Δημοκρατικής Παράταξης», από τη Χαριλάου Τρικούπη είχαν στόχο ένα προοδευτικό μετωπικό σχήμα.
Η πρόταση Κασσελάκη
Η καχυποψία, πάντως, δεν έλειπε από τη διακομματική συζήτηση, ειδικά ανάμεσα στα δύο μεγαλύτερα κόμματα, καθώς σε άρθρο του ο Στέφανος Κασσελάκης («ΕφΣυν»), παρότι προανήγγειλε το «ναι» της κοινοβουλευτικής του ομάδας στην πρόταση, μιλούσε για μια «κοκορομαχία» που δεν θα έχει αποτέλεσμα, καλώντας τον ίδιο τον Μητσοτάκη να παραιτηθεί: η πρόταση-αυτογκόλ για εκλογές με διεθνείς παρατηρητές και συμβολή των ευρωπαϊκών θεσμών, που προκάλεσε αμηχανία και σε στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, σχολιάστηκε αρνητικά και από τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο Δημήτρη Μάντζο.
Σε κάθε περίπτωση, χθες το μεσημέρι πηγές από τον ΣΥΡΙΖΑ μιλούσαν για «πολύ καλή συνεργασία» με τη Χαριλάου Τρικούπη και για ένα κείμενο στο οποίο «κάποια κομμάτια στην πρόταση έγιναν πιο αυστηρά μετά τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ και υπήρξε συνδιαμόρφωση» – εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ, οι τελικές αλλαγές έφτασαν στην ΚΟ του ΠΑΣΟΚ στις 12 το μεσημέρι.
Από την πλευρά του, το ΠΑΣΟΚ έκανε από την πρώτη στιγμή σαφές πως ηγείται της πρωτοβουλίας συσπείρωσης των δυνάμεων, από τη Νέα Αριστερά υπενθύμιζαν πως η πρώτη κοινοβουλευτική δύναμη που μίλησε για αυτήν την ανάγκη κατάθεσης πρότασης δυσπιστίας ήταν η ίδια, μερικές μέρες νωρίτερα, ενώ η Πλεύση Ελευθερίας έκανε και εκείνη λεκτικές αλλαγές στην τελική διατύπωση.
Το ζήτημα των Τεμπών είναι συγκεκριμένο και θεωρείται ειδικό. Θα μπορούσε το εγχείρημα να επαναληφθεί, για άλλο λόγο, το ερχόμενο διάστημα; Φαίνεται πως καμία πλευρά δεν είναι έτοιμη για κάτι τέτοιο, τουλάχιστον ακόμα – με δεδομένο ότι σε λιγότερες από ογδόντα μέρες στήνεται η κάλπη των ευρωεκλογών.