Την ανάγκη να προσομοιωθούν με τεχνικά μέσα τα πλημμυρικά φαινόμενα που ενδέχεται να πλήξουν τη Θεσσαλία τα επόμενα χρόνια τονίζουν οι επιστήμονες. Σύμφωνα με τους ειδικούς, τα μοντέλα προσομοίωσης αποτελούν το κλειδί για την πρόγνωση μεγάλων καταστροφών και για την έγκαιρη διαχείριση του κινδύνου. Η τραγική εμπειρία του «Daniel» αλλά και του «Ιανού» ανέδειξε ως μεγάλο μειονέκτημα τον αιφνιδιασμό των Αρχών και την έλλειψη επιχειρησιακού σχεδίου βασισμένου σε ρεαλιστικά δεδομένα. Οι προσομοιώσεις των μελλοντικών πλημμυρών, υποστηρίζουν οι ειδικοί, μπορούν να οδηγήσουν στην έγκαιρη κατάρτιση επιχειρησιακών σχεδίων που θα ενσωματώνουν μια πλήρη γνώση της περιοχής, των αδυναμιών της αλλά και των πρωτοβουλιών που θα πρέπει να ληφθούν τα κρίσιμα πρώτα λεπτά ενός επικίνδυνου φαινομένου.
Στα παραπάνω αναφέρθηκε αναλυτικά χθες ο επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Λάμπρος Βασιλειάδης, στο πλαίσιο ημερίδας με θέμα «Πλημμυρικά φαινόμενα της Θεσσαλίας – Επιπτώσεις και η μελλοντική αντιμετώπισή τους» που διοργάνωσαν η Ελληνική Γεωλογική Εταιρεία, το Τμήμα Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και η Ελληνική Επιτροπή Υδρογεωλογίας.
Σημαντικές προτάσεις για τη διαχείριση του πλημμυρικού κινδύνου στη Θεσσαλία τα επόμενα χρόνια κατέθεσε κατά τη διάρκεια της ημερίδας και ο πρόεδρος του ΟΑΣΠ καθηγητής Ευθύμης Λέκκας, ο οποίος πρότεινε, μεταξύ άλλων, να αναλυθούν αμέσως οι κίνδυνοι που απειλούν την περιοχή, να εκτιμηθεί η τρωτότητα των βασικών υποδομών της, να υπάρξει νέος Χωροταξικός και Πολεοδομικός Σχεδιασμός και να δημιουργηθεί Ενιαίος Φορέας Διαχείρισης Υδάτων στον θεσσαλικό χώρο.
Οπως επισημαίνει μιλώντας στα «ΝΕΑ» ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, «αν είχαν εφαρμοστεί μοντέλα προσομοίωσης εγκαίρως, μεγάλο τμήμα των καταστροφών που επέφερε ο “Daniel” θα είχε αποφευχθεί.
Με τα συστήματα αυτά, στα οποία χρησιμοποιούμε διάφορα σενάρια έντασης των καιρικών φαινομένων, μπορούμε να προσομοιώσουμε μελλοντικές πλημμύρες και έτσι να προβλέψουμε καταστροφές. Παράλληλα, αξιοποιώντας τα, μπορούμε να αποτιμήσουμε τυχόν παρεμβάσεις που κάνουμε, όπως για παράδειγμα το πόσο αποτελεσματική θα είναι η κατασκευή ενός φράγματος σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο ή πώς θα πρέπει να είναι οι λεκάνες κατάκλισης».
Ο ίδιος εξηγεί πως τα μοντέλα προσομοίωσης λαμβάνουν υπόψη τους πολλές παραμέτρους, μεταξύ των οποίων «στοιχεία για την εκτίμηση του εδάφους, τοπογραφικά στοιχεία, αποτυπώσεις των τεχνικών έργων, αποτυπώσεις της κοίτης των ποταμών, τη στάθμη του νερού, γεωλογικούς σχηματισμούς αλλά και υδρομετεωρολογικά δεδομένα».
«Η τεχνογνωσία υπάρχει. Αυτό που πρέπει να αποφασιστεί από τους αρμόδιους φορείς της πολιτείας είναι αν μας ενδιαφέρει να ενταχθούν τέτοια μοντέλα στον επιχειρησιακό σχεδιασμό και βέβαια να υπάρξουν τα κατάλληλα χρηματοδοτικά εργαλεία».
Λεπτομερής χαρτογράφηση
Μια νέα προσέγγιση του θέματος, με άξονα 10 δράσεις, παρουσίασε από την πλευρά του ο καθηγητής Ευθύμης Λέκκας. Σύμφωνα με τον ίδιο, αρχικά θα πρέπει να γίνει μια «λεπτομερής χαρτογράφηση του συνόλου των φυσικών κινδύνων στον θεσσαλικό χώρο, η αποτύπωσή τους σε κατάλληλη κλίμακα και ο προσδιορισμός του επιπέδου κινδύνου, της χωρικής ανάπτυξης και του χρόνου επαναφοράς του, κάτι το οποίο περιλαμβάνει καιρικά φαινόμενα, πλημμυρικά φαινόμενα, σεισμικά ρήγματα, κατολισθήσεις, καθιζήσεις, καταπτώσεις, πεδία διάβρωσης, λασπορροές, ρευστοποιήσεις, υποσκαφές, μεταβολές ανάγλυφου κ.λπ.».
Επίσης, απαιτείται η εκτίμηση του επιπέδου τρωτότητας των βασικών υποδομών, του οδικού και σιδηροδρομικού δικτύου, των κατασκευών και των οικιστικών περιοχών, των αγροτικών, τουριστικών, βιομηχανικών και βιοτεχνικών υποδομών, η δημιουργία νέου Χωροταξικού και Πολεοδομικού Σχεδιασμός, με στόχο την αύξηση της ανθεκτικότητας και της αντοχής, η δημιουργία Ενιαίου Φορέα Διαχείρισης Υδάτων στον θεσσαλικό χώρο, ο οποίος θα είναι υπεύθυνος της εφαρμογής του Master Plan που εκπονείται, η λειτουργία συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης εκδήλωσης κινδύνων, ο εφοδιασμός με σύγχρονο εξοπλισμό και μέσα αντιμετώπισης, η σύνταξη νέων Κανονισμών και Κανονιστικών Διατάξεων για όλους τους φυσικούς κινδύνους, αντίστοιχους με τον Αντισεισμικό Κανονισμό, η σύνταξη, η επικαιροποίηση και η Προσαρμογή των Γενικών Σχεδίων Πολιτικής Προστασίας, επιχειρησιακές ασκήσεις πλήρους ανάπτυξης πεδίου και τέλος, δράσεις εκπαίδευσης, ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης αιρετών, στελεχών ΟΤΑ και του γενικού πληθυσμού.