Οταν δεν έπινε, δεν έπαιζε και δεν έκανε σεξ, ο Μπάιρον έγραφε. Οι 3.000 επιστολές του αγωνίζονταν να προλάβουν τη ροή των αισθήσεών του καθώς κινούνταν ανάμεσα σε σεξουαλικές περιπέτειες, λογοτεχνικές διαμάχες και πολιτικές συνωμοσίες. Οι επιστολές του αποκτούν μια «ριψοκίνδυνη η άμεση επικαιρότητα», με «γρήγορες ενημερώσεις με χρονική σήμανση». Και ο σχολιασμός δέκα εξ αυτών συνθέτουν τον πυρήνα της νέας ζωηρής βιογραφίας του Μπάιρον την οποία υπογράφει ο καθηγητής και πρόεδρος του Τμήματος Αγγλικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια, Αντριου Στάουφερ, υπό τον τίτλο «Μία ζωή σε δέκα επιστολές».
Εκτός από την ενασχόλησή του με το ποτό, τον τζόγο και τις πόρνες στο Κέιμπριτζ – όπου ως αριστοκράτης πήρε πτυχίο χωρίς να χρειαστεί να δώσει εξετάσεις – ο Μπάιρον εντάσσεται στο ιλιγγιώδες κοινωνικό καρουζέλ του Λονδίνου. Παρενοχλούμενος από πιστωτές και στη σκιά σεξουαλικών σκανδάλων, σύντομα φεύγει στο εξωτερικό. Στην Ελλάδα, κάνει τρέλες σε έναν κοιτώνα μοναστηριού με μερικούς άγαμους αρσενικούς δόκιμους που τους αποκαλεί «συλφίδες». Στην Ιταλία εμπλέκεται σε επικίνδυνη σχέση με μια κόμισσα, ο σύζυγος της οποίας φοβάται πως σκοπεύει να τον ξεκοιλιάσει με στιλέτο. Τέλος, συμμετέχοντας στον ελληνικό αγώνα ανεξαρτησίας από την Οθωμανική αυτοκρατορία, επαναπροσδιορίζει τον εαυτό του ως άνθρωπο της δράσης, για να κριθεί ακατάλληλος για μάχη. Πεθαίνει από πυρετό στο βαλτώδες Μεσολόγγι σε ηλικία 36 ετών.
«Ημιδημόσιες παραγωγές»
Οι ιδιωτικές επιστολές του Μπάιρον, όπως γράφει ο Στάουφερ, ήταν «ημιδημόσιες παραγωγές», που προορίζονταν να μοιραστούν. Λειτουργούσαν επίσης ως υποκατάστατο γνήσιας οικειότητας: φλερτάροντας τη μέλλουσα σύζυγό του, Αναμπέλα Μιλμπάνκ, φαίνεται πιο ευτυχισμένος στέλνοντάς της εξωφρενικά ερωτικά σημειώματα παρά όταν είναι πραγματικά μαζί. Ερμηνεύει πάντα για ένα αόρατο κοινό, πειραματιζόμενος με εναλλακτικές εκδοχές του εαυτού του με στοιχεία που συχνά δανείζεται από χαρακτήρες του σαιξπηρικού δράματος. Φροντίζει να διαθέτει τα κατάλληλα κοστούμια για κάθε του μεταμόρφωση. Στα ταξίδια του στην Ανατολική Μεσόγειο αποκτά αλβανικά ρούχα και κραδαίνει σπαθιά και στην Ιταλία στολίζεται με επιδεικτικά κοσμήματα που ξαφνιάζουν τους άγγλους επισκέπτες. Για να πάει να πολεμήσει στην Ελλάδα, σχεδιάζει μια κόκκινη και χρυσή στολή και ένα κράνος ιππικού, που δεν φοράει ποτέ.
Το παιχνίδι ρόλων του Μπάιρον πείθει τον Στάουφερ ότι προέβλεψε «το θεατρικά εξομολογητικό στυλ της σύγχρονης διασημότητας», προσφέροντας αναλαμπές ενός εαυτού που μπορεί να είναι απλώς μια ακόμη πόζα για το Instagram. Αυτή η αντίληψη προκαλεί ορισμένους χονδροειδείς αναχρονισμούς. Ο συγγραφέας αναρωτιέται αν τα βενετσιάνικα όργια του Μπάιρον τον καθιστούν «τουρίστα για σεξ», κι αν και αυτό που πραγματικά τον γοήτευε ήταν η απατηλή γοητεία της πόλης και η ελεγειακή παρακμή της. Στη συνέχεια, καθώς ο Μπάιρον συγκεντρώνει υποστήριξη για την απελευθέρωση των Ελλήνων, ο Στάουφερ τον αποκαλεί «influencer», που είναι ακόμη πιο άδικο. Οι influencers κερδίζουν από την προώθηση προϊόντων. Ο Μπάιρον χρησιμοποίησε την προσωπική του περιουσία για να χρηματοδοτήσει τους επαναστατημένους Ελληνες και έπρεπε να παρακολουθεί την κατάχρηση ή τη σπατάλη των κεφαλαίων του.
Η σχέση με τις γυναίκες
Ο συγγραφέας αποδοκιμάζει πιο δικαιολογημένα τη σαδιστική μεταχείριση του Βύρωνα για τις γυναίκες, τις οποίες κατέταξε ως «πράγματα». Οταν η Αναμπέλα τού ανακοίνωσε την εγκυμοσύνη της, είπε ότι θα ήθελε το παιδί τους να γεννηθεί νεκρό. Κατά τη διάρκεια του τοκετού «κάθισε στο σαλόνι και πετούσε άδεια μπουκάλια δυνατά στο ταβάνι». Παρά μια τέτοια αποδιοργανωμένη συμπεριφορά, ο Στάουφερ πιστεύει ότι ο Μπάιρον λαχταρούσε να σωθεί από τη «σχιζοειδή πολλαπλότητά» του. Ομως καμία από τις ερωμένες του δεν κατάφερε να τον ηρεμήσει.
Οταν αρρώστησε στο Μεσολόγγι οι γιατροί του, αφού του χορήγησαν μια σειρά εμετικών και καθαρτικών, χρησιμοποίησαν βδέλλες και νυστέρια για να αφαιρέσουν δύο λίτρα αίμα, τον σκότωσαν ουσιαστικά. Για τον Βύρωνα αυτή η αγωνία μετρούσε ως ολοκλήρωση: «Ελάτε, καταραμένοι χασάπηδες», είπε στους γιατρούς, προκαλώντας τους θυμωμένος να κάνουν το χειρότερο. Ο Μπάιρον ήταν ένας τραγικός κωμικός, με ανεπανόρθωτη πρόθεση στην αυτοκαταστροφή.