Το ίδιο ερώτημα προέκυπτε για όποιο στέλεχος της προοδευτικής αντιπολίτευσης βρισκόταν χθες μπροστά σε δημοσιογράφο: μπορεί η πρωτόγνωρη συνεργασία του «μετώπου» που σχηματίστηκε στις υπογραφές για την πρόταση δυσπιστίας να συνεχιστεί; Για αρχή, επετεύχθη ένα modus vivendi – ειδικά όσον αφορά τα δύο μεγαλύτερα κόμματα, που μάχονται και για την κυριαρχία στην Κεντροαριστερά, που κατάφεραν να συνυπάρχουν έως τώρα στη Βουλή χωρίς να στρέψουν τα βέλη τους ο ένας στον άλλο. Παρότι η παρουσία του Νίκου Ανδρουλάκη στο βήμα να ηγείται της αντιπολιτευτικής πρωτοβουλίας δεν ήταν μια εικόνα που ήθελαν να δουν στον ΣΥΡΙΖΑ και η παρουσία του Νίκου Παππά ως εισηγητή στην έναρξη της συζήτησης δεν ήταν μια εικόνα που ήθελαν να δουν στο ΠΑΣΟΚ, τσακωμοί ανάμεσα στις δύο πλευρές σε κοινοβουλευτικό επίπεδο δεν πρέπει να αναμένονται μέσα στην Ολομέλεια.
Αυτή η άτυπη συνύπαρξη πετυχαίνει, θεωρούν αρκετοί εκ των εμπλεκομένων, για δύο λόγους: όλες οι πλευρές έκαναν ένα είδος υποχώρησης και όλες έκαναν τη στρατηγική επιλογή να δώσουν έμφαση στη διαχείριση της κυβέρνησης πάνω στο θέμα των Τεμπών και σε τίποτα άλλο, χωρίς να πατήσουν κανενός είδος «μπανανόφλουδα» – γνωρίζοντας πως θα βρεθούν στο κέντρο της προσοχής και κάθε μεταξύ τους κόντρα θα μπορούσε να αξιοποιηθεί αποπροσανατολιστικά από την πλευρά της κυβέρνησης. Ακόμα και η κοινή υπογραφή, πάντως, αξιοποιήθηκε από τα γαλάζια στελέχη, που εδώ και καιρό μιλούν για ταύτιση των κομμάτων της αντιπολίτευσης.
«Ο Ανδρουλάκης οδηγεί το ΠΑΣΟΚ στη “συριζοποίηση”», σχολίασε, σε αυτό το μήκος κύματος, ο Κωστής Χατζηδάκης. Με τα μικρότερα κόμματα, πάντως, οι ισορροπίες είναι πιο εύκολες, καθώς επαφή μεταξύ τους δεν υπήρξε: η πρωτοβουλία του ΠΑΣΟΚ λειτούργησε ως συνδετικός κρίκος για μια θεσμικού τύπου συναίνεση, για την οποία η πασοκική ηγεσία μπορεί να λέει πως εκείνη το πέτυχε – καθώς αντίστοιχη απόπειρα από τη Νέα Αριστερά πριν από λίγες εβδομάδες έπεσε στο κενό.
Μάχη εξ αριστερών
Αυτή η εκεχειρία δεν είναι δεδομένη το ερχόμενο διάστημα, μάλλον το αντίθετο: ο κοινός σκοπός των Τεμπών και όποιας άλλης κοινοβουλευτικής συνεννόησης δεν μπορεί αυτομάτως να μεταφραστεί σε μετωπικό σχήμα ενόψει κάλπης. Μπορεί το τριήμερο να λειτουργήσει ως πρότυπο, όμως ενόψει των ευρωεκλογών που πλησιάζουν, κανένα από τα συμμετέχοντα κόμματα δεν ξεχνάει πως διεκδικεί το ίδιο ακροατήριο το ένα από το άλλο – παράλληλα, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ μάχονται για την ίδια δεύτερη θέση που θα καταγράψει και σε πανελλαδική κάλπη ποιο από τα δύο κόμματα θεωρείται από τους προοδευτικούς ψηφοφόρους ως ο βασικός αντίπαλος της ΝΔ.
Παράλληλα, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μια μάχη εξ αριστερών του, καθώς μετράει εκροές σε Νέα Αριστερά, Πλεύση Ελευθερίας και ΚΚΕ, το οποίο μπορεί να μη συνυπέγραψε την πρωτοβουλία, όμως συμπεριλήφθηκε από τον Ανδρουλάκη στη σχετική συνεννόηση που έγινε.
Η επαύριον της τριήμερης συζήτησης θα βρει τα τέσσερα κόμματα αντίπαλα και πάλι, με δεδομένη την απόσταση και τις διαφωνίες τους. Τι πέτυχε ωστόσο η πρωτοβουλία αυτών των ημερών; Πως τώρα υπάρχει προηγούμενο για αντίστοιχες πρωτοβουλίες, ένα know-how για άλλα κρίσιμα ζητήματα που ενδεχομένως προκύψουν το ερχόμενο διάστημα. Και, όπως σημειώνουν στελέχη των κομμάτων που συμμετείχαν και προκρίνουν την επιλογή της συνεννόησης, είναι και μια υπενθύμιση προς την πλευρά της κυβέρνησης ότι μπορεί το σκηνικό στη Βουλή να είναι πρωτόγνωρο ως προς την ανισομερή σχέση κυβέρνησης – αντιπολίτευσης, όμως τα κόμματα «του δημοκρατικού τόξου» μπορούν, υπό προϋποθέσεις και ανάλογα το διακύβευμα, να συσπειρωθούν για να πιέσουν, σε επίπεδο Ολομέλειας, την κυβέρνηση για απαντήσεις.