Είναι από τις περιπτώσεις που λες ότι η Βουλή έπρεπε να διαθέτει στατιστική υπηρεσία, όπως στους αγώνες ποδοσφαίρου και μπάσκετ. Ετσι θα ξέραμε στο τέλος της συζήτησης πόσες φορές οι αγορητές αναφέρθηκαν στη «μνήμη των νεκρών». Ολοι οι αγορητές. Και της συμπολίτευσης και της αντιπολίτευσης. Προσπάθησα να μετρήσω αλλά τα παράτησα γρήγορα. Είναι αμέτρητες οι φορές. Οσοι ανέβηκαν στο βήμα σέβονται τους νεκρούς, στέκονται με δέος στον πόνο των οικογενειών και, εννοείται, είναι με την αλήθεια. Συγγνώμη, αλλά τους περισσότερους δεν τους πιστεύω. Διότι η μνήμη των νεκρών είναι το τελευταίο που τους ενδιαφέρει.
Προέχει το κομματικό και, κατά συνέπεια, το προσωπικό τους συμφέρον. Οι της συμπολίτευσης αγωνιούν μη φορτωθούν ευθύνες, φουσκώσει και άλλο η δυσφορία της κοινής γνώμης και αυτό αποτυπωθεί στις κάλπες του Ιουνίου. Και αποφάσισαν να υιοθετήσουν την τακτική του τσαμπουκά, χειροκροτώντας, σε πλήρη σύνθεση, τον Κώστα Καραμανλή. Οι της αντιπολίτευσης επιχειρούν να αγοράσουν ψήφους χρησιμοποιώντας την άλλη πλευρά του νομίσματος. Ποιος ακούει, δηλαδή, τη Ζωή Κωνσταντοπούλου να ασχημονεί και πιστεύει ότι η συμπεριφορά της εκπορεύεται από πόνο για τους νεκρούς; Αλλά και ποιος ακούει τον Κώστα Αχ. Καραμανλή και δέχεται ως πειστική την έκφραση οδύνης του; Αν είναι ανοιχτός και διαθέσιμος προς την κρίση της Δικαιοσύνης, γιατί δεν μας είπε κάτι σχετικό με τα εξώδικα που έλαβε, ως υπουργός, με προειδοποιήσεις για την ασφάλεια του σιδηροδρόμου; Αν βάλεις από δίπλα και τις ουρανομήκεις ανοησίες που ακούστηκαν εκατέρωθεν, αν δώσεις σημασία στο show του Βελόπουλου, τότε αντιλαμβάνεσαι πόσο κυνική είναι η πολιτική.
Και ήταν και οι κυβερνητικοί μπροστάρηδες, οι υπουργοί που ανέλαβαν να σηκώσουν την ένταση της αντιπαράθεσης, εξόχως προκλητικοί κουνώντας αυστηρά το δάχτυλο, υιοθετώντας ακραίες εκφράσεις. Τι προσέφερε τελικά ο τρόπος με τον οποίο κύλησε αυτή η συζήτηση; Ενα ακραίο κλίμα πόλωσης που καλεί την κοινωνία να χωριστεί σε δύο στρατόπεδα, να δικάσει, να καταδικάσει ή να αθωώσει, ανάλογα με το πολιτικό κριτήριο του καθενός μας. Και όταν η δίκη ολοκληρωθεί κάποιοι, άγνωστο από ποια πλευρά, θα καταγγέλλουν την ετυμηγορία. Στη μνήμη των νεκρών, πάντα.
Ολομέλειες στο Vegas
Η Ζωή Κωνσταντοπούλου δεν κάνει ακριβώς πολιτική. Κάνει πολιτική εγκατάσταση, installation, στην καλλιτεχνική εκδοχή της. Δεν είναι κακή συνταγή, ειδικά όταν απευθύνεται σε ένα κοινό το οποίο την ψήφισε για να πάει στη Βουλή και να τους σπάσει τα νεύρα. Και κάπως έτσι το στήνει μελετημένα. Με συνεχείς διακοπές και άνοδο της έντασης στην Ολομέλεια. Με καθυστερημένη άφιξη για την προγραμματισμένη ομιλία της, ενδεχομένως για να πάει πιο μπροστά χρονικά και να κερδίσει κανέναν τηλεθεατή παραπάνω. Με έναν τεράστιο όγκο χαρτιών να απλώνεται στο βήμα του αγορητή, δημιουργώντας το κατάλληλο σκηνικό. Και με αντεγκλήσεις που τη θρέφουν, είναι λες και την ώρα της σύγκρουσης φορτίζονται οι μπαταρίες της από κάποιο εσωτερικό δυναμό.
Α, ναι, συμφωνούμε, αυτό δεν είναι πολιτική. Είναι κάτι άλλο που, σταδιακά, θα αντικαταστήσει το συμβατικό ύφος του πολιτικού διαλόγου. Φανταστείτε μια Βουλή με Κασσελάκη, Ζωή, Βελόπουλο. Θα κάνουν ολομέλειες στο Vegas για να κόβουν και εισιτήρια.
Προς τι τα επιφωνήματα;
Αδυνατώ να καταλάβω για ποιον λόγο σκανδαλίζονται πολλοί από την εκδοχή για προσυνεννόηση της αντιπολίτευσης στην κατάθεση πρότασης δυσπιστίας. Εντάξει, η κυβέρνηση θα πατήσει πάνω σε αυτό που είπε ο Νίκος Παππάς, περί κοινής προετοιμασίας, καταγγέλλοντας τη συγκρότηση συνωμοτικού μετώπου. Ούτε στο ΠΑΣΟΚ αρέσει αυτό επειδή έτσι παραχωρείται κομμάτι από την ιδιοκτησία της πρότασης. Από την άλλη, ο Παππάς έπρεπε να πει κάτι για να μας πείσει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ακολουθεί τις εξελίξεις, αλλά τις συνδιαμορφώνει. Αλλά και πάλι, δεν μπορώ να βρω πού είναι το θέμα, το σκάνδαλο. Για ποιον λόγο, δηλαδή, είναι πολιτικά κολάσιμες διεργασίες που σχηματίζουν ένα κοινό μέτωπο, μαζεύουν υπογραφές και συνθέτουν κοινή επιχειρηματολογία; Ολο αυτό έπρεπε να βρίσκεται στη σφαίρα του αυτονόητου. Προς τι τα επιφωνήματα έκπληξης;