Σε λόγο που εκφώνησε το 1848 ο γερμανός νομικός Julius von Kirchmann με θέμα «Η απαξία της Νομικής ως επιστήμης» αναφέρει: «…τρεις διαφορετικές λέξεις του νομοθέτη και βιβλιοθήκες ολόκληρες γίνονται άχρηστες». Που σημαίνει ότι η νομική επιστήμη – από την οποία εξάγεται η απονομή δικαιοσύνης – είναι κάτι εξαιρετικά πολύπλοκο και περίπλοκο, ότι οι «διάολοι» και οι «άγγελοί» της κρύβονται στις μικρές, ακόμη και στις πολύ μικρές λεπτομέρειες.

Να το πω απλά; Η λειτουργία της Νομικής και της απονομής δικαιοσύνης δεν μπορεί εύκολα να γίνει κατανοητή από τον μέσο πολίτη. Οσο κι αν η λέξη κινητοποιεί συναισθηματικούς μηχανισμούς με πυρήνα την ηθική. Γι’ αυτό και, παρ’ όλο που κανόνες δικαίου υπήρχαν σε όλες τις κοινωνίες, ήδη από τους ρωμαϊκούς χρόνους η διάκριση μεταξύ δικαίου και αδίκου άρχισε να γίνεται με επιστημονικούς (που σημαίνει αποδεκτούς από όλους) όρους. Ας μην μπερδεύουμε λοιπόν το «δίκιο» της καθημερινότητάς μας με το «δίκαιο» των δικαστικών αιθουσών. Γι’ αυτό άλλωστε υπάρχει και το Κράτος Δικαίου. Που – υποτίθεται – εξασφαλίζει το ότι ο νόμος είναι πάνω από τα πρόσωπα και ακόμη και στις πιο αψεγάδιαστες δημοκρατίες μπορεί να θέτει κάποιους περιορισμούς τόσο στη βούληση των κυβερνώντων όσο και του λαού. Το ότι η εφαρμογή του δεν επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια κάποιων ή σε κοινωνικούς αυτοματισμούς αλλά, αυστηρά και μόνο, σε προκαθορισμένους κανόνες. Υπάρχει το περίφημο κοινό περί δικαίου αίσθημα; Βεβαίως και υπάρχει και εκπροσωπείται στις αίθουσες από τους ενόρκους που είναι πολίτες και όχι δικαστές. (Το διευκρινίζω διότι, τις τελευταίες ημέρες συνειδητοποίησα ότι υπάρχουν πολλοί ενεργοί πολίτες που δεν ξέρουν αυτήν τη «λεπτομέρεια»). Μέχρι εκεί όμως.

Θεωρώ λοιπόν ιδιαίτερα απειλητικό για τη δικαιοσύνη – που, να θυμίσω, είναι προαπαιτούμενο της δημοκρατίας – τις ομάδες των αλληλέγγυων που φωνάζουν έξω από τα ποινικά δικαστήρια την ημέρα έκδοσης των αποφάσεων. Και για να γίνω πιο συγκεκριμένη, το πανό έξω από την αίθουσα όπου εκδικαζόταν η υπόθεση του Κολωνού και το οποίο έγραφε «Μόνη δικαιοσύνη η ταξική – φεμινιστική αλληλεγγύη στη 12χρονη. Να τσακίσουμε το τράφικινγκ, τους (παιδο)βιαστές και το σύστημα που τους θρέφει» με την υπογραφή «ταξική αντεπίθεση» είναι απειλή για την ίδια τη δημοκρατία. Διότι, πίσω από το προκάλυμμα της ηθικής, προσπαθεί να χειραγωγήσει τον βασικό πυλώνα της, τη δικαιοσύνη. Οταν αυτό το θέαμα επαναλαμβάνεται συνέχεια, γίνεται σιγά σιγά μέρος του συστήματος. Ενός συστήματος που υποστηρίζεται από τα σούρτα-φέρτα των απόψεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, από τα πάνελ και τους παρουσιαστές των πρωινάδικων και από τις διάφορες συλλογικότητες. Τι λέμε τώρα; Δεν θα υπάρξουν άνθρωποι που δεν θα θέλουν να πέσουν στο στόμα – και δεν ξέρω εγώ σε τι άλλο – του κοινού ή κάποιου πάνελ και αυτό θα επηρεάσει και την κρίση τους και τη διατύπωσή της; Ανθρωποι που θα φοβηθούν τη στοχοποίησή τους, τις μπογιές και τα συνθήματα έξω από τα σπίτια τους. Δεν είναι ένα είδος εκβιασμού αυτό; Θέλουμε μια δικαιοσύνη που φοβάται και εκβιάζεται; Από τον οποιονδήποτε.

Ο Δούκας των Αθηνών

Ας μην ανησυχεί ο δήμαρχος της Αθήνας κύριος Χάρης Δούκας. Δεν πρόκειται να του πάρει κανείς τον δήμο. Διότι μία ανησυχία δείχνει αλλά, κυρίως, εμπάθεια και εχθροπάθεια η σπουδή που έδειξε στο να καταγγείλει μονταζιέρες, «κέντρα» που τον επιβουλεύονται, πολιτικά συμφέροντα αλλά και την ανακοίνωση του συνδικαλιστικού οργάνου των αστυνομικών, ως απάντηση στα σχόλια που προκάλεσε η ατάκα του περί «μπάτσων» στο δημοτικό συμβούλιο. Κάτι που είπε απαντώντας σε μια κυρία που χρησιμοποίησε τη συγκεκριμένη λέξη.

Πολλά είπε ο κύριος Δούκας ενώ ξεσπάθωσαν και οι «εντιμότατοι φίλοι» του. Ενα δεν μας είπε. Δεν το ξεκαθάρισε δηλαδή και το άφησε στη φαντασία μας. Καταδικάζει ή όχι τη λέξη «μπάτσος»; Αλλά, τελικά, θα έχει καμία σημασία στον ρουν της Ιστορίας της Αθήνας τι είπε ή τι καταδίκασε ο κύριος Δούκας;