Ευτυχώς που στις δημοτικές εκλογές της Τουρκίας ψηφίζουν εξ ορισμού οι κάτοικοι των πόλεων της Τουρκίας, και όχι ξένοι υπήκοοι. Αν ψηφίζαμε εμείς, για παράδειγμα, θα είχαμε ένα μεγάλο δίλημμα: μας συμφέρει να είναι ενισχυμένος ο Ερντογάν μέχρι τις επόμενες προεδρικές εκλογές ή, αντιθέτως, να είναι όσο το δυνατόν πιο αποδυναμωμένος; Οι πολιτικοί αναλυτές δεν βοηθούν ιδιαίτερα. Αλλοι προέβλεπαν ότι αν χάσει ο εκλεκτός του προέδρου στην Κωνσταντινούπολη, θα εγκαταλείψει και ο Ερντογάν τον στόχο να αλλάξει το Σύνταγμα και θα ετοιμαστεί ήρεμα για την αποχώρησή του. Kαι άλλοι, ότι στην περίπτωση ακριβώς της ήττας θα ανεβάσει τους τόνους, θα σκληρύνει τη στάση του στο Κουρδικό ή στα ελληνοτουρκικά και θα επιδιώξει να μειώσει στο 40% το όριο που προβλέπει το Σύνταγμα για την εκλογή προέδρου, ώστε να μπορέσει το 2028 να ξανακερδίσει τη μάχη.
Ακόμη κι αν συμφωνούμε με την πρώτη ή τη δεύτερη άποψη, δεν είμαστε σίγουροι ποιον Ερντογάν θέλουμε: έναν μετριοπαθή γείτονα που θέλει τον διάλογο, συζητά με ειλικρίνεια τις ελληνοτουρκικές διαφορές και συνεργάζεται μαζί μας για την προσφυγή στη Χάγη ή έναν αδιάλλακτο ηγέτη που απειλεί κάθε τόσο ότι «θα έρθει νύχτα», προσφέροντάς μας έτσι το ιδανικό πρόσχημα για να διακηρύσσουμε προς τους συμμάχους μας ότι κάθε προσέγγιση είναι αδύνατη;
Συνδεδεμένο με το δίλημμα αυτό είναι και το επόμενο: προτιμάμε Ερντογάν ή Ιμάμογλου; Θέλουμε δηλαδή απέναντί μας έναν «ψημένο» πολιτικό, που γνωρίζουμε και μπορούμε να αξιοποιήσουμε προς όφελός μας τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά του, ή ένα καινούργιο πρόσωπο που μπορεί να μας αιφνιδιάσει, είτε ευχάριστα είτε δυσάρεστα, και κατά συνέπεια να μας αποσυντονίσει; Σε συνέντευξη που είχε δώσει τον Σεπτέμβριο του 2021 στα «ΝΕΑ», ο Ιμάμογλου είχε ταχθεί υπέρ του διαλόγου με την Ελλάδα, αφού «οι κοινές βάσεις και συμφέροντα των δύο χωρών είναι πολύ μεγαλύτερα από τις διαφορές τους». Μήπως λοιπόν μας συμφέρει να παίξουμε κατενάτσιο τα επόμενα χρόνια, με την ελπίδα το 2028 να διαπραγματευθούμε με έναν καλύτερο παίκτη; Ή η ιστορία έχει διδάξει ότι η διατήρηση του στάτους κβο δεν αποτελεί πάντα την καλύτερη επιλογή και ότι, εν πάση περιπτώσει, η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας χαρακτηρίζεται από μια αδιατάρακτη συνέχεια;
Εν τέλει, οι απαντήσεις δεν εξαρτώνται μόνο από το ποιος κάνει κουμάντο εκεί, αλλά και από το ποιοι ακριβώς είμαστε «εμείς». Ο σημερινός Ππρωθυπουργός έχει υποστηρίξει τολμηρές θέσεις στο ζήτημα του ελληνοτουρκικού διαλόγου, την ίδια στιγμή όμως αισθάνεται ευάλωτος στην κριτική των «υπερπατριωτών» τόσο από τα δεξιά όσο και από τα αριστερά του. Κι έτσι διστάζει να κάνει το αποφασιστικό βήμα.
Yστερόγραφο: έψαχνα να βρω χθες το απόγευμα πώς σχολίασαν τα ελληνικά κόμματα τη μεγαλύτερη ήττα του Ερντογάν στην πολιτική του σταδιοδρομία. Δεν βρήκα τίποτα. Μάλλον δεν έψαξα καλά.