Μέσα σε λιγότερο από 24 ώρες έχω δει τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην εκπομπή της Ναταλίας Γερμανού (με αυτό το φίλτρο που τα ισοπεδώνει όλα εκεί μέσα και τον έκανε να μοιάζει σαν πλαστικό κουκλάκι), σε ζωντανή σύνδεση στην εκπομπή του Γιώργου Λιάγκα, τον υπουργό Υγείας Αδωνι Γεωργιάδη στην εκπομπή της Κατερίνας Καινούργιου (να μπαίνει σαν την άνοιξη παραμερίζοντας κάτι γιρλάντες με λουλούδια) και, επίσης στην εκπομπή του Λιάγκα, τον υποψήφιο ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Νίκο Παππά. Λίγο πριν ή λίγο μετά την ανάλυση των ωροσκοπίων της ημέρας, συνταγές μαγειρικής και «ρεπορτάζ» για τις φιλτραρισμένες φωτογραφίες της Μαρίνας, πρώην Πατούλη.
«Αυτά βλέπει ο κόσμος» μου λέει μια εσωτερική φωνή (λέμε τώρα) που με τραβάει από το μανίκι και, όντως, γνωρίζω πολύ καλά ότι το κοινό που παρακολούθησε τις συγκεκριμένες εκπομπές ήταν πολλαπλάσιο από αυτούς που είδαν την τριήμερη συζήτηση για την πρόταση δυσπιστίας στη Βουλή. Ε, και; Το ζητούμενο είναι πόσοι βλέπουν έναν πολιτικό στην τηλεόραση ή η ουσία του λόγου του σε οποιαδήποτε τηλεοπτική εμφάνισή του; Στις μέρες μας πολύ φοβάμαι ότι συμβαίνει το δεύτερο.
Θεωρώ έκπτωση τη συνεχή εμφάνιση των πολιτικών στα λεγόμενα «πρωινάδικα». Μια χαρά είναι αυτές οι εκπομπές, πρόκειται για τις βασικότερες και παλαιότερες «συνταγές» κάθε καναλιού διεθνώς και, κυρίως, εξυπηρετούν ένα πολύ καλά μελετημένο και σχεδιασμένο τηλεοπτικό πρότζεκτ. Με επίσης πολύ καλά μελετημένη και σχεδιασμένη θεματολογία. Στην οποία όμως δεν έχει καμία θέση ο πολιτικός λόγος. Οπότε τι συμβαίνει όταν πηγαίνει ένας πολιτικός σε «πρωινάδικο»; Ή θα πρέπει να αποκτήσουν πολιτική αντίληψη και λόγο οι παρουσιαστές και οι συμμετέχοντες στα πάνελ, κάτι που στη συντριπτική πλειονότητά τους δεν έχουν, ή να μιλάνε οι πολιτικοί χωρίς ουσιαστικό αντίλογο. (Και στην προκειμένη περίπτωση, καλύτερα το «χωρίς» παρά κάτι παπάτζες που ακούγονται από πανελίστες που επειδή παίρνουν αυστηρό ύφος και χρησιμοποιούν σύνθετες λέξεις, θεωρούν ότι κάνουν πολιτική αντιπαράθεση).
Ναι, ο κόσμος προτιμά να ακούει τα οικογενειακά και τα προσωπικά των πολιτικών. Κάτι που καλλιεργούν και οι ίδιοι με πολλά από αυτά που ανεβάζουν στο Τικ Τοκ. Είναι πιο εύκολο να μιλάς για σκυλάκια, γατάκια, μπλουζάκια, καλτσάκια παρά για θέματα που καίνε τον κόσμο (τον Τζάστιν Τριντό από τι τον μάθαμε; Από τις κάλτσες του). Ή, ακόμη και όταν μιλάς για αυτά, λόγω περιβάλλοντος είναι σαν να μιλάς για σκυλάκια, γατάκια, μπλουζάκια, καλτσάκια. «Ρωτήστε με ό,τι θέλετε» είπε ο υπουργός Υγείας μπαίνοντας στο πλατό της Καινούργιου. Γνωρίζοντας ωστόσο ότι θα τον ρωτήσουν ό,τι μπορούν. Κι αυτό το «ό,τι» θα είναι πολύ εύκολο να το φέρει στα μέτρα του ο οποιοσδήποτε εκπαιδευμένος, έστω και λίγο, στον πολιτικό λόγο.
Με αυτόν τον τρόπο καλλιεργείται και συγκροτείται ένα κοινό απολιτίκ. Το οποίο ακούει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, την ίδια διάθεση και το ίδιο ενδιαφέρον τον λόγο ενός πολιτικού και ενός μάγειρα που δίνει τη συνταγή για προβατίνα με πατάτες στη λαδόκολλα. Και αυτό το κοινό μπορεί να διαμορφώσει εκλογικά ποσοστά και αποτελέσματα. Μόνο που τα απολιτίκ κοινά ευνοούν τον λαϊκισμό. Και τα απολυταρχικά καθεστώτα. Αλλωστε ο λαϊκισμός είναι πάντα ο προθάλαμος των κάθε λογής καθεστώτων.
Ζητείται απάντηση
Μόλις χθες έγραφα ότι η δικαιοσύνη είναι προϋπόθεση της δημοκρατίας. Γι’ αυτό και δεν θα πρέπει ούτε να φοβάται ούτε να εκβιάζεται. Να προσθέσω σήμερα κάτι ακόμη. Ούτε να αργοπορεί. Συνειδητοποιώ ότι έχουν περάσει εννέα μέρες από το πρωτοσέλιδο του «Βήματος» που πυροδότησε την πολιτική αντάρα με τα πολλά παρελκόμενα της προηγούμενης εβδομάδας. Τρεις μέρες μιλούσαν περί αυτού στη Βουλή, χώρια οι περιρρέουσες συνεχείς συζητήσεις και αναφορές. Η μόνη που δεν μίλησε είναι η, ας πούμε, καθ’ ύλη αρμόδια. Η Δικαιοσύνη. Κιχ μετά από εννέα μέρες. Σαν να ήταν σε διακοπές. Αυτή η καταγγελία, την οποία ουδείς διέψευσε, δεν θα πρέπει να ελεγχθεί; Διότι όσο μένει εκκρεμής ευνοεί τις σκιές. Και όταν πυκνώνουν οι σκιές οφείλουμε να θυμόμαστε αλλά και να υπενθυμίζουμε ότι η δημοκρατία ευδοκιμεί σε απολύτως «ηλιόλουστα» περιβάλλοντα.