Μία εβδομάδα μετά το έγκλημα, η εικόνα και η ιστορία της Κυριακής στοιχειώνει τις μέρες και τις νύχτες μας, τις οθόνες μας, τα δελτία ειδήσεων, το Διαδίκτυο. Λόγια, σχόλια, κρίσεις, ερωτηματικά, αναλύσεις, υπεραναλύσεις, εκτιμήσεις και συμπεράσματα. Κυρίως συμπεράσματα. Που υποτίθεται ότι αποκωδικοποιούν αυτήν την ολέθρια σχέση και εκφράζονται, κυρίως, με συμβουλές στα νέα κορίτσια. Τι να αποφεύγουν, τι να προσέχουν, πώς να αντιλαμβάνονται τα «σημάδια» κινδύνου, ποια είναι τα «καμπανάκια» τα οποία πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους, ποια είναι τα εφόδια και οι «πανοπλίες» ώστε να μην παραδίδονται σε τέτοιου είδους κακοποιητικές σχέσεις.
Τα ακούω, τα διαβάζω, τα αναλογίζομαι, σκέφτομαι πως κι εγώ, αν είχα κόρη, αυτά πάνω-κάτω θα της έλεγα, τις ίδιες συμβουλές θα της έδινα, ανάλογες πρακτικές αντίστασης θα τις επεσήμανα, μπορεί να έκανα και χειρότερα. Να την παρακολουθούσα, να έψαχνα τα πράγματά της, το κινητό της, μην πω ότι, φυσικά ερήμην της, θα προσπαθούσα να ξεσκονίσω το παρελθόν και το παρόν του φίλου της, αν δεν μου γέμιζε το μάτι, ίσως να προσλάμβανα και ντετέκτιβ. Και μετά σκέφτομαι τον εαυτό μου, στα δεκαεννιά, στα είκοσι τρία, στα είκοσι πέντε. Και καταλήγω, για άλλη μια φορά, στη διαπίστωση πόσο μάταιο είναι να προσπαθείς να στριμώξεις τον έρωτα στα καλούπια της λογικής και της νηφάλιας εκτίμησης της πραγματικότητας.
Ο έρωτας σε αυτές τις ηλικίες – μπορεί και σε όλες – ενεργοποιείται από την ψευδαίσθηση και φουντώνει μέσα στην ουτοπία, είναι, σαν να λέμε, το φυσικό του περιβάλλον. Λίγα κορίτσια ξέρω που ερωτεύονται με βάση τη λογική. Δηλαδή, επειδή ο άλλος είναι καλό παιδί, ήρεμος, πράος, δεν έχει εκρήξεις, είναι αυτό που, παλιά, λέγαμε comme il faut, τον εγκρίνουν απόλυτα οι γονείς. Στη νιότη μου, αυτούς τους λέγαμε φλώρους, μετά ξενέρωτους, σήμερα δεν ξέρω πώς. Εντάξει, συμβαίνουν κι αυτά (μπορεί οι ήρεμοι χαρακτήρες να κρύβουν «εκρηκτικά» προσόντα) αλλά δεν είναι ο κανόνας.
Τα νέα κορίτσια έλκονται από το παράξενο, το παράδοξο, το έξω από τις νόρμες. (Δεν συμβαίνει ακριβώς το ίδιο με τα νέα αγόρια αλλά τώρα μιλάμε για κορίτσια). Για να το πω απλά και κυνικά, το σουξέ «Γουστάρω να ‘σαι αλήτης και εγώ να είμαι μαντάμ» είναι βγαλμένο μέσα από τη ζωή. Κλισέ; Κλισέ. Παμπάλαιο όμως. Και εικονοποιημένο αριστοτεχνικά από τον Μάρλον Μπράντο στο «Λεωφορείο ο πόθος» και τον Τζέιμς Ντιν στο «Επαναστάτης χωρίς αιτία» έως τα θυμωμένα, αξύριστα αγόρια του σύγχρονου σταρ σύστεμ και των διαφημίσεων. Μπορεί, κατά καιρούς, να επικράτησαν άλλα πρότυπα – οι συνομήλικοί μου θα θυμούνται τους BCBG (μπεσεμπεζέ) – αλλά όπως ήλθαν, παρήλθαν για να γυρίσουμε στις… εργοστασιακές ρυθμίσεις.
Οπότε; Δεν υπάρχει σωσμός; Μιλάμε για προδιαγεγραμμένα εγκλήματα; Οχι βέβαια. Πρώτα απ’ όλα, «κακά παιδιά» δεν γίνονται, νομοτελειακά, δολοφόνοι. Και η πείρα μού λέει ότι οι «ατίθασοι», στην πλειονότητά τους, εξαντλούνται στην εξωτερική εμφάνιση και έκφραση και, κατά βάθος, είναι «ζυμαράκια». Ωστόσο, όταν οι συμπεριφορές εκτρέπονται, όταν τα κορίτσια παγιδεύονται σε αυτόν τον κύκλο της βίας, του εκφοβισμού, των εκβιασμών, η μόνη λύση είναι η παντός είδους «περιφρούρηση». Ενα καλά οργανωμένο σύστημα που θα μπορεί να υποδεχθεί την κακοποιημένη γυναίκα. Αυτό ακριβώς που δεν λειτούργησε για την Κυριακή. Διότι στον έρωτα μπορεί να μην υπάρχουν συνταγές ή να αποδεικνύονται μάταιες, στην πρόληψη του εγκλήματος όμως επιβάλλονται.
Τα σημάδια
Δεν λέω, οι άνθρωποι το κάνουν καλοπροαίρετα αλλά οι δολοφόνοι δεν έχουν αναγνωριστικά χαρακτηριστικά – τουλάχιστον στην πραγματική ζωή, δεν ξέρω στα επιτραπέζια. Πολλά διάβασα αυτές τις ημέρες για το πώς αναγνωρίζουμε τους δολοφόνους και τους κακοποιητές. Σου λέει ο άλλος «από τα τατουάζ». Οταν βλέπεις, δηλαδή, πολλά τατουάζ, «φύγε, κρατάει μαχαίρι».
Είναι τουλάχιστον αφελές αν σκεφτούμε ότι πριν από πενήντα, εξήντα χρόνια οι «μουσάτοι» θεωρούνταν κακοποιά στοιχεία. Οπως αφελείς είναι και οι αναφορές στις αιτίες, λέμε τώρα, στις οποίες αποδίδουν την έξαρση της βίας κατά των γυναικών. Που βέβαια δεν είναι ούτε η τραπ μουσική ούτε η δημοσιοποίηση της δίκης του Τζόνι Ντεπ. Η ζωή δεν είναι αποτέλεσμα εξισώσεων αλλά, τις περισσότερες φορές, συγκυρία ανατροπών.