Είναι μια καλή αρχή τα μέτρα της κυβέρνησης για το μπούλινγκ στα σχολεία. Επειδή είναι συντηρητικά. Εχουν, δηλαδή, άλλη κατεύθυνση και άλλο προσανατολισμό από αυτόν που του έδωσαν, με τα χρόνια, διάφορες μεταρρυθμίσεις στο όνομα του προοδευτισμού. Το αποτέλεσμα το ζούμε. Μαθητές που εκλαμβάνουν το σχολικό περιβάλλον ως περιβάλλον ασυδοσίας, αδιαφορώντας όχι μόνο για το μάθημα και τη γνώση αλλά για τα πάντα: για την ιεραρχία, για τους κανόνες, για τις δεσμεύσεις, για την υπευθυνότητα. Μπορούν, επειδή το σχολείο αξιολογεί υποτυπωδώς, έχει αυτοκαταργηθεί ως αυτόνομη βαθμίδα εκπαίδευσης και, λόγω των αντιαυταρχικών κανονισμών, στην ουσία αδυνατεί να ελέγξει (από το πιο απλό, τις απουσίες, έως βάναυσες καθημερινές συμπεριφορές στην τάξη) και να τιμωρήσει, να δώσει αποβολές, να επιβάλει αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος, να διεκδικήσει αποζημιώσεις για διακεκριμένες ζημιές.
Το τι είναι σήμερα το σχολείο το περιγράφουν οι σχεδόν εθιμοτυπικές καταλήψεις, που γίνονται κάθε χρόνο. Μια ομάδα άτσαλα πολιτικοποιημένων καταλαμβάνει τον χώρο, διώχνει τους συμμαθητές που θέλουν να κάνουν μάθημα, διώχνει και τους καθηγητές (ή, έστω, όσους αισθάνεται εχθρικούς) και, αφού περάσουν μερικές μέρες χωρίς μάθημα, επιστρέφουν τα κλειδιά στους καθηγητές. Συνήθως, έχουν γίνει και κάποιες ζημιές, συχνά σοβαρές, σε εποπτικό υλικό, στα τζάμια, στα θρανία. Συχνά και κάποιες κλοπές. Τα μαθήματα ξαναρχίζουν σαν να μη συνέβη τίποτα. Αυτό είναι η κανονικότητα. Αν βρισκόταν κανένας διευθυντής που νοιαζόταν λίγο περισσότερο για το μάθημα ή για τη σχολική περιουσία, το σίγουρο είναι ότι δεν θα περνούσε καλά. Πολύ συχνά, τέτοιοι «αυταρχικοί» καθηγητές βρίσκονται κρεμασμένοι στα μανταλάκια των σόσιαλ μίντια.
Το σχολείο είναι ο δεύτερος μηχανισμός προσαρμογής των νέων στην κοινωνία και στις υποχρεώσεις που έχει η κοινωνική ζωή. Ο πρώτος είναι η οικογένεια. Τα χρόνια του «αυταρχικού σχολείου», αν η οικογένεια λειτουργούσε ως εστία αντικοινωνικότητας, το σχολείο διόρθωνε. Σήμερα, το σχολείο αδυνατεί να διορθώσει τις οικογένειες, επειδή ακόμα κι αν έχουν τη διάθεση οι εκπαιδευτικοί δεν έχουν την εξουσία. Το νομοθετικό πλαίσιο και ο κανονισμός των σχολείων τούς έχουν δέσει τα χέρια. Με αποτέλεσμα, συχνά, οι γονείς να διαμαρτύρονται και να απειλούν με δικαστικούς αγώνες εκπαιδευτικούς αν κάνουν παρατηρήσεις στα παιδιά τους.
Η ακύρωση του ρόλου του δασκάλου μέσα στο σχολείο έγινε με μεγάλη ευκολία επειδή, σε πολλές περιπτώσεις, η τυπική αξιολόγηση ή η ανυπαρξία της αφαιρεί και από κάποιους εκπαιδευτικούς την υποχρέωση να είναι σε εγρήγορση. Αν κάποιος σήμερα αποφασίσει να μην ασχοληθεί σοβαρά με τους μαθητές του και με τα μαθήματα, μπορεί. Ουδείς θα του ζητήσει τα ρέστα. Με εξαίρεση κάποια ακριβά ιδιωτικά σχολεία και ορισμένα πρότυπα και πειραματικά (αλλά όχι όλα), ο δάσκαλος μπορεί να μη διεκδικεί την υπόσταση του διαμορφωτή ψυχών και τη συνακόλουθη εξουσία του. Μπορεί.
Η απουσία ελέγχου συνεπάγεται και την απουσία ανάληψης της ευθύνης που οφείλει να αναλαμβάνει κάθε μαθητής. Κι όταν απουσιάζει η ατομική ευθύνη, κυριαρχεί το ένστικτο. Σε συνδυασμό με το έλλειμμα προοπτικής των μαθητών και την αδυναμία της οικογένειας να θέσει όρια, η σχολική βία θεριεύει.
Το κράτος ορθώς σταθμίζει αυτή την αποτυχία. Το πρώτο βήμα πίσω, τα παιδαγωγικά όρια που απαιτεί ο ρόλος του σχολείου τα οποία τέθηκαν χθες από τον Πρωθυπουργό είναι ένα ουσιαστικό βήμα. Το επόμενο βήμα είναι να αλλάξει το σχολείο – να γίνει ανταγωνιστικό και να εστιάσει στη γνώση. Τα πειράματα τελείωσαν. Είναι ώρα το σχολείο να ξαναβρεί τον ρόλο του.