Μπορεί η ημέρα να έχει μεγαλώσει, όμως όσο το καλοκαίρι πλησιάζει και το θερμόμετρο ανεβαίνει, η νύχτα μάς… καλεί για εξόδους. Η οδήγηση όμως το βράδυ δυσκολεύει τους οδηγούς, ιδιαίτερα τους πάσχοντες από ορισμένες πολύ συχνές και τους οδηγούς άνω των 50 ετών.
Ακόμα όμως και οι οδηγοί με ιδιαίτερα καλή όραση μπορεί να δυσκολεύονται να διακρίνουν τις απότομες στροφές και τα εμπόδια, ανάμεσα στις σκούρες σκιές και τα φώτα των οχημάτων που έρχονται από την αντίθετη κατεύθυνση. Και αυτό διότι τα μάτια των ανθρώπων δεν έχουν αναπτυχθεί για να βλέπουμε καλά στο σκοτάδι.
«Είμαστε ημερόβια όντα και όχι νυκτόβια», εξηγεί ο δρ Αναστάσιος-Ι. Κανελλόπουλος, MD, χειρουργός-οφθαλμίατρος, καθηγητής Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης. «Εως την ανακάλυψη των πρώτων ηλεκτρικών λαμπτήρων, οι άνθρωποι πήγαιναν για ύπνο μόλις νύχτωνε. Ετσι τα μάτια μας δεν εξελίχθηκαν ώστε να λειτουργούν καλά το βράδυ».
Στην πραγματικότητα τα μάτια μας στο σκοτάδι μπορούν να προσαρμοστούν, αλλά έως ενός ορίου. «Το “μυστικό” της αλλαγής της οπτικής συμπεριφοράς των οφθαλμών μας σε χαμηλότερες συνθήκες φωτός είναι ότι η κόρη του ματιού διαστέλλεται σημαντικά (μυδρίαση)», συμπληρώνει ο καθηγητής. «Η αλλαγή αυτή κάνει το οπτικό σύστημα να “ξεσκεπάζει” πολλά προβλήματα, τα οποία μειώνονται στο πιο έντονο φως επειδή αυτό προκαλεί συστολή στην κόρη του ματιού (μύση) με αποτέλεσμα να καλύπτονται λειτουργικά τα περισσότερα από αυτά».
Υπεύθυνος για την όραση είναι ο αμφιβληστροειδής χιτώνας που βρίσκεται στο οπίσθιο τμήμα των ματιών. Διαθέτει ραβδία και κωνία, δηλαδή εξειδικευμένα κύτταρα-υποδοχείς του φωτός, που μας επιτρέπουν να βλέπουμε ό,τι υπάρχει γύρω μας από την ανατολή έως τη δύση του ηλίου.
Η προσαρμοστική ικανότητα των ματιών δεν είναι σταθερή σε όλη τη διάρκεια της ζωής, αλλά φθίνει με την ηλικία. «Τα μάτια των παιδιών προσαρμόζονται στο σκοτάδι πολύ καλύτερα απ’ ό,τι των ενηλίκων», διευκρινίζει ο δρ Αναστάσιος-Ι. Κανελλόπουλος. «Η διαφορά γίνεται ακόμα εντονότερη μετά την ηλικία των 30 ετών, όταν η προσαρμοστική ικανότητα των ματιών στο σκοτάδι αρχίζει να μειώνεται».
Αν μάλιστα κάποιος δεν έχει τέλεια όραση (όπως συμβαίνει με το ένα τέταρτο των κατοίκων του πλανήτη, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας), τα μάτια μπορεί να δυσκολεύονται ακόμα περισσότερο να προσαρμοστούν στο σκοτάδι.
Οι παθήσεις. Υπάρχουν διάφορες οφθαλμικές παθήσεις και διαταραχές που μειώνουν τη νυχτερινή όραση. Μερικές από τις πιο συχνές είναι ο καταρράκτης, η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας και η ξηροφθαλμία.
Ο καταρράκτης θολώνει τον φυσιολογικό φακό του ματιού. Το βράδυ οι πάσχοντες μπορεί να βλέπουν μία λάμψη, όταν το φως χτυπά τον οφθαλμικό φακό και διαχέεται. Λάμψη μπορεί να βλέπουν και οι πάσχοντες από ξηροφθαλμία, με επακόλουθο να μη βλέπουν καλά όταν οδηγούν το βράδυ.
Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι η ανάπτυξη του καταρράκτη εξελίσσεται σταδιακά με την πάροδο του χρόνου και για πολλά έτη δεν γίνεται αντιληπτή. Σε κάθε περίπτωση η μείωση της όρασης στη λάμψη του φωτός αποτελεί τη μεγαλύτερη δυσκολία στη νυχτερινή οδήγηση, μαζί με την ελάττωση της ικανότητας να διακρίνουμε φωτεινές αντιθέσεις και την αύξηση της διάχυσης του φωτός.
Αντίστοιχα, η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας προκαλεί δυσλειτουργία στα κωνία του αμφιβληστροειδούς χιτώνα. Τα κύτταρα αυτά ξεχωρίζουν χρώματα και λεπτομέρειες στα είδωλα όπου εστιάζουμε.
Η δυσλειτουργία των κωνίων μειώνει την κεντρική όραση, γεγονός το οποίο το βράδυ μειώνει την αντίληψη του βάθους, την αναγνώριση των χρωμάτων και την περιφερειακή αντίληψη. Αυτό σημαίνει πως οι πάσχοντες οδηγοί μπορεί να δυσκολεύονται να υπολογίσουν με ακρίβεια πόσο μακριά βρίσκονται από άλλα οχήματα ή να αντιληφθούν ότι κάποιος βαδίζει στην άκρη του δρόμου.
Τη βραδινή όραση μπορεί επίσης να επιδεινώσει η χρήση φαρμάκων για τη στυτική δυσλειτουργία (αλλοιώνουν την ποιότητά της και την ευκρίνεια), αλλά και ο σακχαρώδης διαβήτης όταν τα επίπεδα σακχάρου (γλυκόζης) στο αίμα κάνουν απότομες εναλλαγές (απότομες αυξήσεις και απότομες μειώσεις). Σε τέτοια περίπτωση, οι διαβητικοί ασθενείς μπορεί να έχουν αισθητή θόλωση και μείωση της όρασης στο σκοτάδι.
Οι παγίδες. Ανεξαρτήτως υποκείμενου ιστορικού, πάντως, πολλοί οδηγοί δεν αισθάνονται άνετα όταν οδηγούν τη νύχτα. Πριν από λίγα χρόνια, έρευνα στη Βρετανία είχε δείξει ότι ένας στους τρεις οδηγούς αποφεύγει εντελώς να οδηγεί το βράδυ επειδή δεν βλέπει καλά. Περισσότεροι από τους μισούς, εξάλλου, δυσκολεύονται να δουν καθαρά όταν πέφτει το σκοτάδι και κάθονται στο τιμόνι του αυτοκινήτου τους.
Στο 25% των περιπτώσεων είπαν ότι δυσκολεύονται να εστιάσουν την προσοχή τους στον δρόμο. Το 43% είπαν ότι βλέπουν θολά κατά τη νυχτερινή οδήγηση και σχεδόν τα τρία τέταρτα (73%) ότι ενοχλεί τα μάτια τους η λάμψη από τα διερχόμενα οχήματα.
Πολύ ενοχλητικά για τα μάτια είναι επίσης τα «φωτοστέφανα» (άλως) και οι αντανακλάσεις από τα φώτα στους δρόμους και τους προβολείς. Συχνή αιτία γι’ αυτό είναι τα βρώμικα παράθυρα των αυτοκινήτων, τόσο από το εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό τους, εξηγεί ο δρ Αναστάσιος-Ι. Κανελλόπουλος. Ρόλο παίζουν και τα φθαρμένα μάκτρα των υαλοκαθαριστήρων, αλλά και τα γρατζουνισμένα ή βρώμικα διορθωτικά γυαλιά των οδηγών. Ολα αυτά πρέπει να είναι πεντακάθαρα για να βλέπετε καλά κατά τη νυχτερινή οδήγηση. Το ίδιο και τα φώτα του αυτοκινήτου σας.
Πολύ σημαντικό επίσης όταν οδηγείτε τη νύχτα είναι να φοράτε ένα ζευγάρι γυαλιά ή φακούς επαφής με τους σωστούς (και όχι απαρχαιωμένους) βαθμούς διόρθωσης. Οπως προαναφέρθηκε, ο χαμηλός φωτισμός το βράδυ προκαλεί διαστολή της κόρης του ματιού, γεγονός που μπορεί να εντείνει κάθε πρόβλημα εστίασης όσο ήπιο και αν είναι, προκαλώντας θολή όραση.
«Περισσότερο από το 90% των πληροφοριών που χρησιμοποιούν οι οδηγοί είναι οπτικές», τονίζει ο καθηγητής και προσθέτει: «Επομένως η όραση πρέπει να βρίσκεται στην καλύτερη δυνατή κατάσταση όταν οδηγούν τη νύχτα. Οι περισσότεροι άνθρωποι ηλικίας άνω των 45 ετών χρειάζονται κάποια διόρθωση της όρασής τους, για να εστιάζει τέλεια το φως στα μάτια τους. Αυτό προϋποθέτει ότι θα ελέγχουν συχνά την όρασή τους (τουλάχιστον μία φορά κάθε δύο χρόνια, εκτός κι αν πρέπει συχνότερα για ιατρικούς λόγους) και θα κάνουν την απαιτούμενη θεραπεία για κάθε πρόβλημα όρασης που τυχόν έχουν. Να θυμάστε, τέλος, ότι πολλές από τις σημαντικές αλλαγές που υφίσταται η όραση με την ηλικία, αναπτύσσονται σταδιακά και περνούν απαρατήρητες από τους πάσχοντες για μεγάλα χρονικά διαστήματα».