«Δεν εμπιστεύομαι την πλοκή» είχε δηλώσει κάποτε ο Στίβεν Κινγκ. «Πρώτον, επειδή η ζωή μας είναι σε μεγάλο βαθμό απροσχεδίαστη και, δεύτερον, διότι πιστεύω ότι η κατάστρωση μιας πλοκής και ο αυθορμητισμός της αληθινής δημιουργίας δεν συμβιβάζονται». Στο πλάσιμο των ιστοριών βασική πεποίθηση του 76χρονου αμερικανού μυθιστοριογράφου (Πόρτλαντ, Μέιν, ΗΠΑ, Σεπτέμβριος 1947) είναι ότι «πλάθονται μόνες τους» και ότι δουλειά κάθε συγγραφέα είναι «να τους δώσει χώρο για να αναπτυχθούν». Για τον Κινγκ η πλοκή είναι «η έσχατη διέξοδος του καλού συγγραφέα και η πρώτη επιλογή του ανόητου γιατί η ιστορία που γεννιέται από αυτή θα δείχνει μάλλον ψεύτικη, αφύσικη».
Ομως μέσα σε αυτήν την ανάπτυξη, η αλήθεια – μια κάποια αλήθεια – θα πρέπει, κάπως, κάπου να βρει τη θέση της. Ειδάλλως τότε το όλο πράγμα δεν έχει νόημα, όπως πιστεύει ο Κινγκ που με περισσότερα από 50 μυθιστορήματα και εκατοντάδες διηγήματα αναγνωρίζεται, όχι σήμερα αλλά εδώ και χρόνια, ως ο μετρ του συγγραφικού τρόμου και φαντασίας διεθνώς.
Εκτός από το ότι ο Στίβεν Κινγκ ανήκει και στους πιο ακριβοπληρωμένους συγγραφείς του κόσμου, το λογοτεχνικό έργο του, από τo 1976 που ο Μπράιαν ντε Πάλμα έδωσε εικόνες στο πρώτο μπεστ σέλερ του Κινγκ, την «Κάρι» (το οποίο κυκλοφόρησε πριν από ακριβώς 50 χρόνια, τον Απρίλιο του 1974), έχει τροφοδοτήσει κυριολεκτικά αμέτρητες κινηματογραφικές μεγάλου και μικρού μήκους ταινίες, τηλεταινίες, σειρές της τηλεόρασης και οπτικοακουστικά παιχνίδια. Μέχρι σήμερα 345 (!!) πάσης μορφής οπτικοακουστικά έργα έχουν στηριχθεί έχουν στηριχθεί σε δικά του και αυτή τη στιγμή 24 (!) σχέδια που στηρίζονται σε έργα του Κινγκ βρίσκονται στο στάδιο προετοιμασίας ή είναι ήδη έτοιμα και ετοιμάζονται να παρουσιαστούν!!
Και όλα αυτά άρχισαν με την «Κάρι» του 1976. Παίζοντας τη συνεσταλμένη weirdo η οποία αντιστέκεται στο bullying που δέχεται στο σχολείο αξιοποιώντας αργότερα με θανάσιμη ακρίβεια τις υπερφυσικές δυνατότητές της, η Σίσι Σπέισεκ, στην ταινία του Ντε Πάλμα έφτιαξε μια ηρωίδα καριέρας. Η ταινία (που ξαναγυρίστηκε πριν από μερικά χρόνια – μια ασημαντότητα όμως) απέκτησε τεράστια επιτυχία, αντίστοιχη του μυθιστορήματος. Η επιτυχία είναι μια έννοια που επρόκειτο να συνοδεύσει τις περισσότερες κινηματογραφικές και τηλεοπτικές μεταφορές μυθιστορημάτων του Κινγκ, παρότι με κάποιες ο ίδιος δεν συμφωνούσε καθόλου και δεν φοβόταν να το πει.
Χαρακτηριστικότερη περίπτωση αντίρρησής του σε σχέση με το κινηματογραφικό αποτέλεσμα παραμένει η «Λάμψη» (1980) του Στάνλεϊ Κιούμπρικ, με την οποία ο Κινγκ έγινε έξαλλος σε σημείο να ζητήσει – όπως λέγεται – να αφαιρεθεί το όνομά του από τα ζενερίκ: κατά τη διάρκεια ενός βαρύτατου χειμώνα, ένας συγγραφέας που έχει χάσει την επαφή του με το γράψιμο αναλαμβάνει καθήκοντα φύλακα τεράστιου ξενοδοχείου, που βρίσκεται απομονωμένο στα όρη του Κολοράντο. Εκεί ελπίζει ότι θα βρει και πάλι την έμπνευση. Το ξενοδοχείο όμως είναι στοιχειωμένο από φαντάσματα τα οποία τον στρέφουν εναντίον της γυναίκας και του γιου του που έχει το χάρισμα της «λάμψης» μέσω της οποίας αισθάνεται το κακό.
Αυτό το κλιμακωτής εξέλιξης υποβλητικό μεταφυσικό θρίλερ στο οποίο ένας ανεπανάληπτος Τζακ Νίκολσον υποδύεται τον συγγραφέα δίπλα στην Σέλεϊ Ντιβάλ (η γυναίκα του) και τον Ντάνι Λόιντ (ο γιος του), είναι εντελώς διαφοροποιημένο από το μυθιστόρημα του Κινγκ, κάτι που εξόργισε τον τελευταίο. Εδώ που τα λέμε βέβαια, η ταινία εντυπώνεται πολύ καλύτερα στη μνήμη συγκριτικά με τη βάση της, το κείμενο του Κινγκ που ενίοτε γίνεται ως και φλύαρο. Και αυτός ακριβώς είναι ο χαρακτηρισμός που δίνεις στην τηλεοπτική «Λάμψη» που γυρίστηκε το 1997, με την οποία όμως ο Κινγκ συμφώνησε. Πάντως, ο cult χαρακτήρας που απέκτησαν τόσο το μυθιστόρημα όσο και η ταινία του Κιούμπρικ μπορεί να έπαιξε κάποιο ρόλο στην απόφαση του Κινγκ να γράψει μια συνέχεια της «Λάμψης», τον «Δόκτωρα ύπνο» που επίσης γυρίστηκε ταινία το 2019 από τον Μάικ Φλάναγκαν με τον Γιούαν ΜακΓκρέγκορ στον ρόλο του παιδιού της οικογένειας Τόρανς που έχει μεγαλώσει και εξακολουθεί να βασανίζεται από το «χάρισμά» του.
Ο Φρανκ Ντάραμποντ. Στην κορυφή των επιτυχημένων κινηματογραφικών μεταφορών έργων του Στίβεν Κινγκ βρίσκεται η «Ομίχλη» (The mist, 2007) του Φρανκ Ντάραμποντ, που με μια πρώτη ματιά δίνει την εντύπωση ότι θα ακολουθήσει τα χνάρια μιας παραδοσιακής ταινίας τρόμου και τεράτων, με την προοπτική να καταλήξει σε έργο που ουκ ολίγες φορές έχουμε ξαναδεί στο σινεμά: η γαλήνη μιας αμερικανικής κωμόπολης (κλασικό φόντο των έργων του Κινγκ) ανατρέπεται από τη μια στιγμή στην άλλη όταν μια μυστηριώδης ομίχλη κάνει την εμφάνισή της στην περιοχή. Την ακολουθούν τέρατα με τεράστια πλοκάμια, τεράστια δόντια, τεράστια ράμφη ενώ η ιστορία εστιάζει στους κατοίκους που έχουν εγκλωβιστεί στο τοπικό σουπερμάρκετ όπως και στο zombie movie του Τζορτζ Ρομέρο, «Το ξύπνημα των νεκρών».
Και εκεί που περιμένεις τη συμβατική συνεργασία ανόμοιων προσωπικοτήτων προκειμένου να βρεθεί λύση για τη σωτηρία, η ταινία σε παγιδεύει σε ένα πέρα για πέρα υπαρξιακό σύμπαν. Το ζήτημα δεν είναι τα τέρατα και η αντιμετώπισή τους αλλά η ανθρώπινη συμπεριφορά σε μια κατάσταση εκτός ελέγχου. Η παράνοια που ξεδιπλώνεται αργά αλλά μεθοδικά. Οι πραγματικοί χαρακτήρες που αναδύονται από τα σώψυχά μας μπροστά σε μια πραγματική κρίση. Ο άνθρωπος υπό το κράτους πανικού μπορεί να γίνει τέρας χειρότερο από αυτό που τον απειλεί… Και πραγματικά, το πιο τρομακτικό τέρας της ταινίας είναι μια φανατική θρήσκα (Μάρσια Γκέι Χάρντεν), το πάθος της οποίας θα ζήλευε ακόμα και η Ελένη Λουκά!
Ο Φρανκ Ντάραμποντ έχει εντρυφήσει στο έργο του Κινγκ διότι οι μεγαλύτερες επιτυχίες της καριέρας του στηρίζονται σε μυθιστορήματα του συγγραφέα. Η πιο αγαπητή στη χώρα μας παραμένει η «Τελευταία έξοδος: Ρίτα Χέιγουορντ» (The Shawshank redemption, 1994). Ο Τιμ Ρομπινς φυλακίζεται για έναν φόνο που δεν διέπραξε και για να επιβιώσει, αποφασίζει να μην αλλάξει. Με αυτόν τον τρόπο κάνει τη δική του επανάσταση, χωρίς νταηλίκι, φαλτσέτες και ξύλο, παρά με την καλοσύνη, τον διάλογο και την τέχνη. Ομως στο μυαλό του υπάρχει πάντα το σχέδιο της απόδρασης. Κι αυτή η απόδραση δεν ξεχνιέται με τίποτα στην ταινία του Ντάραμποντ που και προτάθηκε για επτά Οσκαρ χωρίς να κερδίσει σε καμία κατηγορία.
Πέντε χρόνια αργότερα, ο ίδιος σκηνοθέτης θα δώσει το «Πράσινο μίλι» (The green mile), που και πάλι εκτυλίσσεται σε φυλακή, αν και εδώ εισχωρεί έντονα το στοιχείο του μεταφυσικού, κάτι που δεν υπήρχε καθόλου στην «Τελευταία έξοδο: Ρίτα Χέιγουορντ». Εν προκειμένω, φορέας του είναι ένας καταδικασμένος σε θάνατο θαυματουργός θεραπευτής, τον οποίο υποδύεται ο Μάικλ Κλαρκ Ντάνκαν δίπλα στους Τομ Χανκς, Ντέιβιντ Μορς και Σαμ Ρόκγουελ. Και αυτή η ταινία προτάθηκε για αρκετά Οσκαρ αλλά δεν κέρδισε πουθενά.
Το παιδικό βλέμμα. Πολλά από τα μυθιστορήματα του Στίβεν Κινγκ έχουν ήρωες συγγραφείς, εφήβους ή παιδιά και κατά κάποιον τρόπο (ενδεχομένως) να αποτελούν κάτι σαν alter ego του ιδίου. Στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του «Περί συγγραφής, το χρονικό μιας τέχνης» (εκδόσεις BELL) που εστιάζει κυρίως στην άποψή του για την λογοτεχνία, ο Κινγκ χαρακτηρίζει την παιδική ηλικία του «παράξενη και άστατη… ένα καταχνιασμένο τοπίο από το οποίο αναμνήσεις προβάλλουν κάπου κάπου σαν ερημικά δέντρα… από εκείνα που θαρρείς ότι θα μπορούσαν να σε αρπάξουν και να σε καταβροχθίσουν».
Πράγματι, ο Κινγκ δεν πέρασε τα ιδανικότερα παιδικά χρόνια. Ο πατέρας του είχε παρατήσει την οικογένειά του αφήνοντας πίσω του χρέη, η μητέρα του τον αναζητούσε, οι καιροί ήταν δύσκολοι και τα οικονομικά μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου άθλια. Συνεπώς δεν είναι καθόλου τυχαίο που τα παιδιά και οι εφιάλτες τους βρίσκονται στο επίκεντρο πολλών ιστοριών του Κινγκ, από το κλασικό πια «Στάσου πλάι μου» που έγινε μια σπουδαία ταινία από τον Ρομπ Ράινερ το 1986, μέχρι το «Καρδιές στην Ατλαντίδα» που μεταφέρθηκε στο σινεμά ευπρόσωπα από τον Σκοτ Χικς το 2001 και το «Αυτό» που έγινε μίνι σειρά το 1990, γυρίστηκε για τον κινηματογράφο το 2017 και απέκτησε μια συνέχεια το 2019 λόγω της μεγάλης επιτυχίας του.
Ο ίδιος ο Κινγκ αν και δεν πιστεύει πλέον ότι οι συγγραφείς φτιάχνονται, θεωρεί ότι όλες αυτές οι παιδικές εμπειρίες του διαμόρφωσαν έναν συγγραφέα. Και όντως οι συγγραφείς των έργων του είναι άνθρωποι που είτε με τη θέλησή τους είτε όχι βρίσκονται στα όριά τους, αρκεί να θυμηθούμε τον Τζέιμς Κάαν που αιχμαλωτίζεται από μια φανατική του αναγνώστρια (Κάθι Μπέιτς) στη «Μίζερι» (και πάλι) του Ρομπ Ράινερ, τον Τίμοθι Χάτον που ταλαιπωρείται από το «Σκοτεινό εγώ» του στην ταινία του Τζορτζ Ρομέρο ή τον Τζόνι Ντεπ σε περίπου παρόμοια θέση στο «Μυστικό παράθυρο» (2002).
5 φιλμ που αξίζει να ανακαλύψετε
Η νεκρή ζώνη (1983) – Ο Κρίστοφερ Γουόκεν στα πολύ δυνατά του σκηνοθετείται ως τηλεπαθητικός από τον Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ και δεν ξεκολλάς τα μάτια σου από πάνω του.
Κριστίν (1983) – Αυτοκίνητο φάντασμα ανασταίνεται χάρη στη φροντίδα ενός νεαρού (Κιθ Γκόρντον) και εκδικείται τους πάντες σε σκηνοθεσία Τζον Κάρπεντερ.
Ολική έκλειψη (1995) – Κατά βάση μια τραγική ιστορία μάνας (Κάθι Μπέιτς) – κόρης (Τζένιφερ Τζέισον Λι) με σκηνοθέτη τον Τέιλορ Χάκφορντ (Ο δικηγόρος του διαβόλου).
Μαθήματα φόβου (1998) – «Κακό» αγόρι (Μπραντ Ρένφρο) αντιλαμβάνεται την ύπαρξη ναζιστή (Ιαν Μακέλεν) στη γειτονιά του. Από τον Μπράιαν Σίνγκερ (Συνήθεις ύποπτοι).
Χρήσιμα αντικείμενα (1993) – Ενας μυστηριώδης καταστηματάρχης (Μαξ Φον Σίντοφ) μπορεί να προσφέρει τα πάντα αλλά με βαρύ αντίτιμο. Η σκηνοθεσία είναι του Φρέζιερ Σ. Χέστον.
5 που καλύτερα να ξεχάσετε
Βάρδια στα έγκατα της Γης (1990) – Πεινασμένοι αρουραίοι σε δράση οπότε αφήστε καλύτερα. Η σκηνοθεσία είναι του Ραλφ Σ. Σίνγκλετον.
Μάξιμουμ Οβερντράιβ (1986) – Πρώτη και τελευταία σκηνοθεσία Στίβεν Κινγκ που ενώ ξέρει να δίνει εικόνες γράφοντας λέξεις δεν τις φωτογραφίζει και τόσο καλά ο ίδιος.
Ονειροπαγίδα (2003) – Ισως το πιο φρικτό θρίλερ που έχει γυριστεί ποτέ, γιατί πρωταγωνιστής είναι το παχύ έντερο. Κρίμα γιατί το γύρισε ο Λόρενς Κάσνταν (Εξαψη).
Αδυναμία (1996) – Αδίστακτος δικηγόρος (Ρόμπερτ Τζον Μπερκ) μπαίνει στο στόχαστρο κατάρας τσιγγάνου και χάνει συνεχώς κιλά. Γκροτέσκο ως θέαμα σε σκηνοθεσία Τομ Χόλαντ.
Εξουσία πυρός (1984) – Πυρομανία και τηλεπάθεια με την Ντρου Μπάριμορ. Ψεύτικο σε όλα αλλά με καλή μουσική των Tangerine Dream. Η σκηνοθεσία είναι του Μαρκ Λέστερ.