Στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο (ΑΕΔ) κρίνεται σήμερα, Τετάρτη, η τύχη των αναδρομικών 11 μηνών για τα Δώρα των συνταξιούχων σε κύριες και επικουρικές συντάξεις, καθώς και για τις μειώσεις των επικουρικών συντάξεων.
Σημειώνεται ότι το ΣτΕ έκρινε αντισυνταγματικές τις περικοπές για τα δώρα και το επίδομα αδείας, που έγιναν με βάση τους νόμους για τη δημοσιονομική προσαρμογή το 2012, αλλά και για το 11μηνο μεταξύ Ιουνίου 2015 – Μαΐου 2016, ενώ ο Άρειος Πάγος έκρινε το αντίθετο.
Λόγω, λοιπόν, της διχογνωμίας ανάμεσα στα δύο Ανώτατα Δικαστήρια, η αμετάκλητη απόφαση επί του θέματος θα ληφθεί από το ΑΕΔ, όπου μετέχουν οι πρόεδροι των ανώτατων δικαστηρίων της χώρας και μέλη τους.
Αν η απόφαση του ΑΕΔ βγει υπέρ των συνταξιούχων, θα επαναβεβαιώσει τις τρεις αποφάσεις που έχει εκδώσει το Συμβούλιο της Επικρατείας – του 2015, του 2019 και του 2021 – με τις οποίες έχει κριθεί ότι οι συνταξιούχοι δικαιούνται επιστροφές από τις περικοπές που τους επιβλήθηκαν το 11μηνο μεταξύ Ιουνίου 2015 – Μαίου 2016 σε κύριες, και επικουρικές συντάξεις, καθώς και στα Δώρα.
Από το 11μηνο αυτό, οι συνταξιούχοι πληρώθηκαν αναδρομικά μόνο για τις περικοπές των κύριων συντάξεων, ενώ εκκρεμούν τα αναδρομικά για τις επικουρικές και τα Δώρα.
Γι’ αυτά τα αναδρομικά, ο νόμος που είχε ψηφίσει η κυβέρνηση το 2020, όταν πλήρωσε τα αναδρομικά στις κύριες συντάξεις, προβλέπει ότι οι συνταξιούχοι μπορούν να τα διεκδικήσουν στα δικαστήρια, αρκεί να είχαν κάνει προσφυγές μέχρι τον Ιούλιο του 2020.
Υπολογίζεται ότι προσφυγές έως τον Ιούλιο του 2020 έχουν καταθέσει, μέσω ομαδικών αγωγών κατά του ΕΦΚΑ, περίπου 370.000 συνταξιούχοι, τους οποίους αν δικαιώσει το ΑΕΔ, θα πρέπει να καταβληθούν περίπου 750 εκατ. ευρώ.
Ωστόσο, δεν αποκλείεται το ανώτατο δικαστήριο να δικαιώσει το σύνολο των συνταξιούχων (2.500.000), γεγονός που θα εκτινάξει το κόστος απόδοσης των αναδρομικών, το οποίο αγγίζει τα 2,5 δισ. ευρώ.
Η απόφαση του Αρείου Πάγου
Ειδικότερα, η απόφαση του Αρείου Πάγου θεμελιώνει τη συνταγματικότητα των περικοπών ως εξής:
«Η κατάργηση από 1-1-2013 των τριών επιδομάτων στους συνταξιούχους των αναφερομένων φορέων, εντάσσεται σε ένα πλέγμα ρυθμίσεων με τις οποίες ο νομοθέτης, αντιμέτωπος με την οικονομική κατάρρευση της χώρας και αδυνατώντας να χρηματοδοτεί τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης στον ίδιο βαθμό με το παρελθόν, εγκαθίδρυσε νέο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, τη βιωσιμότητα του οποίου στηρίζουν παράλληλα με τους διατιθέμενους προς τούτο, μειωμένους, κρατικούς πόρους, και συγκεκριμένες κατηγορίες συνταξιούχων με τα προεκτεθέντα χαρακτηριστικά».
Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας
Αντίθετα, το Συμβούλιο της Επικρατείας με σειρά αποφάσεων της Ολομέλειας το 2015 έκρινε τις μνημονιακές περικοπές ως αντισυνταγματικές, με βασικό σκεπτικό ότι για αυτές ήταν απαραίτητες αναλογιστικές μελέτες προκειμένου να υπάρχει πραγματική καταγραφή και αξιολόγηση των επιπτώσεων που προκλήθηκαν σε συνταξιούχους είτε στις κύριες είτε στις επικουρικές συντάξεις.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την Ολομέλεια του ΣτΕ, το Σύνταγμα επιβάλλει στο κράτος, όταν λαμβάνονται μέτρα περικοπής των συντάξεων να προβαίνει «σε ειδική και εμπεριστατωμένη και επιστημονικά τεκμηριωμένη μελέτη, από την οποία να προκύπτει εφ’ ενός μεν ότι τα συγκεκριμένα μέτρα είναι πράγματι πρόσφορα, αλλά και αναγκαία για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος της βιωσιμότητας των φορέων κοινωνικής ασφάλισης εν όψει των παραγόντων που το προκάλεσαν, έτσι ώστε η λήψη των μέτρων αυτών να είναι σύμφωνη με τις συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας και της ισότητας στα δημόσια βάρη, και αφετέρου, ότι οι επιπτώσεις από τα μέτρα αυτά στο βιοτικό επίπεδο των πληττομένων προσώπων, συνδυαζόμενες με άλλα τυχόν ληφθέντα μέτρα (φορολογικά κ.ά.), αλλά και με το σύνολο των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών της δεδομένης συγκυρίας, δεν έχουν αθροιστικά αποτέλεσμα τέτοιο που να οδηγεί σε ανεπίτρεπτη, παραβίαση του πυρήνα του συνταγματικού δικαιώματος σε κοινωνική ασφάλιση».