Ο πόλεμος στην Ουκρανία, ο οποίος διαρκεί ήδη πάνω από δύο χρόνια και δεν αναμένεται να τελειώσει σύντομα, έχει κοστίσει τη ζωή σε δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες, χιλιάδες ανθρώπους. Το πολεμικό σκηνικό στη Μέση Ανατολή, επίσης, γίνεται ολοένα πιο επικίνδυνο μετά την 7η Οκτωβρίου, με την απειλή μιας γενικευμένης σύρραξης να είναι ορατή. Η αλήθεια, δε, είναι ότι τα δύο αυτά μέτωπα έχουν αλλάξει πολλά.
Ανάμεσά τους και την ίδια την αντίληψη περί πολέμου στη σύγχρονη εποχή, καθώς απέδειξαν ότι κάποια από τα κυρίαρχα δόγματα δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα. Οπως, για παράδειγμα, ότι η απόλυτη ή συντριπτική αεροπορική υπεροχή ή τα πολλά και σύγχρονα τεθωρακισμένα στο έδαφος και τα πολεμικά πλοία στη θάλασσα αρκούν για να κρίνουν την έκβαση των ένοπλων συγκρούσεων.
Ουσιαστικά, μπορούμε πλέον να πούμε μετά βεβαιότητος ότι οι πόλεμοι αυτοί διεξάγονται τόσο με παλιά και παραδοσιακά μέσα, τα οποία παραπέμπουν στις συγκρούσεις του 19ου και του 20ού αιώνα, όσο και με σύγχρονα, που ταιριάζουν στην εποχή της τεχνολογικής επανάστασης και αποτελούν σκηνές από ταινίες προσεχώς. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν το πυροβολικό και οι μάχες «σώμα με σώμα» στις πόλεις και τα χαρακώματα, ενώ στη δεύτερη ξεχωριστή θέση έχουν τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη (και δευτερευόντως σκάφη), γνωστά σε όλους και ως drones.
Μάλιστα, οι περιπτώσεις της Ουκρανίας και του Ιράν δεν αποτελούν την εξαίρεση, αλλά μάλλον τον κανόνα. Είναι γνωστό, εξάλλου, ότι τα drones χρησιμοποιούνται ολοένα περισσότερο στη Μέση Ανατολή, όπως αποδεικνύουν τόσο οι τακτικές του ισραηλινού στρατού όσο και οι επιθέσεις της Χεζμπολάχ του Λιβάνου και των ανταρτών Χούθι σε πλοία στην Ερυθρά Θάλασσα και τον Κόλπο του Αντεν – καθώς και τα κατά καιρούς πλήγματα εναντίον αμερικανικών βάσεων στην ευρύτερη περιοχή. Είναι αυτά, επίσης, που συνέβαλαν αποφασιστικά στην ταχεία επικράτηση των Αζέρων στην πρόσφατη σύγκρουσή τους με τους Αρμένιους, που είχε ως συνέπεια το Μπακού να ανακτήσει τον έλεγχο του Ναγκόρνο Καραμπάχ.
Οσο για τις ΗΠΑ, δεν έχουν κρύψει ότι πολύ συχνά τα έχουν αξιοποιήσει για να παρακολουθούν τις κινήσεις των αντιπάλων τους, για να εντοπίζουν και να εξολοθρεύουν «τρομοκράτες», σε κάθε σημείο του πλανήτη. Η δε Τουρκία, η οποία παράγει εδώ και χρόνια μαζικά drones (όπως κάνει και το Ιράν), τα έχει εντάξει στα επιχειρησιακά της σχέδια στη Συρία, στο Ιράκ, αλλά και στο Αιγαίο.
Από τον Α’ Παγκόσμιο
Αξίζει να σημειωθεί ότι η ύπαρξη και χρήση των drones δεν είναι κάτι καινούργιο. Οπως σημειώνει το Reuters, «έχουν αξιοποιηθεί στον πόλεμο επί δεκαετίες – μη επανδρωμένα και ελεγχόμενα από απόσταση αεροσκάφη είχαν δοκιμαστεί ακόμη και στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ομως ο πόλεμος στην Ουκρανία σηματοδότησε μια έκρηξη όσον αφορά τη χρήση τους. Εχουν δε μετασχηματιστεί από Μέσα που προσφέρουν ειδικές υπηρεσίες σε ένα από τα πλέον σημαντικά και ευρέως χρησιμοποιούμενα όπλα». Πράγματι, με βάση το «Politico», «τα drones προσφέρουν γνώση της κατάστασης σε πραγματικό χρόνο, πιο αποτελεσματικό εντοπισμό των στόχων, ενώ απειλούν και καταστρέφουν τα συστήματα αεράμυνας του αντιπάλου (…) Θέτουν υπό αμφισβήτηση τις δυνατότητες απόκρυψης και επιβίωσης στα πεδία των μαχών».
Οι στρατιωτικοί γνωρίζουν, από την πλευρά τους, πως ούτε τα drones αποτελούν το «θαυματουργό όπλο» που είναι σε θέση να διασφαλίσει την υπεροχή και να δώσει τη νίκη από μόνο του. Βεβαιώνουν, εξάλλου, ότι η αξία τους πολλαπλασιάζεται όταν εντάσσονται οργανικά σε μια νέα «αρχιτεκτονική» των ενόπλων δυνάμεων και στις υπάρχουσες δομές τους. Παρ’ όλα αυτά, έχουν συνειδητοποιήσει ότι, ειδικά σε κάποιες περιπτώσεις, μπορούν να αποτελέσουν τον παράγοντα που οι Αγγλοσάξονες συνηθίζουν να ονομάζουν «game-changer». Και μάλιστα, προσφέροντας εξαιρετική αναλογία κόστους – ωφέλειας, όπως φάνηκε και κατά την πρόσφατη μαζική επίθεση του Ιράν εναντίον του Ισραήλ, καθώς η αναχαίτιση μερικών εκατοντάδων (περίπου 200, σύμφωνα με όσα έγιναν γνωστά) drones που εκτόξευσε η Τεχεράνη κόστισε άνω του 1 δισ. δολαρίων, με βάση τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν.
Σχέση κόστους – ωφέλειας
Φυσικά, δεν είναι όλα τα drones φτηνά και το κόστος τους εξαρτάται από τις «υπηρεσίες» που καλούνται να προσφέρουν, την εμβέλειά τους και τα όπλα που δύνανται να μεταφέρουν. Για παράδειγμα, όπως έγραφε το «Forbes», «ορισμένα από τα drones του (αμερικανικού) Πενταγώνου κοστίζουν το βάρος τους σε χρυσό» – κάτι που σημαίνει, πρακτικά, ότι πρέπει κανείς να πληρώσει πολλά εκατομμύρια δολάρια, ενδεχομένως και δεκάδες ή εκατοντάδες, για να τα προμηθευτεί.
Φαίνεται, όμως, πως αυτά που έχουν κάνει τη διαφορά δεν είναι τα πιο εξεζητημένα και ακριβά, αλλά τα απλά και φτηνά, που μπορούν να κατασκευαστούν σε μικρό χρονικό διάστημα, ακόμη και μέσα σε ένα γκαράζ. Πρόκειται για τα γνωστά και ως FPV (first-person view), τα οποία με κόστος που ξεκινά ακόμη και από 400-500 δολάρια μπορούν να καταστρέψουν ή να θέσουν εκτός μάχης για μεγάλο διάστημα πανάκριβα τεθωρακισμένα, πυροβόλα, συστήματα αεράμυνας ή και πλοία (κάτι που ο ρωσικός στόλος της Μαύρης Θάλασσας γνωρίζει από πρώτο χέρι). Κάνοντας, παράλληλα, τους στρατιώτες του «εχθρού» να αισθάνονται ανασφαλείς ανά πάσα στιγμή, καθώς μπορούν να τους εντοπίσουν μέσα στα χαρακώματά τους και να εισέλθουν ακόμη και από ένα μικρό παράθυρο για να τους χτυπήσουν εκεί όπου παλιότερα ήταν σχεδόν άτρωτοι από τις κλασικές οβίδες.
Η σύγκριση που αφορά το κόστος είναι καταλυτική, όπως την αναδεικνύει ο «Economist»: «Το πλεονέκτημα των FPV είναι ότι προσφέρουν φτηνή δύναμη πυρός που μπορεί να πλήττει με ακρίβεια. Οι μη κατευθυνόμενες οβίδες του πυροβολικού κοστίζουν από 800 έως 9.000 δολάρια. Ενα βλήμα που καθοδηγείται από GPS έχει κόστος που πλησιάζει τα 100.000 δολάρια και ένας αντιαρματικός πύραυλος Javelin σχεδόν διπλάσιο», σημειώνει το βρετανικό περιοδικό.
Ακόμη και στην περίπτωση, πάντως, που ο στόχος βρίσκεται πιο μακριά και απαιτεί μεγαλύτερες ποσότητες εκρηκτικής ύλης, η πλάστιγγα συχνά γέρνει επίσης υπέρ των (ακριβότερων και πιο σύνθετων) drones. Για του λόγου το αληθές, ενώ ένας πύραυλος Τόμαχοκ – σαν αυτούς που κατά κόρον χρησιμοποιούν οι Αμερικανοί, εκτοξεύοντάς τους από πλοία, υποβρύχια ή και χερσαίες βάσεις, αλλά και οι Ρώσοι στην Ουκρανία – κοστίζει γύρω στα 2 εκατομμύρια δολάρια, ένα ιρανικό μη επανδρωμένο αεροσκάφος τύπου Shahed-136 φτάνει το πολύ τα 100.000 δολάρια.
Τα στοιχεία που αποδεικνύουν την αξία των drones είναι πολλά και πληθαίνουν διαρκώς. Ρωσία και Ουκρανία έχουν σχέδια να παραγάγουν εκατοντάδες χιλιάδες από αυτά τους επόμενους μήνες. Αραγε, τα κέντρα που παίρνουν τις αποφάσεις για τη δομή των ενόπλων δυνάμεων και το είδος των εξοπλισμών που απαιτούνται λαμβάνουν υπόψη τα νέα δεδομένα όσο προσεκτικά και σοβαρά χρειάζεται;