Πρόκειται για μία κοινωνική συνθήκη, παγκόσμια και αρχαία θα έλεγα, σύμφυτη με το «φέρεσθαι» των ανθρώπων. Oταν πηγαίνουμε σε ξένους ή όταν έρχονται ξένοι σε εμάς, «φοράμε τα καλά μας», με ό,τι κι αν σημαίνει αυτό. Ντυνόμαστε, σενιαριζόμαστε, τακτοποιούμε το σπίτι αν περιμένουμε επισκέψεις, γενικώς προσπαθούμε να δείξουμε μια καλύτερη εκδοχή του εαυτού μας και του περιβάλλοντός μας. Ναι, θα υπάρχουν κάποιοι που θα πουν ότι αυτό λέγεται υποκρισία και κοινωνική κατασκευή και δεν ξέρω εγώ ποια άλλη μπούρδα, ωστόσο δεν θα ήθελα να έρχονται οι καλεσμένοι στο σπίτι μου άπλυτοι, με τις τσίμπλες και τις πιτζάμες τους, ούτε όταν εγώ πηγαίνω στο δικό τους να είναι βρώμικο, με άπλυτα σκεύη και άπλυτα ρούχα δώθε – κείθε.
Το ίδιο, θεωρητικά, δεν θα έπρεπε να κάνουμε και ως χώρα; Οταν, δηλαδή, εμφανιζόμαστε, με οποιονδήποτε τρόπο, στον διεθνή ή ευρωπαϊκό στίβο, να καταθέτουμε τις καλύτερες εκδοχές μας; Δεν λέω ούτε να κουκουλώσουμε τις πομπές μας ούτε να φτιασιδωθούμε ψεύτικα. Αλλά αν έχουμε ένα καλό «φουστάνι», δεν θα το βάλουμε; Θα πάμε με την τρύπια φόρμα επειδή μας βολεύει; Εκτός αν θέλουμε να προβοκάρουμε και να προκαλέσουμε συζητήσεις.
Είναι πολλά που μου προκαλούν αυτές τις σκέψεις τις τελευταίες μέρες. Ας αρχίσουμε με την πολιτική «εικόνα» μας στην Ευρώπη. Και ας πούμε η βιογραφία του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε με τις ταρζανιές της ελληνικής κυβέρνησης του 2015, που είναι πλέον σαφές ότι ουδεμία συναίσθηση του ρόλου της είχε, είναι γνωστά. Ηρθε τώρα και η «πόρτα» που έφαγε από τη Γερμανία – με αφορμή τις ακραίες αντισημιτικές δηλώσεις του – και που απαγορεύει ακόμη και τη διαδικτυακή συμμετοχή του σε πολιτικές εκδηλώσεις, ένα εντελώς ξεθωριασμένο σήμερα κορυφαίο μέλος εκείνης της κυβέρνησης, ο Γιάνης Βαρουφάκης.
Και καλά, ας πούμε ότι αυτό αφορά ένα πρόσωπο αποσυνάγωγο σήμερα από την κεντρική πολιτική σκηνή. Αναρωτιέμαι όμως τι εντύπωση κάνουμε με αυτούς που εκπροσωπούν τη χώρα στο Ευρωκοινοβούλιο, αυτούς που αποτυπώνουν τη θέση μας στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Δεν ξέρω τα βιογραφικά και τα προφίλ των ευρωβουλευτών άλλων χωρών, οι δικοί μας με νοιάζουν. Και από την προηγούμενη «σοδειά» έχουμε μια ευρωβουλευτή κατηγορούμενη για οικονομικό σκάνδαλο, έναν άλλον, πρώην ηθοποιό, με κατηγορία για βιασμό να τον βαραίνει, έναν χρυσαυγίτη που συνελήφθη στις Βρυξέλλες και από ‘κεί τσιφ Δομοκό. Και το κέφι συνεχίζεται με άλλους δυο τρεις που δραστηριοποιούνται, αποκλειστικά σχεδόν, στο να φωνάζουν εναντίον της χώρας.
Τώρα η σοδειά θα ανανεωθεί. Κι όσο κι αν ελπίζω ότι θα πρυτανεύσει η αξιοκρατία έναντι της αναγνωρισιμότητας, πολύ φοβάμαι ότι η «ρεβί πίστας» θα κερδίσει, τελικά, τις εντυπώσεις. Εχει άλλη χώρα υποψήφιο μπασκετμπολίστα και επί 15 χρόνια φοιτητή; Ποδοσφαιριστή; Πανελίστα κουτσομπολίστικης εκπομπής; Ημιαποτυχημένο ηθοποιό; Εντελώς αποτυχημένο επίσης ηθοποιό και παίκτη ριάλιτι επιβίωσης; Μέλος συγκροτήματος που τα τελευταία είκοσι χρόνια δίνει την τελευταία του συναυλία; Τέλος πάντων, τίποτα πιο καλά «ρουχαλάκια» δεν είχαμε για να βάλουμε σε κοτζάμ Ευρώπη;
Λίγος καφές, λίγο θάλασσα και τ’ αγόρι μου
Αλλά και στη Γιουροβίζιον με την πιο σουργελοεκδοχή μας πατάμε πόδι. Δεν πά’ να είπε ο Ελύτης ότι εάν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι, που σημαίνει ότι με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις; Αυτά να τα ξεχάσουμε. Η Μαρίνα Σάττι αποφάνθηκε ότι η Ελλάδα είναι ένας μισοτελειωμένος φραπές και μια πλαστική καρέκλα. Κρίμα που δεν έβαλε στην εξίσωση και την παντόφλα τη σωστή, την Pegasus.
Τι να πω; «Να προσέχεις πού συχνάζεις», που μου έλεγε και η μητέρα μου. Αν αυτό βλέπει, αυτό λέει. Απλά να σημειώσω ότι εμένα που είμαι φανατική του φραπέ, όλοι σχεδόν οι φίλοι μου με κοιτάνε σαν βδέλυγμα όταν σκάω με το φραπόγαλο στο χέρι. Ασε που δεν μένει ποτέ μισοτελειωμένος. Διότι αν δεν «σφυρίξεις» με το καλαμάκι στο άδειο ποτήρι, ανακατεύοντας συγχρόνως τα παγάκια, τι τον φτιάχνεις τον φραπέ, κυρία μου; Οσο για την πλαστική καρέκλα, το απαύγασμα της αισθητικής των σίξτις, δύο ντιζάινερ – ο Joe Colombo και ο Vico Magistretti – και ένας βιομηχανικός κολοσσός, η Kartell, έχουν συμβάλει στην τελειοποίησή της.