Το Ισραήλ φαίνεται να απάντησε στο Ιράν με μία καλά σχεδιασμένη και περιορισμένη πυραυλική επίθεση στην κεντρική ιρανική επαρχία Ισφαχάν, ωστόσο πολλοί ανησυχούν για το πού μπορεί να οδηγηθεί η σύγκρουση αν Τεχεράνη και Τελ Αβίβ συνεχίσουν τα εκατέρωθεν πυρά.
Μάλιστα με τις ισορροπίες στην περιοχή να έχουν ανατραπεί τους τελευταίους έξι μήνες μετά την επίθεση του Ισραήλ στη Λωρίδα της Γάζας, καθώς και τις εκατέρωθεν ανταλλαγές πυρών με τη Χεζμπολάχ, πλέον έχουν αλλάξει και οι κανόνες της αντιπαράθεσης με το Ιράν και έχει ξεπεραστεί το όριο του αμοιβαίου φόβου και αυτοσυγκράτησης.
Όπως αναφέρει στην ανάλυσή του, ο συντάκτης διεθνών ειδήσεων και πρώην ανταποκριτής του Guardian στην Ιερουσαλήμ, Πίτερ Μπόμοντ, «το Ισφαχάν είναι σημαντικό για τις στρατιωτικο-βιομηχανικές εγκαταστάσεις του, την παρουσία μιας σημαντικής εγκατάστασης στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και μια σημαντική αεροπορική βάση που φιλοξενεί τον γερασμένο στόλο των F-14 ‘Tomcats’ της Ισλαμικής Δημοκρατίας, γεγονός που καθιστά τη σημασία οποιουδήποτε πλήγματος, είτε αυτό πραγματοποιείται εκτός των συνόρων του Ιράν είτε εντός αλλά με την υποστήριξη του Ισραήλ, κάτι περισσότερο από συμβολική».
Ακόμα σημειώνει πως παρόλο που το «Ισραήλ έχει εμπλακεί εδώ και καιρό σε έναν ‘σκιώδη πόλεμο’ με το Ιράν -συμπεριλαμβανομένης μιας ισχυριζόμενης ισραηλινής επίθεσης με μη επανδρωμένο αεροσκάφος σε μια εγκατάσταση παραγωγής όπλων στο Ισφαχάν πριν από λίγο περισσότερο από ένα χρόνο – η δυναμική της σύγκρουσης καθορίζεται τόσο από το πλαίσιο στο οποίο συμβαίνουν τα γεγονότα όσο και από το διακριτό γεγονός των ίδιων των επιθέσεων».
Νέο και επικίνδυνο πλαίσιο
Ωστόσο, ο Μπόμοντ στέκεται στην αλλαγή στους κανόνες της αντιπαράθεσης που τείνει να εξελιχθεί σε ιδιαίτερα επικίνδυνη. «Αυτό που είναι νέο και επικίνδυνο, ανεξάρτητα από την κλίμακα ή την ενός βαθμού επικοινωνιακή διάσταση και από τις δύο πλευρές, είναι ότι μια νέα κανονικότητα εγκαθιδρύεται στη σύγκρουση μεταξύ Ιράν και Ισραήλ».
«Η επίθεση του Ιράν κατά του Ισραήλ το περασμένο Σαββατοκύριακο, σε απάντηση στο χτύπημα του Ισραήλ σε μία από τις διπλωματικές εγκαταστάσεις της Τεχεράνης στη Συρία, έγινε σε ανοιχτό χώρο, το πρώτο χτύπημα σε ισραηλινό έδαφος από ξένο κράτος εδώ και περισσότερες από τρεις δεκαετίες.
Η απάντηση του Ισραήλ, αν περιορίζεται μόνο σε αυτό, και παρά τη σιγή ασυρμάτου από τις επίσημες πηγές, δεν υπάρχει πλέον μέσα σε κάποια γκρίζα ζώνη κάπως απίθανης άρνησης. Και ενώ δεν είναι καθόλου η πρώτη φορά που το Ισραήλ επιδιώκει να πλήξει το Ιράν και τα ιρανικά συμφέροντα με μια εκστρατεία δολοφονιών, χτυπημάτων με μη επανδρωμένα αεροσκάφη και σαμποτάζ, αυτή τη φορά συνέβη εν μέσω μιας περιόδου εντατικού ελέγχου.
Εάν, όπως δήλωσε ανώνυμη ισραηλινή πηγή στην Washington Post, το χτύπημα ‘είχε ως στόχο να σηματοδοτήσει στο Ιράν ότι το Ισραήλ είχε τη δυνατότητα να χτυπήσει στο εσωτερικό της χώρας’, το μήνυμα αυτό δεν θα έχει χαθεί από ένα Ιράν που έχει ήδη αισθανθεί αναγκασμένο να δράσει λόγω της ανησυχίας του ότι η πολιτική του για την αποτροπή του Ισραήλ έχει υπονομευθεί», προσθέτει.
Έχει αλλάξει η πραγματικότητα και οι κανόνες
Μάλιστα όπως σημειώνει στην ανάλυσή του ο Guardian, «η πραγματικότητα είναι ότι οι κανόνες της αντιπαράθεσης που υπήρχαν επί μακρόν μεταξύ του Ιράν και του Ισραήλ, σε μια σύγκρουση που διεξάγεται αρχικά μέσω αντιπροσώπων και τώρα όλο και πιο άμεσα, έχουν διαρραγεί κατά τους έξι μήνες που πέρασαν από τότε που η Χαμάς (αποδέκτης της ιρανικής υποστήριξης) εξαπέλυσε την αιφνιδιαστική επίθεσή της στο νότιο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου του περασμένου έτους.
Μέσα σε αυτούς τους έξι μήνες, αυτό που κάποτε θεωρούνταν δεδομένο έχει διαλυθεί. Στη Γάζα, ένας πόλεμος πρωτοφανής σε βία και παρατεταμένο χαρακτήρα συνεχίστηκε. Στα κοινά σύνορα μεταξύ του Ισραήλ και του Λιβάνου, μια άλλη σύγκρουση έχει μπερδέψει τους συνήθεις κανόνες, με τις ανταλλαγές πυρών με τη Χεζμπολάχ – έναν άλλο ιρανικό πληρεξούσιο – που ξεκίνησαν στις 8 Οκτωβρίου να αποτελούν πλέον καθημερινή πραγματικότητα που έχει εκτοπίσει δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους και στις δύο πλευρές των συνόρων.
Τώρα έχει ξεπεραστεί ένα νέο όριο, ένα όριο αμοιβαίου φόβου και αυτοσυγκράτησης. Και ενώ πολλοί αναλυτές και αξιωματούχοι έσπευσαν να υποδείξουν ότι ένα περιορισμένο ισραηλινό χτύπημα στο Ιράν θα μπορούσε να σημαίνει επιστροφή στο status quo ante (η κατάσταση στην οποία προηγουμένως), μια άλλη και πιο ανησυχητική πιθανότητα είναι ότι αυτό απλώς σηματοδοτεί ότι αυτή η διευρυνόμενη σύγκρουση έχει γίνει πιο δυναμική.
Εάν το Ισραήλ έκανε σοβαρά λάθη στις πληροφορίες τους τελευταίους έξι μήνες -τόσο για την επιθετική στάση της Χαμάς πριν από τις 7 Οκτωβρίου όσο και για τον λανθασμένο υπολογισμό του τρόπου με τον οποίο το Ιράν θα αντιδρούσε στο χτύπημα της 1ης Απριλίου στη Δαμασκό- αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι τα ίδια θεσμικά όργανα και πολλά από τα ίδια άτομα, καθοδηγούμενα από τις ίδιες υποθέσεις, θα επεξεργάζονται τον πιθανό κίνδυνο των πιο πρόσφατων γεγονότων».
Ωφελεί τον Νενατανιάχου μία περιορισμένη αντίδραση
Όπως αναφέρει ακόμα ο Μπόμοντ, «από πολιτική άποψη, είναι δύσκολο να δούμε πώς μια τόσο περιορισμένη αντίδραση του Ισραήλ ωφελεί τον Μπενιαμίν Νετανιάχου. Για μια προσωπικότητα που έχει συνδεθεί τόσο καιρό και τόσο βαθιά με μια γερακίσια θέση σχετικά με την απειλή που συνιστά το Ιράν και το πυρηνικό του πρόγραμμα, ένα ισραηλινό χτύπημα που είναι τόσο περιορισμένο σε αυτό το πλαίσιο θα θεωρηθεί από πολλούς όχι ως ένδειξη τόλμης και αποφασιστικότητας, όπως θα ήθελε ο Νετανιάχου, αλλά αδυναμίας.
Ήδη ο ακροδεξιός σύμμαχος του Νετανιάχου στον συνασπισμό και υπουργός εθνικής ασφάλειας, Iταμάρ Μπεν Γκβιρ, ο οποίος εποφθαλμιά ψήφους από τα δεξιά εντός του κόμματος Λικούντ του Νετανιάχου, το είπε αυτό στο Χ, υποδηλώνοντας ότι ήταν πολύ περιορισμένη η απάντηση με μία μόνο λέξη: ‘Αδύναμη!’.
Από την πλευρά του Ιράν οι αρχικοί θόρυβοι δείχνουν ότι ελπίζει να χαρακτηρίσει τα όσα συνέβησαν την Παρασκευή ως ανεπαρκώς σοβαρά για να δικαιολογήσουν μια απάντηση, οι ίδιοι υπολογισμοί που το οδήγησαν στην εκτόξευση 300 πυραύλων και μη επανδρωμένων αεροσκαφών προς το Ισραήλ το περασμένο Σαββατοκύριακο εξακολουθούν να ισχύουν».
Ωστόσο, ο Μπόμοντ καταλήγει πως «αυτό που είναι σαφές είναι ότι και οι δύο πλευρές παίζουν με τη φωτιά».