Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα χτυπήματα μεταξύ Ιράν και Ισραήλ γίνονται για λόγους γοήτρου και κύρους. Κάθε πλευρά επιθυμεί να δείξει ότι δεν είναι αδύναμη έναντι της άλλης και ότι μπορεί να αντιμετωπίσει όλες τις πιθανές προκλήσεις. Κυρίως όμως είναι ένα τεστ, στο οποίο υποβάλλει η μία πλευρά την άλλη, για να δει ποια θα είναι η αντίδρασή της. Το τεστ αφορά και ορισμένα άλλα κράτη της περιοχής, όπως και κάποιες δυτικές χώρες που αναπτύσσουν δραστηριότητα στη Μέση Ανατολή. Είναι μια προσπάθεια χάραξης «κόκκινων γραμμών» των δύο πλευρών.
Το Ισραήλ προσπαθεί να δει ποια είναι τα όρια του Ιράν, ώστε να αποφασίσει εάν τελικά στραφεί κατά της ακραίας σιιτικής οργάνωσης Χεζμπολάχ του Λιβάνου, όταν θα έχει ολοκληρώσει τις δικές του στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Γάζα. Η εξάρθρωση της παλαιστινιακής ισλαμο-φασιστικής Χαμάς δεν θεωρείται ικανοποιητική λύση στο ζήτημα της ασφάλειας του Ισραήλ. Η ισραηλινή διοίκηση πιστεύει ότι είναι η κατάλληλη στιγμή για να κλείσει και το ζήτημα της Χεζμπολάχ. Ομως είναι άγνωστο πώς θα αντιδράσει η Τεχεράνη, σε περίπτωση που αποφασίσει το Ισραήλ να εξοντώσει ακόμη ένα «πληρεξούσιο» του Ιράν.
Το Ιράν δοκιμάζει να δει ποια θα είναι η αντίδραση του Ισραήλ και των Δυτικών, σε περίπτωση που το ίδιο αποφασίσει να επέμβει για να σώσει τη Χεζμπολάχ. Η Χαμάς δεν μπορεί να σωθεί, όπως φάνηκε. Ομως το Ιράν θέλει να διατηρήσει την επιρροή του στον Λίβανο, διότι πιστεύει ότι μετά θα έχει σειρά η Συρία, με κίνδυνο να χάσει την πρόσβασή του στην Ανατολική Μεσόγειο. Το Ιράν θεωρεί ότι η νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας που εξήγγειλε ο ισραηλινός πρωθυπουργός πριν από μερικούς μήνες, θα έχει μακροπρόθεσμα αυτό το αποτέλεσμα.
Είναι γνωστό ότι το καθεστώς των φανατικών μουλάδων του Ιράν είναι σύμμαχος του βάναυσου καθεστώτος του Ασαντ της Συρίας. Με αφορμή τον εμφύλιο πόλεμο στη Συρία, ιρανικές στρατιωτικές και παραστρατιωτικές δυνάμεις βρίσκονται στο συριακό έδαφος. Μαζί τους βρίσκονται υψηλόβαθμα στελέχη των διαβόητων «Φρουρών της Επανάστασης», σιδερένιο χέρι του ιρανικού καθεστώτος, και της πιο σκληροπυρηνικής μονάδας τους που ονομάζεται «Αλ Κουντς» (μουσουλμανική ονομασία της Ιερουσαλήμ).
Από την έδρα τους στη Συρία οι Ιρανοί συντονίζουν τις επιθέσεις εναντίον του Ισραήλ, τόσο από τις δυνάμεις τους που βρίσκονται στο συριακό έδαφος, όσο και από οργανώσεις που χρηματοδοτούνται, εξοπλίζονται και εκπαιδεύονται από τους ίδιους: τη λιβανέζικη Χεζμπολάχ, τις φιλο-ιρανικές οργανώσεις των σιιτών του Ιράκ, τους σιίτες αντάρτες Χούθι της Υεμένης, αλλά και τη Χαμάς στη Γάζα. Μια σύσκεψη ανώτατων στελεχών του Ιράν και κάποιων από αυτές τις οργανώσεις, φαίνεται ότι ήταν ο στόχος του ισραηλινού χτυπήματος στο προξενείο του Ιράν στη Δαμασκό.
Από την άλλη, Ισραήλ και πολλές μετριοπαθείς αραβικές χώρες έχουν από κοινού την αίσθηση ότι απειλούνται από το Ιράν. Αυτό οδήγησε σε ένα εντυπωσιακό αποτέλεσμα: για την απόκρουση της ιρανικής πυραυλικής επίθεσης κατά του Ισραήλ, συνεργάστηκαν όχι μόνο οι ΗΠΑ, η Βρετανία και η Γαλλία, αλλά και η Ιορδανία, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Αυτές οι αραβικές χώρες, μαζί με την Αίγυπτο, θα μπορούσαν να είναι ο κορμός των «εγγυητριών δυνάμεων» για τη Γάζα, αφού τελειώσουν οι εχθροπραξίες εκεί.
Η εξομάλυνση των σχέσεων Ισραήλ – Σαουδικής Αραβίας είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος για να υποστηριχθεί η ειρήνη και η σταθερότητα στην περιοχή και να αντιμετωπιστεί μακροπρόθεσμα η επιβλαβής επιρροή του Ιράν. Η επίτευξη αυτής της ομαλοποίησης απαιτεί πιο αποτελεσματικά βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα σχέδια για την παροχή διακυβέρνησης και ασφάλειας στη Γάζα, ανοίγοντας τον δρόμο για μεταβάσεις ηγεσίας τόσο στα Παλαιστινιακά Εδάφη, όσο και στο Ισραήλ. Αφενός, με τον εκσυγχρονισμό της Παλαιστινιακής Αρχής του προέδρου Μαχμούντ Αμπάς. Και αφετέρου, με την ανάδειξη μετριοπαθών ισραηλινών δυνάμεων.
Η ηγεσία του Τζο Μπάιντεν στις ΗΠΑ, η οποία πρωταγωνιστεί στις εξελίξεις αυτές, προσπαθεί παράλληλα να διασφαλίσει ότι η ανθρωπιστική βοήθεια φτάνει στους απελπισμένους παλαιστίνιους αμάχους και να σκιαγραφήσει μια πορεία προς ένα μεταπολεμικό μέλλον ειρήνης και σταθερότητας, τόσο για τους Ισραηλινούς όσο και για τους Παλαιστίνιους.
Για να επιτευχθεί αυτό, είναι απαραίτητο να παρακαμφθούν τα εμπόδια που θέτει ο εθνικιστής πρωθυπουργός του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, και οι ακροδεξιοί κυβερνητικοί εταίροι του. Οχι μόνο με την παύση των αδιάκριτων χτυπημάτων κατά αμάχων και μη στρατιωτικών στόχων στη Γάζα. Αλλά και με την αποδοχή της επανέναρξης διαπραγματεύσεων για τη δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους, δίπλα στο Ισραήλ το οποίο θα έχει εγγυήσεις για την ασφάλεια των συνόρων του.
Ο Θόδωρος Τσίκας είναι πολιτικός επιστήμονας – διεθνολόγος, αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ενωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης – ΕΕνΟΕ