Μετρώ και βρίσκω πως έχουν περάσει από το 1967 ακριβώς 57 χρόνια· ήμουν παρά ένα 20 χρόνων, η απόσταση των 57 ετών ήταν τότε ισοδύναμη με το πλην άπειρο, με πλήρη άγνοια και αδιαφορία για το τι είχε συμβεί το 1910. Τι σχέση μπορούσε να έχει με μένα αυτό το απώτατο παρελθόν, τότε που δεν είχαν ούτε καν οι γονείς μου γεννηθεί; Άλλωστε, αν είχε γίνει κάτι το σημαντικό, θα μας το έλεγαν στο σχολείο, όπως μας έλεγαν για την 28η Οκτωβρίου 1940 που ήταν πολύ κοντινότερη και ίσως για τούτο δεν την μπερδεύαμε με την 25η Μαρτίου 1821 – κάτι, νομίζω, που δεν ισχύει πια: αν ζητηθεί από φοιτητές να βάλουν σε χρονολογική σειρά «28η Οκτωβρίου», «Δικτατορία 21ης Απριλίου», «Πολυτεχνείο», «25η Μαρτίου», «Δικτατορία 4ης Αυγούστου», «Μεταπολίτευση», ελάχιστοι μόνο, οι καλύτεροι από αυτούς που σπουδάζουν ιστορία, πολιτικές επιστήμες ή κάτι σχετικό, μόνο αυτοί θα το καταφέρουν.
Αγνοώντας το βάθος, βλέπαμε και κρίναμε τα επιφαινόμενα · αγνοούσαμε τις εμπειρίες των κορυφαίων τότε πολιτικών ηγετών, των 60 και 70 χρονών, όπως οι Κωνσταντίνος Καραμανλής και Παναγιώτης Κανελλόπουλος της Δεξιάς, Γεώργιος Παπανδρέου και Σοφοκλής Βενιζέλος του Κέντρου, Ιωάννης Πασαλίδης και Ηλίας Ηλιού της Αριστεράς: όλων η πολιτική ζωή δεν ήταν παρά πραξικοπήματα και αντιπραξικοπήματα, επαναστάσεις και αντεπαναστάσεις, εξορίες και φυλακίσεις που είχαν υποστεί αλλά και επιβάλλει σε αντιπάλους, είχαν δικαστεί οι ίδιοι σε στρατοδικεία και είχαν δικάσει, είχαν φυλακιστεί και είχαν φυλακίσει. Είχαν σκοτώσει κιόλας – με διαταγές – αλλά οι ίδιοι είχαν σωθεί από διαταγές για εκτέλεση που είχαν δώσει αντίπαλοί τους.
Από το 1909 ως το 1967 τέτοια ήταν η πολιτική ζωή της Ελλάδας: κινήματα, πραξικοπήματα, πολιτικές δολοφονίες, εκτοπίσεις, φυλακίσεις, πόλεμοι εμφύλιοι και εθνικοί. Εμείς δεν ξέραμε τίποτα από αυτά και ας μας χώριζαν «μόνο» 18 χρόνια από τον εμφύλιο· περισσότερα γνωρίζουν οι σημερινοί εικοσάρηδες για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 από όσα εμείς για τους φονικούς αγώνες στον Γράμμο και στο Βίτσι του 1949.
Γνωρίζαμε βεβαίως ότι μόλις 4 χρόνια νωρίτερα, το 1963, είχε δολοφονηθεί στη Θεσσαλονίκη ο βουλευτής Γρηγόρης Λαμπράκης· ότι ο βασιλιάς Κωνσταντίνος είχε διώξει τον πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου, είχαν γίνει τα Ιουλιανά το 1965 – άσχημα πράγματα, πολύ μας ενοχλούσαν, ενθουσιωδώς και οπαδικώς διαμαρτυρόμασταν. Αγνοούσαμε ότι για τους πολιτικούς μας αυτά δεν ήσαν «κατάσταση εξαίρεσης» αλλά ψωμοτύρι. Μας συνέπαιρναν τα μεγάλα λόγια και τρέχαμε στις διαδηλώσεις: για την πατρίδα, τη δημοκρατία, το δίκιο και τη λευτεριά – α, και για την Ένωση, της Κύπρου με την Ελλάδα. Ήταν το μόνο στο οποίο συμφωνούσαν όλοι οι σοφοί πολιτικοί μας αλλά κατηγορούσαν ο ένας τον άλλο για προδότη διότι η Ένωση δεν ερχόταν.
Και οι νεώτεροι, δεν ήσαν άσχετοι: ο Άνδρέας Παπανδρέου είχε φυλακιστεί και βασανιστεί επί 4ης Αυγούστους, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης επί Κατοχής – έψαχναν να βρουν άκρες με στρατιωτικούς να μην είναι θύματα πάλι. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος σίγουρα είχε διδαχθεί στο Παλάτι ότι όλοι αυτοί οι πολιτικοί –ποιος λίγο, ποιος πολύ– ήσαν εχθροί του θρόνου, έπρεπε να τους χειρίζεται τον ένα εναντίον του άλλου· και να εμπιστεύεται μόνο την αγγλική και αμερικανική πρεσβεία.
Ε, όλους τους δια πυρός και σιδήρου διασωθέντες πολύπειρους πολιτικούς και έμπειρους δολοπλόκους παλατιανούς, τους έπιασε στον ύπνο μία χούφτα υποτακτικών τους, κάτι αξιωματικοί που είχαν κάνει οργάνωση άλλη από αυτές που είχαν στον στρατό οι πολιτικοί και το στέμμα. Τους συνέλαβαν, τους φυλάκισαν, εξόρισαν, βασάνισαν – σκότωσαν κιόλας.
Σε μας όμως τους εικοσάχρονους δεν είπαν αυτό τα κόμματά μας, δεν μας είπαν «μας έβαλαν τα γυαλιά οι παρακατιανοί μαθητές μας». Μας είπαν ότι το πραξικόπημα που τους εξευτέλισε σαν πολιτικούς και τους βίασε σαν ανθρώπους –που βίαζε επίσης τη νεότητά μας και τα όνειρά μας– το έκαναν οι πανίσχυροι Αμερικανοί, η CIA και άλλοι εχθροί. Ποιος μπορεί να αντισταθεί στα σχέδια της μισητής υπερδύναμης; 57 χρόνια μετά, από όλα τα ελληνικά κόμματα μόνο το ΚΚΕ το παραδέχεται.
Δεν ήταν δυνατόν να παραδεχθούν οι πολιτικοί μας ότι το πραξικόπημα προέκυψε μέσα από τις πρακτικές που εφάρμοζαν οι ίδιοι σε όλη τους τη ζωή – ακόμη και εκείνες τις τελευταίες ημέρες της χτικιάρικης, όπως την είχαμε καταντήσει, δημοκρατίας. Ότι στο παιχνίδι της βίαιης πολιτικής επιβολής είχαν ηττηθεί με μεθόδους που είχαν εφαρμόσει τα κόμματα τους – όλα.
Μεταπολιτευτικά, τελευταίοι νοσταλγοί των πραξικοπημάτων και της πολιτικής βίας ήσαν οι τρομοκράτες, δεξιοί και αριστεροί. Λίγο πολύ, ησυχάσαμε· υπάρχουν βέβαια κατάλοιπα, όπως οι υποκλοπές. Παραμένει όμως μεγάλο το ερώτημα της ποιότητας, της ικανότητας, της αξίας των πολιτικών μας στις νέες περιστάσεις. Να μην αποτύχουν όπως οι συνάδελφοί τους του 1967.
Η οργανωτική ιδεολογία όλων των κομμάτων είναι πλέον εκφυλισμένος λενινισμός: η ηγεσία είναι το επιτελείο της –δημοκρατικής πλέον– κατάκτησης της εξουσίας, μέλη και οργανώσεις χρειάζονται μόνο για να εκλέγουν με πανηγυρικά δημοψηφίσματα τον αρχηγό. Αντί μελών, προσλαμβάνουν γοητευτικούς αρσενικούς και θηλυκούς ψηφοσυλλέκτες που θα τα φέρουν δημοκρατικότατα στην εξουσία, όπως οι ηγεσίες του 1967 προσλαμβάνανε αξιωματικούς.
Προσοχή: έχουμε ήδη παράδειγμα κόμματος στο οποίο ψηφοσυλλέκτης με υπέροχη χολυγουντιανή οδοντοστοιχία καταβρόχθισε έμπειρα, υποτίθεται, πολιτικά στελέχη. Η πολιτική τραγωδία «21η Απριλίου» επαναλαμβάνεται σαν κωμωδία, όπως τους αρέσει να λένε στην Αριστερά.
Υπάρχει και κάτι άλλο που δεν έχει αλλάξει, τα ιερά «εθνικά θέματα»: όπως τότε κανένα κόμμα δεν ήταν κατά της Ένωσης, με γνωστά αποτελέσματα, το ίδιο σήμερα κανένα δεν κατακρίνει την υποψηφιότητα Φρέντι Μπελέρη.