Η επιστροφή του Σταν Γκρίνμπεργκ στο Μέγαρο Μαξίμου συμβολίζει, πιο πολύ απ’ οτιδήποτε άλλο, την επιστροφή των αριθμών: τα ποσοστά των δημοσκοπήσεων και τα ποιοτικά στοιχεία έχουν τη δική τους θέση στα τραπέζια συνεδριάσεων των κομματικών επιτελείων – όχι μόνο τα «φανερά» αλλά και τα μυστικά γκάλοπ, έρευνες και focus groups που παραγγέλνονται διαρκώς αυτές τις μέρες και δεν θα δουν ποτέ το φως της δημοσιότητας. Γνωρίζοντας πια τη σύνθεση των ευρωψηφοδελτίων, αυτές οι μετρήσεις οδηγούν σε συγκεκριμένα συμπεράσματα, δείχνοντας επί της ουσίας τα σημεία που θα κρίνουν το αποτέλεσμα στις ευρωεκλογές του Ιουνίου.
Η σημασία του «Κανένα»
Ο «Κανένας» μπήκε στη συζήτηση τη στιγμή που τα ποσοστά της ΝΔ βρίσκονταν σε συνεχιζόμενη πτώση: ο άσος στο μανίκι της κυβέρνησης, ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, είχε υποστεί προσωπικό πλήγμα, χωρίς ωστόσο η δυσαρέσκεια αυτή να βρίσκει κάποιον άλλο φυσικό αποδέκτη – πράγμα που σημαίνει πως το ακροατήριο που καταφεύγει σε αυτήν την απάντηση δεν είναι εξαρχής χαμένο για το Μέγαρο Μαξίμου. O«Κανένας», όπως αποτυπώνεται και στην πιο πρόσφατη δημοσκόπηση της Metron Analysis, διαγκωνίζεται με τον Μητσοτάκη στην πρώτη θέση του δείκτη καταλληλότητας (με τον Μητσοτάκη να κερδίζει για δύο μονάδες – 35% και 33% αντίστοιχα). Ο «Κανένας», όμως, που προκύπτει από αυθόρμητες απαντήσεις, είναι δείκτης και για τα κόμματα της αντιπολίτευσης – ειδικά για εκείνα που θέλουν να διεκδικήσουν το 2027 τον ρόλο του βασικού αντιπολιτευτικού πόλου: η άνοδός του τους στέλνει το σήμα πως πρέπει, με τον τρόπο που θα διαλέξουν, να ανεβάσουν τον δείκτη κυβερνησιμότητας. Επιβεβαιώνοντας πως, ειδικά προεκλογικά, αυτός είναι κυρίως θέμα ηγετικού προσώπου.
Ο στόχος των συσπειρώσεων
Ποιος είναι ο στόχος των μεγαλύτερων κομμάτων της αντιπολίτευσης για αυτές τις εκλογές; Οσοι πήγαν μέχρι την κάλπη στις διπλές εκλογές του περασμένου καλοκαιριού να ξαναπάνε – να μην πάει ούτε μια ψήφος χαμένη. Γι’ αυτό, ειδικά στο ΠΑΣΟΚ, εκτός από διερευνητικές προσεγγίσεις σε νέο κοινό, η προσπάθεια σε αυτή τη φάση βασίζεται κυρίως στην επανενεργοποίηση των πυρήνων που έφεραν το διψήφιο το περασμένο καλοκαίρι, αλλά και στα δίκτυα που δημιουργήθηκαν στα μεγαλύτερα αστικά κέντρα στις αυτοδιοικητικές εκλογές. Το παράδειγμα της Αθήνας είναι ενδεικτικό για τη Χαριλάου Τρικούπη: η «χαλαρή ψήφος» δεν βοήθησε το φαβορί, αλλά αντιθέτως ενίσχυσε τη δυναμική του αουτσάιντερ, που τελικά κέρδισε στην κάλπη. Για τη ΝΔ, με βάση τους αριθμούς που έχει στη διάθεσή της, η χαλαρή ψήφος μπορεί να είναι και χρήσιμη – ειδικά αν αυτό σημαίνει πως οι δυσαρεστημένοι παραδοσιακά δεξιοί ψηφοφόροι της προτιμήσουν να κάτσουν σπίτι τους. Και για τα δύο κόμματα η συσπείρωση ξεπερνάει το 70%, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ έχει καταφέρει να βρίσκεται στα υψηλότερα της συσπείρωσής του από το καλοκαίρι και μετά (και με δεδομένη την αποχώρηση τουλάχιστον του 1/3 των ψηφοφόρων του), φτάνοντας κοντά στο 60%.
Οι μετακινήσεις κάνουν τη διαφορά
Το προηγούμενο διάστημα η κυβέρνηση έψαχνε τρόπο να στεγανοποιήσει τη διαρκή διαρροή που είχε εκ δεξιών, σε μικρότερα κόμματα της δεξιάς πολυκατοικίας και κυρίως προς τον Κυριάκο Βελόπουλο. Η άνοδος της τελευταίας εβδομάδας δείχνει πως η προσθήκη του Φρέντι Μπελέρη στο ευρωψηφοδέλτιο βοήθησε στον συγκεκριμένο σκοπό – το ποσοστό της Ελληνικής Λύσης εμφανίζεται πεσμένο και στις δημοσκοπήσεις που έγιναν γνωστές και στις κυλιόμενες μετρήσεις των κομμάτων, επιβεβαιώνοντας πως η ανοδική της πορεία έχει ανακοπεί. Στον ΣΥΡΙΖΑ, με βάση και τα στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους, γνωρίζουν πως οι εκροές τους προς τη Νέα Αριστερά ούτε αυξάνονται ούτε όμως και μειώνονται – ό,τι ήταν να χαθεί, επομένως, έχει χαθεί, ενώ ένας δίαυλος που δεν έχουν καταφέρει να «κλείσουν» είναι αυτός προς το κόμμα της Ζωής Κωνσταντοπούλου, που στη Metron Analysis κερδίζει 5,6% των μετακινήσεων από την αξιωματική αντιπολίτευση. Ο «διάδρομος» που θα κρίνει τη διαφορά του πρώτου από τον δεύτερο περνάει και μέσα από τη μάχη του προοδευτικού Κέντρου, ανάμεσα στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, όπου οι έρευνες δείχνουν πως ναι μεν η ΝΔ προηγείται στο συγκεκριμένο ακροατήριο, όμως το ΠΑΣΟΚ, ακόμα και σήμερα που έχει καθαρά αντιπολιτευτική προσέγγιση, την ακολουθεί κατά πόδας. Ο «διάδρομος», πάντως, έχει μια σημαντική στάση, τους Δημοκράτες του Ανδρέα Λοβέρδου: πριν από μια εβδομάδα οι εισροές τους ήταν ισόποσες από ΝΔ και ΠΑΣΟΚ –πλέον παίρνουν περισσότερο από το δεύτερο.
Ο παράγοντας «Χ» στον ΣΥΡΙΖΑ
Αν υπάρχει ένας αστάθμητος παράγοντας στην εκλογική εξίσωση, αυτός είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Πρώτον, γιατί η παρουσία, η τακτική και η τοποθέτησή του είναι εντελώς διαφορετικές υπό τον Στέφανο Κασσελάκη και, δεύτερον, γιατί κανείς δεν μπορεί με ακρίβεια να προβλέψει πώς αυτή η προσέγγιση, ακόμα και η επανοηματοδότηση συνθημάτων όπως το ακραία συντηρητικό «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια», κερδίζει νέους ψηφοφόρους από μη προβλέψιμες δεξαμενές – ή αν, παράλληλα, «διώχνει» τους παραδοσιακούς προοδευτικούς εκλογείς που παρέμειναν στην αξιωματική αντιπολίτευση, ισορροπώντας τον ΣΥΡΙΖΑ σε κοντινή απόσταση από το ΠΑΣΟΚ. Η Κουμουνδούρου πάντως επιδιώκει να φτάσει στο ποσοστό των εθνικών εκλογών προσεγγίζοντας οριζόντια το ιδεολογικό φάσμα, το οποίο είναι πρωτοφανής πειραματισμός. Οσα φόκους γκρουπ κι αν έχουν γίνει, δεν μπορούν να εξηγήσουν αν και σε ποιον βαθμό πετυχαίνει, γιατί απευθύνεται και σε ψηφοφόρους που δεν απαντούν συχνά σε έρευνες.